Του Κώστα Βλάση Βουλευτή Αρκαδίας ΝΔ
Το πρόσφατο Σ/Ν του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που μεταξύ άλλων αφορούσε και στον εκσυγχρονισμό της ΔΕΗ, προκάλεσε αντιδράσεις μεταξύ των εργαζομένων της επιχείρησης αλλά και ολόκληρης της τοπικής κοινωνίας της Μεγαλόπολης.
Είναι κατανοητή και απολύτως δικαιολογημένη η ανησυχία των Μεγαλοπολιτών, από τη στιγμή που οι ζωές τους εδώ και αρκετές δεκαετίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τη λειτουργία του ενεργειακού κέντρου της Μεγαλόπολης. Η Μεγαλόπολη και οι κάτοικοί της στήριξαν στην πράξη την ανάπτυξη και την ενεργειακή σταθερότητα της χώρας με ένα μεγάλο κόστος, καθώς επιβαρύνθηκαν ποικιλοτρόπως.
Η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ΔΕΗ – και για την οποία δυστυχώς φέρουν ευθύνη πολλές από τις προηγούμενες κυβερνήσεις – δεν αφήνει άλλα περιθώρια για στασιμότητα και ατολμία. Ας μην ξεχνάμε ότι μόλις πριν λίγους μήνες η εταιρεία Standard & Poor’s, σε μελέτη που η ίδια η ΔΕΗ της ανέθεσε επί ΣΥΡΙΖΑ, κατέληξε στο ότι η ΔΕΗ είναι μη βιώσιμη! Η ανάληψη, επομένως, δράσης για την διάσωση και την εξυγίανση της επιχείρησης ήταν και είναι ο μόνος δρόμος για να πορευθεί στο μέλλον. Η κυβέρνηση της ΝΔ με αίσθημα ευθύνης ανέλαβε να φέρει εις πέρας το δύσκολο αυτό έργο και, παρά τις όποιες αναπόφευκτες αρνητικές επιπτώσεις οφείλουμε να έχουμε στο μυαλό μας ότι στηρίζοντας τη ΔΕΗ στηρίζουμε τους ίδιους τους εργαζομένους της και την τοπική κοινωνία. Θέλουμε μια σύγχρονη, ανταγωνιστική, βιώσιμη και συνεχώς αναπτυσσόμενη ΔΕΗ.
Παρά τις προθέσεις μας βιώνουμε τις μέρες αυτές το παράδοξο να μας εγκαλούν όλοι εκείνοι που τα τελευταία χρόνια όχι μόνο δεν έκαναν τίποτα για να ορθοποδήσει η ΔΕΗ, αλλά και που σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο την οδήγησαν σε πλήρη απαξίωση και ένα βήμα πριν τη χρεωκοπία. Τί έκαναν για τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ όλοι εκείνοι που σήμερα μας κουνούν το δάκτυλο, τί άλλο προσέφεραν στην εξυγίανση της εταιρείας πέρα από κενά λόγια;
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αρχικά σκοπίμως αδιαφόρησε, εν συνεχεία προέταξε τη δήθεν προσήλωση σε ιδεολογικές αγκυλώσεις και τελικά, ευρισκόμενη σε πανικό έκανε το χειρότερο για την άλλοτε κραταιά επιχείρηση. Και τώρα, που η κατάσταση έφτασε στο μη περαιτέρω, επιρρίπτουν ευθύνες παντού ξεχνώντας ότι επί 4,5 χρόνια κρατούσαν την τύχη της ΔΕΗ στα χέρια τους. Ξεχνούν ότι:
- Πούλησαν έναντι εξευτελιστικού τιμήματος τον ΑΔΜΗΕ
- Έκλεισαν ορυχεία και σταθμούς
- Δημιούργησαν νέα χρέη από ανείσπρακτους λογαριασμούς λόγω ιδεοληψίας και δήθεν κοινωνικής ευαισθησίας
- Συμφώνησαν για τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% χωρίς αντάλλαγμα
- Εφηύραν τα ΝΟΜΕ
- Έβαλαν πωλητήριο σε Μεγαλόπολη και Μελίτη και μάλιστα χωρίς τίμημα, άσχετα αν και στις δύο προσπάθειες που έκαναν δεν βρέθηκε ούτε ένας αγοραστής! Γιατί άραγε; Και βέβαια, εφόσον η πώληση προχωρούσε, οι θέσεις των εργαζομένων της ΔΕΗ θα διασφαλιζόταν μόλις για 6 χρόνια!
- Ανακοίνωσαν 900 εκατομμύρια Ευρώ ζημιές το 2018 και άφησαν τη μετοχή της εταιρείας να κατρακυλήσει.
