Για την προσπάθεια να εξοικειώσει τον κόσμο με το σύγχρονο χορό, τη μόδα της εποχής των σταρ χορογράφων και το μεγαλύτερο ρίσκο που έχει πάρει
«Μη γελιόμαστε, κανένας δε βγάζει λεφτά από τις παραστάσεις»
Στο επίκεντρο της δραστηριότητάς της η έρευνα της ανθρώπινης κίνησης, φυσικά και φιλοσοφικά. Όταν κατέθεσε πρόταση ως υποψήφια για την καλλιτεχνική διεύθυνση του φεστιβάλ Καλαμάτας εξεπλάγησαν πολλοί. Για τη Λίντα Καπετανέα, το Φεστιβάλ της Καλαμάτας είναι ένας ακόμα στίβος, ένας στόχος για να μπορέσει να κάνει το κοινό που δε θα πλήρωνε ποτέ εισιτήριο για να δει σύγχρονο χορό, να συνδέσει τον κάτοικο και τον επισκέπτη της Καλαμάτας με τη μαγεία της τέχνης που υπηρετεί. «Η απόφαση να αναλάβω το Φεστιβάλ», λέει η Λίντα Καπετανέα, «ήρθε πολύ ομαλά σε μια στιγμή που το ήθελα πολύ. Όταν παραιτήθηκε η Κατερίνα Κασιούμη σκέφτηκα να στείλω το βιογραφικό μου γιατί δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι αυτό το φεστιβάλ θα είναι στον αέρα. Το πρόβλημα ήταν να καταφέρω να το συνδυάσω με αυτά που κάνω γιατί δεν ήθελα ούτε να σταματήσω να χορεύω ούτε να χορογραφώ», λέει η Λίντα Καπετανέα, λίγες μέρες πριν εγκατασταθεί για την προετοιμασία του Φεστιβάλ στην Καλαμάτα.
Ο συνδυασμός αυτός πώς σας φαίνεται σήμερα;
Έχω μια πολύ καλή ομάδα, το πρόγραμμα το ετοιμάσαμε στα τέλη Δεκεμβρίου, έχουμε μεγάλη ένταση, υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν ξέρω στα οργανωτικά, αλλά δουλεύουμε σκληρά και εύχομαι να πάει καλά και να συνεχίσω και τα επόμενα χρόνια.
Η περίοδος προετοιμασίας ξέρω πως είναι πάντα δύσκολη για εσάς ακόμα και όταν ετοιμάζετε ένα καινούργιο έργο. Ισχύει και για εδώ αυτό;
Αυτό είναι αλήθεια. Στις πρόβες περνάω πολύ άσχημα, με μεγάλες αγωνίες και άγχος και νεύρα, υποφέρω. Αλλά αυτός ο πόνος είναι κάτι καλό, δείχνει ότι είμαι ζωντανή.
Και η καλύτερη περίοδος όταν ετοιμάζετε μια δουλειά;
Όταν τελικά καταλαβαίνω αυτό που ήθελα να κάνω. Και αυτό συμβαίνει μόνο όταν κάνω την παράσταση. Όταν δω την αλληλεπίδραση με το κοινό. Οτιδήποτε έχει συμβεί πριν είναι κάτι άλλο. Αυτός είναι ο λόγος που πιστεύω πως μια παράσταση πρέπει να παίζεται πολλές φορές, τότε εξελίσσεται, τότε «ξεκινάει». Δεν υπάρχει το «έκανα την πρεμιέρα και τέλος, αυτό είναι».
Πόσο σε επηρεάζει αυτή η σχέση της παράστασης με το κοινό;
Πολύ. Γι’ αυτό και αλλάζουμε τα έργα μας. Μας επηρεάζει κυρίως η αίσθηση που έχουμε από τους θεατές, από τα συναισθήματά τους, τη χαρά, το γέλιο τη συγκίνηση. Αυτά φυσικά δημιουργούνται μόνο με την επανάληψη των παραστάσεων. Γι’ αυτό και θα ήθελα πολύ να κάνω ένα έργο για μια ολόκληρη σεζόν, να χορεύω τέσσερις φορές την εβδομάδα. Είναι καταπληκτικό για τον χορευτή να αλλάζει και εκείνος επί σκηνής. Εγώ προσωπικά από μια πρεμιέρα και δυο-τρεις παραστάσεις δεν μπορώ να καταλάβω τίποτα από αυτό που μου συμβαίνει, μόνο το στρες έχω να θυμάμαι. Αλλά δυστυχώς δε γίνεται να κάνεις παραγωγή, για μια σεζόν θα σε πνίξουν τα οικονομικά προβλήματα. Οπότε είσαι σε αδιέξοδο πρωτίστως οικονομικό που επηρεάζει και το δημιουργικό σου κομμάτι. Μη γελιόμαστε, κανένας δε βγάζει λεφτά από τις παραστάσεις, μπορεί να βγάλει αργότερα αν κάνει περιοδεία για παράδειγμα.
