Είναι απολύτως απαραίτητο οι αβεβαιότητες που υπάρχουν αυτή τη στιγμή για τη Μεγαλόπολη ως προς το φυσικό αέριο, για οικιακή χρήση και τηλεθέρμανση, να μετατραπούν σε βεβαιότητες μέσα από συγκεκριμένα και υπογεγραμμένα έγγραφα.
Την ξεκάθαρη αυτή θέση επισήμανε ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου Παναγιώτης Νίκας μετέχοντας από την Τρίπολη σε τηλεσύσκεψη για το συγκεκριμένο θέμα, η οποία -παρόντος και του δημάρχου Μεγαλόπολης Θανάση Χριστογιαννόπουλου- πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή, μεταξύ άλλων, στελεχών από το υπουργείο Ανάπτυξης και Ερευνας, την ΔΕΗ, αλλά και του Κωστή Μουσουρούλη, προέδρου της Συντονιστικής Επιτροπής για την κατάρτιση και υλοποίηση του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ).
Σύσκεψη για το ίδιο θέμα, όπως έγινε γνωστό, θα συγκληθεί εκ νέου την ερχόμενη Τετάρτη 27 Μαΐου, η οποία -όπως τόνισε ο Π. Νίκας “θα πρέπει να κινηθεί στη λογική της σοβαρής αντιμετώπισης του δήμου και των πολιτών, ώστε να κλείσει το θέμα φυσικό αέριο και τηλεθέρμανση στη Μεγαλόπολη”.
“ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΜΕ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΛΟΓΙΚΗ”
“Δήλωσα από την πλευρά μου ότι δεν πρέπει να μας αντιμετωπίζουν με την επιχειρηματική λογική ή τον επιχειρηματικό ορθολογισμό” σημείωσε ο περιφερειάρχης, προσθέτοντας ότι τόσο ο ίδιος, όσο και ο δήμαρχος Μεγαλόπολης -που μετέφερε τις θέσεις του δήμου- “εκφράζουμε και πολιτικά και κοινωνικά τις περιοχές μας”.
Χαρακτηριστικά ο περιφερειάρχης σημείωσε ότι δεν είναι δυνατόν “ να επιβιώσει δημοτική αρχή στη Μεγαλόπολη αν δεν γίνουν στοιχειώδη πράγματα” για να υπογραμμίσει στη συνέχεια:
“Οι πολίτες εκεί πλήρωσαν για την τηλεθέρμανση, ο δήμος έβαλε 19.000.000 ευρώ για το συγκεκριμένο έργο. Ως εκ τούτου, το μεγάλο κόστος για τη μετάβαση στο φυσικό αέριο θα πρέπει να υποστηριχθεί κυρίως από τη ΔΕΗ και γενικότερα από το Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης”.
Ο Π. Νίκας τόνισε με έμφαση ότι “είναι απολύτως απαραίτητο, οι αβεβαιότητες που υπάρχουν να γίνουν βεβαιότητες. Δηλαδή, πότε θα έχει η Μεγαλόπολη φυσικό αέριο για οικιακή χρήση και θέρμανση; Είναι βέβαιο ότι θα έχει τον μεθεπόμενο χειμώνα; Τέτοιου είδους αβεβαιότητες οφείλουν να γίνουν βεβαιότητες, μέσα από συγκεκριμένα και υπογεγραμμένα έγγραφα”.