Στην κρίση της Κομισιόν έχει τεθεί το αίτημα της Ελλάδας για έμπρακτη στήριξη στον τομέα ελαιολάδου, που επλήγη ανεπανόρθωτα το 2018 επηρεάζοντας καταλυτικά το εισόδημα των Ελλήνων ελαιοπαραγωγών. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ζητά από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας, να συμβάλουν στην ανακούφιση των παραγωγών εγκρίνοντας τη χορήγηση έκτακτης ενίσχυσης, με τη μορφή εφάπαξ χρηματοδότησης, προκειμένου να καλυφθούν απώλειες που προκάλεσαν πέρσι οι κλιματολογικές συνθήκες στην ελληνική παραγωγή, ύψους 264,43 εκατ. ευρώ.
«Το ποσό, το οποίο θα εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα μοιραστεί στους παραγωγούς ελαιολάδου, με βάση αντικειμενικά κριτήρια και ιδιαίτερα με γνώμονα την αποφυγή της οποιαδήποτε στρέβλωσης της αγοράς, αλλά και της νόθευσης του ανταγωνισμού», δεσμεύεται η ελληνική πλευρά σε μία προσπάθεια να πείσει τους τεχνοκράτες των Βρυξελλών.
Ιστορικό
Το ελληνικό αίτημα κατατέθηκε επίσημα στις 8 Μαΐου 2019 με επιστολή του υπουργού ΑΑΤ, Σταύρου Αραχωβίτη, προς τον επίτροπο Γεωργίας, Φιλ Χόγκαν, με το θέμα ωστόσο να έχει τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων νωρίτερα. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, στις 17 Ιουνίου, το αίτημα σφραγίστηκε κατά την επίσημη συνάντηση των δύο αξιωματούχων στις Βρυξέλλες, παρουσία και του γενικού γραμματέα, Χ. Κασίμη. Σύμφωνα με το ΥΠΑΑΤ, στη συνάντηση παρουσιάστηκαν αναλυτικά στοιχεία στον επίτροπο και συζητήθηκαν πιθανές λύσεις.
Η προεργασία θυμίζουμε ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες του 2018, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί το αίτημα. Επισήμως, το θέμα της στήριξης των Ελλήνων παραγωγών τέθηκε εις γνώση των Ευρωπαίων κατά τη διάρκεια του συμβουλίου υπουργών Γεωργίας και Αλιείας στο Λουξεμβούργο στις 16 Απριλίου 2019. Ο αρμόδιος επίτροπος κλήθηκε τότε να πάρει θέση, και, όπως είχε αποκαλύψει ήδη από τότε η «ΥΧ», εμφανίστηκε κατ’ αρχήν θετικός, ζητώντας ωστόσο τη γραπτή αναφορά της χώρας μας.
Στην επιστολή της 8ης Μαΐου αναλυόταν το μέγεθος του προβλήματος, με συγκεκριμένα στατιστικά στοιχεία. Την περίοδο 2018-2019, οι υψηλές θερμοκρασίες του χειμώνα σε συνδυασμό με τις έντονες βροχοπτώσεις κατά την περίοδο της ανθοφορίας και καρπόδεσης συνετέλεσαν στη μείωση της παραγωγής στην Ελλάδα, λόγω της έντονης προσβολής από δάκο και γλοιοσπόριο. Αυτό είχε ως συνέπεια η παραγωγή του ελαιολάδου να βυθιστεί κυριολεκτικά αγγίζοντας μόλις τους 185.000 τόνους το 2018/19 έναντι 346.000 τόνων το 2017/18 και 287.000 τόνων κατά μέσο όρο την προηγούμενη τριετία.
«Όμως, τα προβλήματα των Ελλήνων παραγωγών δεν σταματούν στη σημαντικότατη πτώση της παραγωγής κατά 46,5% σε σχέση με το 2017/18, και 35,5% με βάση την τελευταία τριετία. Η πτώση αυτή της παραγωγής συνοδεύτηκε και από σημαντικότατη πτώση των τιμών του ελαιολάδου κατά 14,8% για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, κατά 15,2% για το παρθένο ελαιόλαδο και 18,5% για το λαμπάντε», τονίζει στην επιστολή του ο Στ. Αραχωβίτης.
