Συγκεκριμένα, η απόφαση αφορά τις περιπτώσεις για έκδοση φορολογικής ενημερότητας, προκειμένου κάποιος να εισπράξει χρήματα από το Δημόσιο. Μέχρι τώρα όμως, εάν ο πολίτης είχε χρέη, τότε ήταν πιθανό το Δημόσιο να μην του έδινε τίποτα πίσω από όσα δικαιούται, και να τα κρατούσε όλα για την εξόφληση των οφειλών.
Με την νέα απόφαση όμως, η παρακράτηση επί του ποσού που δικαιούται να πάρει ο φορολογούμενος, θα καθορίζεται από της ουσία από το πόσο συνεπής ήταν στην αποπληρωμή των χρεών του.
Παύει δηλαδή να βρίσκεται στην διακριτική ευχέρεια του Δημοσίου το μέρος που θα κρατήσει από το ποσό, καθώς μέχρι σήμερα αυτό μπορεί να κυμαινόταν από 10 έως 100%.
Πλέον, καθορίζεται πως αν για παράδειγμα ένας φορολογούμενος έχει αποπληρώσει πάνω από το 70% των χρεών του, τότε από όσα έχει να λαμβάνει του αφαιρείται το 10%. Αν δηλαδή πρέπει να πάρει 1000 ευρώ, θα πάρει 900.
Εαν έχει αποπληρώσει πάνω από το 50% των οφειλών, τότε θα του παρακρατηθεί το 30% από όσα θα πρέπει να πάρει.
Αναλυτικά τα ποσοστά
Για αποπληρωμή πάνω από 70% παρακρατείται το 10%
Για αποπληρωμή πάνω από 50% παρακρατείται το 30%
Για αποπληρωμή πάνω από 30% παρακρατείται το 50%
Για αποπληρωμή από 30% και κάτω παρακρατείται το 70%
Σημειώνεται ότι τα ποσοστά αυτά μπορεί να αυξηθούν ακόμα και 20%, αν το Δημόσιο εκδώσει ειδική αιτιολογία.
Αλλαγή και στις δόσεις
Παράλληλα, με τη νέα απόφαση της ΑΑΔΕ μειώνεται ο αριθμός των δόσεων ρύθμισης. Ειδικότερα έαν έχουν μείνει τρεις ή πέντε δόσεις της ρύθμισης, μειώνονται σε δύο ή τέσσερις δόσεις, αντίστοιχα.
Με σκοπό την διευκόλυνση της ταμειακής ρευστότητας των οφειλετών που εισπράττουν περιοδικές απαιτήσεις, στις περιπτώσεις αυτές η παρακράτηση ορίζεται σε ποσοστό 10%, ενώ για εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή άνω των 5.000 ευρώ τίθεται ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με μία δόση και για εναπομένουσα οφειλή άνω των 20.000 ευρώ, ελάχιστο ποσό παρακράτησης ίσο με δύο δόσεις ρύθμισης.
Ρυθμίσεις και για την πώληση κινητών και ακινήτων
Τέλος, ορίζεται ότι κατά την έκδοση βεβαίωσης οφειλής (που επέχει θέση αποδεικτικού ενημερότητας) για την πώληση ακινήτου, στην περίπτωση όπου το τίμημα υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, η διασφάλιση της οφειλής περιορίζεται στη διαφορά ανάμεσα στο τίμημα και την αντικειμενική αξία. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνονται οι συναλλαγές για ακίνητα φορολογούμενων, οι οποίοι βρίσκονται σε δυσχερή θέση και οι οφειλές τους δεν εξοφλούνται πλήρως με το τίμημα της πώλησης, ενώ ταυτόχρονα επιτυγχάνεται η είσπραξη των βεβαιωμένων οφειλών.
Στην ανακοίνωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «Με την εκδοθείσα απόφαση εξορθολογίζεται η έκδοση αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής και τίθενται για πρώτη φορά σαφείς κανόνες για τον καθορισμό των ποσοστών παρακράτησης επί του αποδεικτικού.
Σκοπός της μεταρρύθμισης είναι η διόρθωση χρόνιων στρεβλώσεων, με γνώμονα την διευκόλυνση των συναλλαγών για τις οποίες απαιτείται φορολογική ενημερότητα, την μεταχείριση των φορολογουμένων με διαφάνεια και την ταυτόχρονη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Οι συνεπείς φορολογούμενοι, που τηρούν τις ρυθμίσεις των οφειλών τους, επιβραβεύονται και διευκολύνονται στις συναλλαγές τους, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετείται η είσπραξη βεβαιωμένων οφειλών».