Κι όλα αυτά, ενώ πριν αναλάβουν την εξουσία το ‘15, αντιστεκόταν σθεναρά στις λύσεις που τότε πρότεινε η Νέα Δημοκρατία και οι οποίες δεν θα είχαν αφήσει την κατάσταση να φτάσει στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Όλα τα παραπάνω, αλλά κυρίως η εγκληματική τους αδιαφορία, είχαν ως συνέπεια να βρεθούμε στη δυσάρεστη θέση στο λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης να μη λειτουργεί καμία λιγνιτική μονάδα! Η αδιαφορία και η ανικανότητα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ οδήγησαν στο κλείσιμο των μονάδων 3 και 4 στη Μεγαλόπολη…εμείς τις ξανανοίξαμε!
Τώρα κάναμε το πρώτο βήμα για να αποτρέψουμε μια οικονομική, εργασιακή και τελικά εθνική τραγωδία που θα ήταν η κατάρρευση της ΔΕΗ. Δεν θα μείνουμε όμως σ’ αυτό. Θα κάνουμε ότι περνά από το χέρι μας, ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τις αρνητικές συνέπειες και να πετύχουμε τα μέγιστα δυνατά οφέλη στο μέλλον. Και θα το κάνουμε χωρίς ίχνος λαϊκισμού κοιτώντας στα μάτια τους συμπατριώτες μας, όπως τουλάχιστον εγώ πάντα έκανα.
Προσωπικά ήμουν διαχρονικά δίπλα σε όλους τους Αρκάδες αλλά και ιδιαίτερα τους Μεγαλοπολίτες, καθώς με τη Μεγαλόπολη με συνδέουν δεσμοί ιδιαίτεροι και ισχυροί λόγω αφενός της μητρικής μου καταγωγής και αφετέρου γιατί στον τόπο αυτό έκανα τα πρώτα μου βήματα ως ιατρός. Για το λόγο αυτό έκανα ότι μπορούσα σε συνεργασία με τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΔΕΗ, Γιώργο Στάσση, αλλά και τον Υπουργό Περιβάλλοντος & Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη, τον Υφυπουργό του Γεράσιμο Θωμά αλλά και τον Διευθύνοντα Σϋμβουλο της Λιγνιτικής Μεγαλόπολης κ. Γίδη, ώστε να επαναλειτουργήσουν άμεσα οι μονάδες στη Μεγαλόπολη. Με αίσθημα ευθύνης απέναντι στους συμπατριώτες μου και αληθινή αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα μου θα συνεχίσω τις προσπάθειές μου, ώστε να κάνουμε το καλύτερο δυνατό για την Μεγαλόπολη τόσο σήμερα όσο και για το μέλλον και τη μεταλιγνιτική φάση, στην οποία θα εισέλθει.
Δεν θα σταματήσω να προσπαθώ εντός κι εκτός βουλής προκειμένου η Μεγαλόπολη να κερδίσει το στοίχημα της επόμενης μέρας, προκειμένου να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας του τακτικού προσωπικού, προκειμένου να διεκδικήσουμε μια επέκταση του χρόνου λειτουργίας της μονάδας 3 πέραν του 2020, προκειμένου να διατηρηθεί η τηλεθέρμανση, προκειμένου η Αρκαδία να παραμείνει το 2ο ενεργειακό κέντρο της χώρας και μετά το 2028 με τη δημιουργία μονάδας φυσικού αερίου αλλά και την κατασκευή φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων, προκειμένου να υπάρχει μέριμνα και δουλειές σε για όσους σήμερα εργάζονται εποχικά στη ΔΕΗ ή μέσω εργολάβων. Με δεδομένες τις συνθήκες που διαμορφώνει η κλιματική αλλαγή αλλά και με γνώμονα την ευαισθησία της Νέας Δημοκρατίας και πρωτίστως του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σε περιβαλλοντικά ζητήματα, θα ληφθούν οι αναγκαίες πρωτοβουλίες ώστε ΝΑΙ, η Μεγαλόπολη να αποτελέσει έναν πόλο καινοτομίας και ανάπτυξης με επενδύσεις που θα φέρουν νέες θέσεις εργασίας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αξιοποιηθεί το λεκανοπέδιο της Μεγαλόπολης, με τη δημιουργία πάρκων, με την προώθηση καλλιεργειών, με την ανάπτυξη του θεματικού τουρισμού αλλά και με την ανάπτυξη διαφόρων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, πάντα με σεβασμό στο περιβάλλον αλλά και στην υγεία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της.
Ο ενεργειακός προσανατολισμός της χώρας, αλλά και η επόμενη ημέρα για τη Μεγαλόπολη, οφείλουν να αποτελέσουν μέρος ενός εθνικού στρατηγικού ενεργειακού σχεδίου, που θα αξιοποιήσει όλα τα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε.
Οι ευθύνες όλων μας είναι πολλές και μέσα από συνεργασία θα πετύχουμε απομονώνοντας τις φωνές του λαϊκισμού και των μικροπολιτικών συμφερόντων.