«Οι δικές μας παραστάσεις σε χτυπάνε στο στομάχι, πρέπει να συνδεθείς, να σου μιλήσει το θέαμα»
Εσείς πως μπορείτε να συντηρείτε την ομάδα σας;
Οι RootlessRoot είναι μια δομή που υποστηρίζει το όραμα και τις δημιουργικές μας ιδέες και για να συμβεί αυτό δουλεύουμε πολύ με την καλλιτεχνική μας μέθοδο, το Fighting Monkey. Τα σεμινάρια που κάνουμε τα πιστεύουμε πολύ και παίρνουμε το ίδιο ρίσκο σε αυτά, που παίρνουμε και στις παραστάσεις μας, γιατί ποτέ δε λέμε «θα κάνουμε κάτι που αρέσει στο κοινό». Τα σεμινάρια δεν είναι μόνο μια δουλειά που μας συντηρεί, είναι ένα καλλιτεχνικό έργο, αδιαμεσολάβητο, με ένα μεγάλο δημιουργικό κομμάτι που δεν υπακούει σε μόδες, δε δεσμεύεται. Εμείς έχουμε ανοίξει τα σεμινάριά μας, έτσι ώστε να μην παίρνουν μέρος μόνο χορευτές, αλλά και αθλητές διάσημοι, φυσιοθεραπευτές, άνθρωποι που φτάνουν από όλο τον κόσμο. Είναι συνέχεια sold-out και αυτό είναι κάτι συναρπαστικό για εμάς γιατί είναι μια δημιουργία που δεν εξαρτάται από τρίτους, από αυτούς που προγραμματίζουν παραστάσεις.
Αν σας ζητούσα να μου πείτε αυτό που χαρακτηρίζει τις παραστάσεις σας ποιο πράγμα θα ήταν;
Οι δικές μας παραστάσεις σε χτυπάνε στο στομάχι, πρέπει να συνδεθείς, να σου μιλήσει το θέαμα. Αυτό ζητάμε και αυτό είναι ένα μέρος του ρίσκου μας, γιατί ξέρουμε ότι μπορεί να μην αρέσουν στο κοινό αυτά που παρουσιάζουμε, αλλά τολμάμε.
Και το κριτήριο με το οποίο διαλέξατε τις παραστάσεις του Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας ποιο ήταν;
Όταν ανέλαβα το φεστιβάλ, έβαλα ένα χαρτί μπροστά μου και έγραψα τις παραστάσεις που μου έχουν δημιουργήσει αυτό το συναίσθημα. Κυρίως παραστάσεις που έχω δει και με άγγιξε ο ερμηνευτής. Ξέρετε, σήμερα, σε πολλές παραστάσεις κοιτάμε το έργο του χορογράφου, οι ερμηνευτές είναι απρόσωποι.
Εννοείτε ότι διανύουμε την εποχή των σταρ χορογράφων; Έτσι δε συμβαίνει εδώ και χρόνια;
Ναι, αυτό συμβαίνει, αλλά εγώ θα ήθελα να λέμε «πάμε να δούμε αυτό το χορευτή» ή «θέλω να δω ποιοι χορεύουν». Εννοώ ότι τα τελευταία χρόνια όλο και σπανιότερα, κυρίως λόγω της τάσης που επικρατεί στο χορό, βλέπουμε περφόρμερς. Απλώς βλέπεις κάποιον που πραγματοποιεί μόνο την παρτιτούρα του χορογράφου. Εγώ θέλω να βλέπω το χορό σαν μια τζαζ συναυλία, να μπορεί ο καθένας να κάνει και το σόλο του, τον αυτοσχεδιασμό του.
