Για τους περισσότερους από εµάς η πανδηµία άλλαξε κάθε πτυχή της καθηµερινότητάς µας και, κυρίως, της εργασιακής µας κανονικότητας.
«Αν υπάρχει ένα θετικό σε αυτή την πανδηµία, αυτό είναι ότι έφερε το θέµα της ψυχικής υγείας στο προσκήνιο». Αυτή ήταν η φράση της εκτελεστικής αντιπροέδρου της CVS Health και προέδρου της Aetna Business Unit, Karen Lynch, στην ψηφιακή διάσκεψη µε θέµα την υγεία που πραγµατοποίησε το Fortune στην Αµερική.
Για τους περισσότερους από εµάς η πανδηµία άλλαξε κάθε πτυχή της καθηµερινότητάς µας και, κυρίως, της εργασιακής µας κανονικότητας. Το σπίτι µας έγινε ο χώρος εργασίας µας, η φυσική επαφή µε την οικογένεια και τους φίλους υποκαταστάθηκε από βιντεοκλήσεις και η τεχνολογία έγινε πιο απαραίτητη από ποτέ. Η δυνατότητα να εργάζεται κάποιος από το σπίτι θεωρούνταν προνόµιο. Πλέον, όµως, µοιάζει µε δίκοπο µαχαίρι. Από τη µια µεριά οι άνθρωποι δεν ταλαιπωρούνται κατά τις µετακινήσεις τους και έχουν περισσότερο χρόνο για τις οικογένειές τους, από την άλλη η απότοµη αλλαγή στην ισορροπία «εργασία – ζωή» σηµαίνει ότι πρακτικά δεν «αποσυνδεόµαστε» ποτέ.
Παράλληλα, το εργασιακό άγχος, σε συνδυασµό µε τις ευθύνες των νοικοκυριών και τη γενική αβεβαιότητα για το τι µέλλει γενέσθαι, προκαλούν αυξηµένο στρες και εξάντληση. Οι περισσότεροι εργοδότες έχουν γνώση των προκλήσεων του να εργάζεται κάποιος από το σπίτι − ειδικά όταν µέσα σε αυτό δεν υπάρχει διαθέσιµος προσωπικός χώρος ή υπάρχουν πολλά ερεθίσµατα που αποσπούν την προσοχή, όπως η παρουσία µικρών παιδιών, αναφέρει η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Μαρίνα Κόντζηλα. Πέρα από τα παραπάνω, όµως, µεγάλο ποσοστό ανθρώπων αντιµετωπίζει προκλήσεις που έχουν να κάνουν µε την αντιµετώπιση συναισθηµάτων αποµόνωσης και µοναξιάς − ή, απλώς, δύσκολων καταστάσεων διαβίωσης. Η πανδηµία και οι αναγκαστικές αλλαγές που έφερε επηρέασαν τη σωµατική και συναισθηµατική ευεξία όλων. «Μην ξεχνάµε πως κάθε αλλαγή προκαλεί άγχος, γιατί έρχεται κάτι νέο και άγνωστο, το οποίο πρέπει να αντιµετωπίσουµε και να βρούµε λύσεις γι’ αυτό, προκειµένου να αντεπεξέλθουµε στην καινούργια κατάσταση», υποστηρίζει.
Τον Απρίλιο, η Thrive Global Greece πραγµατοποίησε, σε συνεργασία µε τη Focus Bari, µια µεγάλη έρευνα για τις επιπτώσεις του κορονοϊού στην προσωπική και την επαγγελµατική ζωή των Ελλήνων. Η έρευνα αυτή έδειξε πως οι συµπολίτες µας ανησυχούν για τις επιπτώσεις που έχει και θα συνεχίσει να έχει ο κορονοϊός στην ψυχική τους υγεία, ανεξάρτητα από τον τρόπο µε τον οποίο διαχειρίζεται η κυβέρνηση την κατάσταση. Μάλιστα, το 99% των συµµετεχόντων δήλωσε ότι αντιµετωπίζει δυσκολίες στη διαχείριση της ψυχικής του υγείας και ευεξίας, τη στιγµή που περισσότεροι από 87% δήλωσαν ότι τα επίπεδα άγχους και στρες έχουν αυξηθεί.
Η ανθρώπινη παραγωγικότητα είναι κύριο συστατικό των οικονοµικών αποτελεσµάτων µιας επιχείρησης. Δεν αρκούν µόνον τα κεφάλαια και οι µηχανές. Ο ανθρώπινος παράγοντας παραµένει καθοριστικός για την πορεία µιας επιχείρησης. Όταν οι εργαζόµενοι υποφέρουν από «κακό» άγχος και από «χαµηλή» ψυχική υγεία, η αποδοτικότητα, η δηµιουργικότητα και η εγρήγορσή τους επηρεάζονται σε µεγάλο βαθµό. Κατά συνέπεια, η απόδοση της επιχείρησης θα υπολείπεται αυτής που θα µπορούσε ή/και χρειάζεται να έχει ώστε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί, αναφέρει η διευθύντρια Εταιρικών Προγραµµάτων της Thrive Global Ελλάς, Κατερίνα Τριβυζά.
