Παρά το γεγονός ότι το επίπεδο του ελληνικού χρέους -όπως και όλων των κυβερνήσεων- αυξήθηκε εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, η εξυπηρέτησή του θα είναι πιο εύκολη σε σχέση με το παρελθόν, υποστήριξε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Φίλιπ Λέιν, σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ.
Παράλληλα όπως τόνισε η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ανάκαμψη του τουρισμού, ωστόσο καταλυτικό ρόλο θα διαδραματίσει η ταχύτητα της εκστρατείας των εμβολιασμών. Εκείνο που τον κάνει να αισιοδοξεί για το μέλλον, είναι το πρόγραμμα Next Generation EU, μια κοινή ευρωπαϊκή πρωτοβουλία με κοινή χρηματοδότηση που θα στηρίξει την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και της μετάβασης στην πράσινη οικονομία, καθώς και πολλές πρωτοβουλίες που θα στηρίξουν μια ταχύτερα αναπτυσσόμενη ευρωπαϊκή οικονομία.
Αναλυτικά η συνέντευξη του εκτελεστικού μέλους της ΕΚΤ:
Οι οικονομίες της ζώνης του ευρώ βρίσκονται ακόμη υπό πίεση εξαιτίας του δεύτερου κύματος της πανδημίας και παραμένει ασαφές αν βρισκόμαστε πιο κοντά στην έξοδο από το τούνελ ή σ’ ένα τρίτο κύμα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΚΤ, πόσα χρόνια θα χρειαστούν οι οικονομίες μας για να επουλώσουν τις πληγές της πανδημίας και να επανέλθουν στην κατάσταση στην οποία βρίσκονταν το 2019;
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι βραχυπρόθεσμα η κατάσταση είναι δύσκολη. Σε πολλά τμήματα της ευρωπαϊκής οικονομίας εφαρμόζεται κάποιου είδους μέτρο περιορισμού της δραστηριότητας αυτήν τη στιγμή, όμως κατά τη γνώμη μας αυτό αποτελεί μάλλον παράγοντα που ενδεχομένως καθυστερεί την ανάκαμψη, παρά σοβαρό μακροπρόθεσμο πρόβλημα. Οπότε, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους, ίσως προς το τέλος του καλοκαιριού του 2022, το ΑΕΠ θα έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2019. Θεωρώ πως είναι σημαντικό να πούμε ότι εφέτος είναι ένα έτος κατά το οποίο αρχικά, αυτήν τη στιγμή, εφαρμόζονται πολλοί περιορισμοί, αλλά στη συνέχεια, καθώς θα προχωρούν τα προγράμματα εμβολιασμών, πιστεύουμε ότι η οικονομία θα μπορεί να αναπτυχθεί αρκετά γρήγορα. Θα έχουμε μεγάλη ανάκαμψη αργότερα εφέτος και το επόμενο έτος. Θα ήθελα να τονίσω, φυσικά, ότι ακόμη και αν το σύνολο της οικονομίας ανακάμψει, δεν θα ανακάμψει o κάθε τομέας το ίδιο. Θα παραμείνουν πληγές σε ορισμένους τομείς της οικονομίας.
Μέχρι το 2022, σωστά;
Σωστά. Ένα με ενάμισι έτος ακόμη.
Αυτές οι προβλέψεις περιλαμβάνουν και την Ελλάδα;
Εστιάζω στη συνολική εικόνα της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά σε αυτήν τη φάση η πανδημία έχει αρκετά κοινά και αρκετά γενικά χαρακτηριστικά στις διάφορες χώρες. Φυσικά για οικονομίες όπως είναι η ελληνική για παράδειγμα, η ανάκαμψη θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ανάκαμψη του τουρισμού. Και πάλι όμως αυτό εξαρτάται από την ταχύτητα της εκστρατείας των εμβολιασμών.