Εκτός από την τάση υπάρχει άλλη ερμηνεία για αυτή «τη μόδα της εποχής;»
Κατά τη γνώμη μου αυτό συμβαίνει -και το λέω γιατί διδάσκω σε πολλά πανεπιστήμια χορού- γιατί στις διοικητικές θέσεις είναι άνθρωποι που δεν έχουν χορέψει πολύ στη ζωή τους και δε λέω ότι πρέπει να είναι χορευτές υποχρεωτικά. Αν αυτοί που βρίσκονται σε αυτές τις θέσεις, δεν αγαπούν να βλέπουν πολύ χορό, το σχολείο ή το πανεπιστήμιο θα ακολουθήσει αυτό το σύστημα. Υπάρχει και αυτό και μάλλον επικρατεί σήμερα να μιλούν για το χορό περισσότερο από όσο να χορεύουν. Δηλαδή να μη βγάλουν φουσκάλα στα πόδια οι χορευτές. Και βλέπεις ότι τα μαθήματα, το πρόγραμμα, είναι δυο ώρες χορός και πέντε θεωρία. Αυτά τα παιδιά θα αποφοιτήσουν και θα χορογραφήσουν και αν δεν έχουν κινηθεί η χορογραφία τους δε μπορεί να είναι κινητική. Διαμορφώνεται ένα νέο κύμα αλλά ο χρόνος μόνο θα δείξει αν είναι σωστό.
Αυτό εξηγεί κάπως σήμερα και το ότι ο χορός δεν κάνει πολλά εισιτήρια όπως παλιότερα;
Το ότι δεν υπάρχουν εισιτήρια στο χορό, εν πολλοίς οφείλεται στο ότι το κοινό δε βλέπει χορό. Όμως αυτή είναι η μόδα και εγώ αναρωτιέμαι αν πρέπει να την ακολουθήσουμε. Αλλά είναι κάτι με το οποίο δε συμφωνώ. Νομίζω, όταν ο κόσμος δε βλέπει πολύ χορό στη σκηνή αυτό δημιουργεί κενά, ένα πιο «τεμπέλικο» κοινό. Αλλά πιστεύω ότι το ρεύμα θα αλλάξει μελλοντικά, τίποτα δε μένει το ίδιο. Και φυσικά για να μην παρεξηγηθώ δεν είμαι άνθρωπος που θέλω να κάνω χίλιες κινήσεις επάνω στην σκηνή αλλά να έχει ένα βάθος η εργασία μου.
«Το πρώτο που ήθελα να κάνω ήταν να βάλω μια σκηνή στην κεντρική πλατεία για να εξοικειωθεί ο κόσμος με το σύγχρονο χορό»
Θέλετε να μου πείτε τι σκεφτήκατε να φέρετε στο φεστιβάλ για τους νέους;
Οι νέοι άνθρωποι θέλω να ξέρετε είναι πάντα η πρώτη μου σκέψη. Σκέφτηκα να φέρω καλλιτέχνες που τα νέα παιδιά να τους δουν και να θελήσουν να γίνουν σαν αυτούς. Να εμπνευστούν από αυτούς. Για μένα το φεστιβάλ είναι σαν ένα μικρό σχολείο 10 ημερών που φιλοδοξώ να το περιμένουν για να εμπνευστούν και να ξεκινήσουν την επόμενη χρονιά. Ειλικρινά θα ήθελα να μπορούν να μάθουν περισσότερα μέσα στο δεκαήμερο από όσα μέσα σε μια χρονιά. Να δουν τον Βαντεκέιμπους και τον Γιόζεφ Νατζ αλλά και ομάδες που να δοκιμάζουν τις δυνατότητες του σώματος. Και αυτό γιατί πιστεύω ότι ο χορευτής δεν πρέπει να είναι «ασφαλής», πρέπει να ρισκάρει επάνω στη σκηνή και να μην ακολουθεί μια συνταγή, διαρκώς την ίδια για να πουλήσει. Η τέχνη χάνει έτσι το ενδιαφέρον της και για τον καλλιτέχνη και για το κοινό.