Όπως εξηγεί, στην πτώση αυτή των τιμών σημαντικό ρόλο έπαιξε και η συνεχιζόμενη έως σήμερα αβεβαιότητα που επικράτησε στην αγορά λόγω της μη επίτευξης συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου για την αποχώρησή του από την ΕΕ. «Σημειωτέον ότι η Ελλάδα είναι η τρίτη κατά σειρά χώρα στις εξαγωγές προς το Ην. Βασίλειο», υπογραμμίζει.
Σημειώνει ακόμη ότι ο συνδυασμός της πτώσης των τιμών και της παραγωγής την τρέχουσα περίοδο οδήγησε σε μια απώλεια της ακαθάριστης αξίας παραγωγής από το 2017 στο 2018, της τάξης των 264,43 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά, δηλαδή ποσοστιαία κατά 22%, οδηγώντας το εισόδημα των παραγωγών σε μη βιώσιμα πλέον επίπεδα και θέτοντας σε κίνδυνο τον τομέα παραγωγής ελαιολάδου στη χώρα. Μάλιστα, η επιστολή συνοδεύεται από έγγραφο που περιέχει τα στατιστικά στοιχεία και τις απαραίτητες αναλύσεις που τεκμηριώνουν τα όσα αναφέρονται.
Τι δηλώνουν πηγές της Κομισιόν στην «ΥΧ»
Το κρίσιμο ερώτημα, εάν τελικά η Κομισιόν δείξει αλληλεγγύη προς την Ελλάδα, ίσως είναι τελικά ρητορικό. Κι αυτό γιατί σε πολιτικό επίπεδο είθισται να εκφράζεται κατανόηση και στήριξη, αλλά στην πράξη, επί του οικονομικού δηλαδή, η διαχείριση είναι πολύ διαφορετική, ειδικά όταν προβάλλεται αίτημα πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με πηγή των Βρυξελλών, το ελληνικό αίτημα διατυπώνεται σε κακή χρονική συγκυρία, καθώς έχει ξεκινήσει η διαδικασία για την αλλαγή των προσώπων στα κρίσιμα πόστα της Κομισιόν.
Η θητεία του Φιλ Χόγκαν ολοκληρώνεται, όπως και των υπόλοιπων επιτρόπων, ενώ μαίνεται η διαμάχη μεταξύ της Γερμανίας και της Γαλλίας για το πρόσωπο που θα αντικαστήσει τον Γιούνκερ. Και σε μια μεταβατική περίοδο όπως είναι η σημερινή, ο σημερινός επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης (DG AGRI) καθίσταται ουσιαστικά αναρμόδιος για να επιλυφθεί επί του ελληνικού ζητήματος. Παράλληλα, και με τις πολιτικές διαφοροποιήσεις που έχουν προκύψει μετά τις ευρωεκλογές, τα μείζονα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεων του brexit δεν αποκλείεται να τεθούν προς συζήτηση από μηδενική βάση. Διότι, εκτός από την Ελλάδα, και άλλα κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, και η επόμενη μέρα στην ΕΕ αναζητά λύσεις με κοινό πρόσημο και όχι αντιμετωπίζοντας μεμονωμένα περιστατικά.
Αυτό εξάλλου αποτυπώνεται στην πρόταση της ίδιας της Κομισιόν για το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, το οποίο αποτελεί και ένα από τα βασικά θέματα της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ από χθες. Η ίδια πηγή μας εξηγεί ότι για όλους αυτούς τους λόγους, η εξέταση του ελληνικού αιτήματος είναι πιο πιθανό να αναβληθεί για το μέλλον, χωρίς ωστόσο να μπορεί να προσδιορίσει τον χρόνο.
πηγή: www.ypaithros.gr