Θα είναι η ανάκαμψη μια εύκολη διαδικασία; Υπάρχει κίνδυνος να εκδηλωθεί μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση μετά την πανδημία;
Είναι πολύ σημαντικό να τονίσω ότι πιστεύουμε πως θα υπάρξει μεγάλη ώθηση και επομένως θα δούμε ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης αργότερα εντός του τρέχοντος έτους αλλά και το επόμενο έτος, επειδή στην ουσία η πανδημία είναι ένα τεχνητό είδος ύφεσης. Ξέρουμε ότι κατά ένα μεγάλο μέρος της η ύφεση οφείλεται στην αναγκαστική παύση της κανονικής οικονομικής δραστηριότητας. Όταν αυτή η κατάσταση λήξει θα μπορέσει να σημειωθεί ισχυρή ανάκαμψη, αλλά, όπως σας ανέφερα, αν κατά την περίοδο αυτή χάνουμε εισοδήματα επειδή το εστιατόριο, το ξενοδοχείο ή ο τομέας των υπηρεσιών μας δεν λειτουργεί, φυσικά τα εισοδήματα αυτά συνεπάγονται ζημιά για μας. Όμως όσον αφορά την ανάκαμψη, την ανάκαμψη της ζήτησης, πιστεύουμε πράγματι ότι αυτή θα είναι σημαντική αργότερα εφέτος και το επόμενο έτος.
Ταυτόχρονα γινόμαστε μάρτυρες μιας έντονα ανοδικής πορείας στις χρηματιστηριακές αγορές ενώ η πραγματική οικονομία υποφέρει και οι τράπεζες απειλούνται από μια «έκρηξη» των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πιστεύετε ότι είναι παράλογη αυτή η «ευφορία» των χρηματιστηρίων;
Πρώτα απ’ όλα, επιτρέψτε μου να πω ότι δεν είμαι επενδυτικός σύμβουλος, οπότε δεν θέλω να τοποθετηθώ ως προς το αν οι αγορές αποτιμούν σωστά την αξία των μετοχών. Και πάλι όμως αυτό με επαναφέρει στη βασική μου θέση. Η πανδημία θα μας απασχολήσει ακόμη έναν, ενάμιση χρόνο, αλλά οι χρηματιστηριακές αγορές, από τη δική τους οπτική γωνία, δεν λειτουργούν με βάση ορίζοντα που περιορίζεται στη φετινή ή την επόμενη χρονιά, αλλά κοιτούν πολλά χρόνια πιο μπροστά. Έχουν επομένως την πεποίθηση ότι θα υπάρξει ανάκαμψη αργότερα εντός του τρέχοντος έτους και το επόμενο έτος. Όσον αφορά την ερώτησή σας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, πιστεύουμε πως αναμφίβολα θα σημειωθεί αύξηση. Αλλά για να απαντήσω στη γενικότερη αναφορά σας περί χρηματοπιστωτικής κρίσης, έχουν γίνει πάρα πολλά. Οι κυβερνήσεις έχουν κάνει πολλά στο πλαίσιο κάθε είδους προγραμμάτων επιδοτήσεων. Στην ΕΚΤ διατηρούμε ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης. Έχουν γίνει πολλά, έχουν ληφθεί μέτρα, με σκοπό να αντισταθμιστεί αυτός ο κίνδυνος. Γι’ αυτό δεν θα ήθελα να εκφράσω δυσανάλογες ανησυχίες όσον αφορά τις αρνητικές χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις της πανδημίας.