Σε επίπεδο προσωπικό ποια είναι η εποχή που έχεις πάρει το μεγαλύτερο ρίσκο;
Όταν αποφασίσαμε με τον Γιόζεφ να φύγουμε από την Ultima Vez. Όλοι οι χορευτές μου έλεγαν «μα είσαι καλά τι πας να κάνεις;». Εγώ όμως έπρεπε να φύγω και να φύγω με χαμόγελο, να μην έχω βαρεθεί τη φάση που βρισκόμουν, παρόλο που ήμουνα η αγαπημένη χορεύτρια του Βαντεκέιμπους. Εγώ ένιωθα ότι είχα τελειώσει με αυτή την περίοδο στη Δυτική Ευρώπη και έτσι ήρθαμε εδώ και κάναμε την ομάδα μας.
Θέλετε να μου πείτε τι είναι αυτό που σας ενθουσιάζει περισσότερο από το φετινό πρόγραμμα της Καλαμάτας;
Το πρώτο που ήθελα να κάνω ήταν να βάλω μια σκηνή στην κεντρική πλατεία για να εξοικειωθεί ο κόσμος με το σύγχρονο χορό, για μένα αυτό είναι κάτι πολύ βασικό. Ξέρω και πιστεύω ότι και στο εξωτερικό και εδώ υπάρχει κόσμος που δεν έχει ιδέα τι είναι ο σύγχρονος χορός, το αντιμετωπίζει σαν κάτι αφηρημένο, άγνωστο. Κάτι για το οποίο δεν αξίζει να αγοράσει εισιτήριο. Σκέφτηκα να επενδύσω με αυτό τον τρόπο, να δουν σύγχρονο χορό στην πλατεία, να έρθουν με αυτό τον τρόπο σε πρώτη επαφή. Πιστεύω ότι μόνο έτσι θα καταφέρουμε να έχουμε νέο κοινό. Οπότε κάθε απόγευμα στην κεντρική πλατεία της Καλαμάτας θα χορεύει ένας από τους καλεσμένους και θέλω να τονίσω ότι αυτό είναι μια πρόκληση που και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες πραγματοποιούν με ενθουσιασμό. Γιατί πιστεύουν και αυτοί όπως εγώ πως έτσι δημιουργείται μια αναμονή. Εγώ έχω χορέψει σε street φεστιβάλ και ξέρω τι είναι να είναι μια πλατεία γεμάτη κόσμο και να περιμένει τους χορευτές να βγουν στη σκηνή, αυτή την ενέργεια θέλω να δημιουργήσω. Γιατί ας μη ξεχνάμε ότι από τη σκηνή του street dance έχουμε επηρεαστεί όλοι χορευτές τα τελευταία χρόνια.
Ας μιλήσουμε για το αποτύπωμα που θέλετε να έχει το Φεστιβάλ.
Πρώτα απ’ όλα θέλω να περιμένουν όλοι το καλοκαίρι για να δούνε χορό στην Καλαμάτα και αυτό να είναι μια πηγή έμπνευσης για τους νέους χορευτές αλλά και ένας τρόπος έκφρασης για τους νέους χορευτές και τους νέους δημιουργούς. Να δημιουργηθούν όχι μόνο καινούργιες εικόνες αλλά και καινούργιες ιδέες. Αυτές οι ιδέες πιστεύω θα βγάλουν τις προσωπικότητες του χορού και όχι μόνο ρομπότ που εκτελούν μια χορογραφική κίνηση.
Θα ήθελα να μου πείτε κάτι προσωπικό, τι θέλετε όταν ανεβαίνετε στη σκηνή και χορεύετε;
Όταν ανέβω στη σκηνή θέλω να με κοιτάνε όλοι, είμαι εγωίστρια, θέλω να με ερωτευθούν όλοι και θέλω και οι διπλανοί μου χορευτές να σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο. Θέλω το κοινό να έχει καρφωμένα τα μάτια του επάνω μου. Νομίζω πως μόνο τότε μπορούμε να μιλήσουμε για μια πετυχημένη παράσταση. Ακόμα και το να στέκεσαι στη σκηνή ακίνητος είναι το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου, αλλά και το πιο μαγνητικό συγχρόνως και θέλει πολλή περισσότερη δουλειά από όσο πολλές φορές μια χορογραφία για να το καταφέρεις.
—
πηγή: eculture.gr