«Το στρες και το άγχος είναι αναπόσπαστο κοµµάτι της ζωής µας και επηρεάζει τον τρόπο µε τον οποίο ο εγκέφαλός µας αλλάζει και προσαρµόζεται είτε για το καλό είτε για το κακό. Η ψυχική υγεία επηρεάζεται από το «κακό» στρες. Όταν συσσωρεύεται, ενεργοποιείται το µέρος του εγκεφάλου µας που είναι υπεύθυνο για τις άσχηµες σκέψεις και τα αρνητικά συναισθήµατα, τα οποία µειώνουν την αποδοτικότητά µας».
Οι αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο εργασίας δηµιούργησαν σε πολλούς εργαζοµένους µια σειρά ψυχοσωµατικών συµπτωµάτων. «Κρίσεις πανικού, διαταραχές στον ύπνο, φοβίες, ευερεθιστότητα, δυσκολίες συγκέντρωσης στις επαγγελµατικές υποχρεώσεις και συναισθηµατικές µεταπτώσεις είναι µερικές συνέπειες» αναφέρει, από την πλευρά της, η Μαρίνα Κόντζηλα. Από την έρευνα της Thrive Global Greece, µάλιστα, προέκυψε ότι ένας στους τρεις φοβάται πως η εξ αποστάσεως εργασία ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την αποδοτικότητά του, ενώ ένας στους δύο δηλώνει αδυναµία συγκέντρωσης.
Ανάλογη έρευνα της Thrive Global Αµερικής έδειξε πως 70% των υπαλλήλων νιώθουν ότι έχουν χαµηλή παραγωγικότητα λόγω της πανδηµίας, ενώ 96% εξ αυτών δηλώνει ότι τώρα είναι πιο σηµαντικό από ποτέ να φροντίζουν την υγεία του. Είναι σηµαντικό οι εργοδότες να κατανοήσουν τις δυσκολίες που αντιµετωπίζει ο σύγχρονος εργαζόµενος και την τεράστια προσπάθεια που καταβάλλει προκειµένου να προσαρµοστεί στη νέα πραγµατικότητα, να διατηρήσει τη δουλειά του, να συνεχίσει να είναι παραγωγικός και αποτελεσµατικός, και να διαχειριστεί τα συναισθήµατα που βιώνει, τονίζει η Μαρίνα Κόντζηλα.
Ψυχική υγεία και εργασιακή κουλτούρα πάνε μαζί
Παραδοσιακά, ο χώρος εργασίας δεν ήταν από τα µέρη που συζητούνταν ανοιχτά θέµατα τα οποία σχετίζονται µε την ψυχική υγεία. Συχνά, γίνεται η παρανόηση ότι τα ζητήµατα ψυχικής υγείας ισοδυναµούν µε ψυχική ασθένεια, όµως κάτι τέτοιο δεν είναι νόρµα. Παρ’ όλα αυτά, το «στίγµα» υφίσταται και αποτελεί εµπόδιο στην επίτευξη βελτιώσεων. Οι εργαζόµενοι βιώνουν συναισθήµατα ντροπής και αµηχανίας, ενώ φοβούνται να ανοίξουν συζητήσεις.
«Ο σύγχρονος εργαζόµενος δεν τολµά να εκφράσει αυτά που νιώθει, να µοιραστεί σκέψεις και προβληµατισµούς µε τον εργοδότη του, να προτείνει ιδέες, να αρνηθεί να κάνει κάτι µε επιχειρήµατα, να ζητήσει µια εξυπηρέτηση γιατί του συµβαίνει κάτι σοβαρό» επισηµαίνει η Μαρίνα Κόντζηλα. Ο ανθρώπινος παράγοντας δεν πρέπει να µπαίνει στο περιθώριο.