Στη λήξη της πανδημίας η Ελλάδα θα έχει λόγο χρέους προς το ΑΕΠ άνω του 200% και πιθανώς δεν θα διαθέτει ακόμη επενδυτική βαθμίδα. Πιστεύετε ότι, έπειτα από σχεδόν 10 έτη οικονομικής κρίσης και προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, η χώρα θα χρειαστεί ένα νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής; Και τι σχέση θα μπορούσε να έχει αυτό με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) της ΕΚΤ;
Πιστεύω πως το βασικότερο στοιχείο είναι ότι η αύξηση του δημόσιου χρέους είναι ένα καθολικό φαινόμενο. Το δημόσιο χρέος παρουσιάζει μεγάλη αύξηση σε όλο τον κόσμο. Πρώτα από όλα, το σημαντικότερο είναι να αναφερθεί ότι αυτή η αύξηση ήταν αναγκαία. Αναπόφευκτα σε μια πανδημία η κυβέρνηση πρέπει να κάνει πολλά. Σε αυτό το πλαίσιο, ο λόγος για τον οποίο αυξήθηκε το δημόσιο χρέος ήταν φυσιολογικός. Και αυτό που βλέπουμε είναι ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων. Άρα η ικανότητα χρηματοδότησης αυτού του χρέους, η ικανότητα εξυπηρέτησης αυτού του χρέους – ακόμη και σε τόσο υψηλά επίπεδα – είναι πιο εύκολη από ό,τι πρωτύτερα. Αυτό δεν εξαλείφει το πιο μακροπρόθεσμο ζήτημα ότι τα υψηλά επίπεδα χρέους θα χρειαστεί να παρακολουθούνται προσεκτικά. Όμως η διαχείριση τους θα είναι ευκολότερη σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα επειδή όσο πιο γρήγορα αναπτύσσεται η οικονομία τόσο περισσότερες θα είναι οι μεταρρυθμίσεις που θα εφαρμόζονται με την πάροδο του χρόνου για τη στήριξη μιας ταχέως αναπτυσσόμενης οικονομίας. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό το πρόγραμμα Next Generation EU. Υπάρχει πλέον μια κοινή ευρωπαϊκή πρωτοβουλία με κοινή χρηματοδότηση που θα στηρίξει την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και της μετάβασης στην πράσινη οικονομία, καθώς και πολλές πρωτοβουλίες που θα στηρίξουν μια ταχύτερα αναπτυσσόμενη ευρωπαϊκή οικονομία.
Τον περασμένο Μάρτιο, ο Mario Draghi έγραψε στους Financial Times ότι βρισκόμαστε ενώπιον ενός πολέμου και ότι οι πόλεμοι χρηματοδοτούνται με αύξηση του δημόσιου χρέους. Αυτό ακριβώς βλέπουμε, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Πιστεύετε ότι η επιστροφή στην κανονικότητα θα μπορούσε ή θα έπρεπε να περιλαμβάνει τη διαγραφή χρεών– χρέους του ιδιωτικού τομέα όπως πρότεινε ο κ. Draghi ή/και χρέους του δημόσιου τομέα όπως προτείνουν κάποιοι άλλοι;
Θα ήθελα να εστιάσω σε αυτό το σημείο. Έχουν συμβεί τόσα πολλά από τότε σε ό,τι αφορά τις ενισχύσεις που παρείχαν οι κυβερνήσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών στη διάρκεια της πανδημίας που το ενδεχόμενο συσσώρευσης υψηλού μη βιώσιμου χρέους στον ιδιωτικό τομέα έχει περιοριστεί χάρη στο μέγεθος της δημοσιονομικής στήριξης. Θα ήθελα να επανέλθω σε αυτό που είπα προηγουμένως. Το σημαντικότερο είναι ότι σε ένα περιβάλλον πολύ χαμηλών επιτοκίων η ικανότητα διαχείρισης αυτού του χρέους είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι είχε πιθανόν προβλεφθεί τον περασμένο Μάρτιο. Και να επαναλάβω ότι για την ΕΚΤ η διαγραφή του δημόσιου χρέους δεν προβλέπεται από τη Συνθήκη. Γενικά, πιστεύω ότι θα πρέπει να τονιστεί και πάλι πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος που διαδραματίζουν οι κυβερνήσεις αυτήν τη στιγμή, πόσο σημαντική είναι η κοινή χρηματοδότηση της ΕΕ που θεσπίστηκε, πόσο σημαντικό είναι να επιταχυνθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης μετά την πανδημία και πόσο σημαντικό είναι όλα αυτά να εξεταστούν υπό το πρίσμα αυτού του, όπως αναφέρατε, πραγματικά μεγάλου γεγονότος που μοιάζει με πόλεμο. Η κατάσταση αυτή είναι προσωρινή. Ξέρουμε ότι οι βασικές επιπτώσεις της στην οικονομία θα διαρκέσουν το πολύ ένα με ενάμιση έτος ακόμη και ότι επομένως αυτά τα έκτακτα μέτρα που έχουν ληφθεί μπορούν να είναι βιώσιμα επειδή θα εφαρμοστούν μόνο για σχετικά σύντομη χρονική περίοδο σε σύγκριση με τον κανονικό οικονομικό ή δημοσιονομικό κύκλο.