Και εδώ προκύπτει το εξής ερώτηµα: Έχουν οι διευθύνοντες σύµβουλοι και οι επιχειρηµατικοί ηγέτες την ευθύνη και την ευκαιρία να αλλάξουν αυτήν τη συνθήκη;
Το να «ξαναγραφτεί» η ιστορία δεν είναι εύκολη υπόθεση. Κάτι τέτοιο απαιτεί από τους ηγέτες να είναι υποστηρικτικοί, να έχουν ενσυναίσθηση, να είναι διαθέσιµοι να ακούσουν τα προβλήµατα που αντιµετωπίζουν οι εργαζόµενοι και να θέτουν ρεαλιστικούς στόχους. Αυτό δεν µπορεί να είναι µια προσπάθεια που εµπίπτει σε ένα µόνον άτοµο ή σε µία µόνον οµάδα. «Κάθε εταιρεία θα έπρεπε συνεργάζεται σε σταθερή βάση µε ειδικούς οι οποίοι θα αξιολογούν µε ψυχοµετρικά εργαλεία τόσο το προσωπικό όσο και τα ανώτερα στελέχη, λαµβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των εργαζοµένων, το κλίµα και τους εταιρικούς στόχους. Κάτι τέτοιο θα θωρακίσει τη σωµατική και ψυχική υγεία των υπαλλήλων και των εργοδοτών, ενώ παράλληλα θα συνδράµει στην εξέλιξη και την κατάκτηση των εταιρικών στόχων, αυξάνοντας την παραγωγικότητα. Και σίγουρα θα βελτιώσει τις διαπροσωπικές σχέσεις, αφού όλοι θα δουλεύουν µέσα σε ένα υγιές και ισορροπηµένο περιβάλλον, χωρίς εντάσεις, διαπληκτισµούς και άγονες αντιπαραθέσεις» επισηµαίνει η ψυχολόγος. «Το πιο σηµαντικό είναι να καλλιεργήσουν οι εργοδότες ένα κλίµα ασφάλειας και σιγουριάς, που θα ανακουφίζει τον εργαζόµενο από τα επώδυνα συναισθήµατα που βιώνει αυτό το διάστηµα» προσθέτει.
Πόσο «κοστίζει» η ψυχική υγεία στην οικονομία
Οι πρωτοβουλίες ψυχικής υγείας και ευεξίας είναι «το σωστό» για έναν επιχειρηµατικό ηγέτη. Συγχρόνως αποτελούν έξυπνη κίνηση µε µακροπρόθεσµα οφέλη. Έχει αποδειχθεί από πολλές έρευνες ότι η ψυχική υγεία συνδέεται άµεσα µε την αποδοτικότητα των ανθρώπων και, κατά συνέπεια, µε τα αποτελέσµατα των επιχειρήσεων.
Σύµφωνα µε έρευνα που πραγµατοποίησε το 2019, πριν από την πανδηµία, ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας, το κόστος της χαµηλής παραγωγικότητας λόγω άγχους και κατάθλιψης, παγκοσµίως, ανέρχεται σε ένα τρισ. δολάρια.
Κατά τη διάρκεια της πανδηµίας, το 70% εργαζοµένων στις ΗΠΑ δηλώνει ότι η παραγωγικότητά του είναι χαµηλότερη, ενώ το 96% των εργαζοµένων στην Ελλάδα αναφέρει ότι είναι πιο σηµαντικό από ποτέ να φροντίσει την ψυχική του υγεία και ευεξία» αναφέρει η κυρία Τριβυζά. «Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν ότι η παραµέληση της ψυχικής υγείας θα έχει µεγάλο κόστος για τις επιχειρήσεις στην Ευρώπη. Όσο πιο νωρίς αντιληφθούν οι επιχειρήσεις τις επιπτώσεις που έχει η κακή ψυχική υγεία των εργαζοµένων στα αποτελέσµατά τους, τόσο µεγαλύτερη είναι η πιθανότητα όχι µόνον να αποφύγουν τις συνέπειες που θα έχει η παράλειψη υλοποίησης σχετικών δράσεων, αλλά και να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν στη νέα πραγµατικότητα, που χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα, µεταβλητότητα, πολυπλοκότητα και ασάφεια».
Οι εταιρείες που επένδυσαν σε προγράµµατα ευεξίας είδαν τρεις φορές περισσότερη παραγωγικότητα, τέσσερις φορές χαµηλότερο ποσοστό turnover, οκτώ φορές υψηλότερη δέσµευση και 2,5 φορές µεγαλύτερη απόδοση (World Economic Forum 2016, EY & Unilever και Human at Work Report). Τα θέµατα ψυχικής υγείας που δεν υποβάλλονται σε θεραπεία κοστίζουν δισεκατοµµύρια στις εταιρείες των ΗΠΑ κάθε χρόνο. Συνεπώς, το κόστος παραµέλησης µπορεί να επηρεάσει δραµατικά πολλές πτυχές ενός οργανισµού: από την παραγωγή και τις εργασιακές σχέσεις έως τη γενική εταιρική κουλτούρα. Με την ευαισθητοποίηση, την εκπαίδευση και τον ανοιχτό διάλογο, δηµιουργείται ο θεµέλιος λίθος για έναν υγιή χώρο εργασίας.
Κάθε ηγέτης, επικεφαλής τµήµατος, διευθυντής και συνάδελφος διαδραµατίζει σηµαντικό ρόλο στην αντιµετώπιση των προκλήσεων που προέκυψαν από αυτή την παγκόσµια υγειονοµική κρίση. Οι πρωτοβουλίες που παίρνουν οι οργανισµοί οφείλουν να είναι προσανατολισµένες, σε µεγάλο βαθµό, στην εξασφάλιση ότι οι εργαζόµενοι είναι εξοπλισµένοι µε τα κατάλληλα εργαλεία όχι µόνο για να αρχίσουν έναν ανοιχτό διάλογο, αλλά και να αναλάβουν δράση.