Το μπικίνι συμπλήρωσε 75 χρόνια ζωής και το Magazine παρουσιάζει την ιστορία και την εξέλιξή του. Τα αρχαία ψηφιδωτά, τα “κρινολίνα” του 19ου αιώνα, η “μονομαχία” Χάιμ και Ρεάρ, το ταμπού του αφαλού, ο αρχικός ενθουσιασμός και οι αντιδράσεις που ακολούθησαν, το “new look” του Ντιόρ, η “απενοχοποίηση” από τις μεγάλες σταρ και ο τελικός θρίαμβος του μαγιό deux-piéces.
Το ημερολόγιο έδειχνε 3 Ιουνίου του 1946, όταν ο Γάλλος σχεδιαστής μόδας, Ζακ Χάιμ, παρουσίασε στο Παρίσι ένα καινούργιο μαγιό για γυναίκες, το οποίο ονόμασε “atome”. Το μαγιό αποτελούσαν δυο κομμάτια και το “άτομο” παρέπεμπε στο μικρό μέγεθός του, κάνοντας σύγκριση με το μικρότερο – τότε – γνωστό σωματίδιο της ύλης. Ο Χάιμ διαφήμισε τη νέα του δημιουργία ως “το πιο μικροσκοπικό μαγιό στον κόσμο”. Παρά το γεγονός ότι πράγματι ήταν μικρότερο από τα επίσης δυο τεμαχίων μαγιό της δεκαετίας του ’30, συνέχιζε παρόλα αυτά να καλύπτει τον αφαλό, σημείο “ταμπού” για την εποχή. Πάντως ο Χάιμ ήταν ο πρώτος που μείωσε κατά πολύ και “τριγωνοποίησε” το ύφασμα στο κάτω μέρος, αφήνοντας μια και καλή πίσω του την παράδοση που ήθελε τις γυναίκες να φορούν πραγματικές βράκες για να μπουν στη θάλασσα.
Παρά το γεγονός όμως ότι ήταν ο Χάιμ εκείνος που παρουσίασε πρώτος το καινούργιο μαγιό που θα εξελισσόταν στην απόλυτη μόδα της γυναικείας ένδυσης στην παραλία, δεν πήρε ο ίδιος τα εύσημα, ούτε καρπώθηκε τη δόξα. Και αυτό γιατί έναν μήνα μετά, στις 5 Ιουλίου του 1946, ένας άλλος Γάλλος σχεδιαστής μόδας, ο Λουί Ρεάρ, παρουσίασε στο Παρίσι τη δική του δημιουργία, τολμώντας το αδιανόητο, να αφήσει δηλαδή για πρώτη φορά στην ιστορία τον γυναικείο αφαλό εκτεθειμένο στην κοινή θέα! Η αλήθεια είναι πως το σχέδιο του Ρεάρ ήταν απίστευτα τολμηρό για την εποχή του και απόδειξη αυτού είναι το γεγονός ότι κανένα από τα μοντέλα δε δέχτηκε να το φορέσει στην πασαρέλα, φοβούμενα όλα τις αντιδράσεις του κόσμου.
Η ΡΕΛΑΝΣ ΤΟΥ ΡΕΑΡ ΣΤΟΝ ΧΑΪΜ
Ο Ρεάρ είχε παρατηρήσει ότι οι γυναίκες στις πλαζ μάζευαν το ύφασμα από το πάνω και το κάτω μέρος του μαγιό τους, για να πετύχουν καλύτερο μαύρισμα. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να τις απαλλάξει από “περιττές” κινήσεις, “τριγωνοποίησε” ακόμα περισσότερο το κάτω ύφασμα, το κατέβασε κάτω από τον αφαλό και ένωσε το μπροστά και το πίσω τρίγωνο με ένα κορδόνι! Με τον ίδιο τρόπο ελαχιστοποίησε το ύφασμα και στα δυο πάνω τρίγωνα που κάλυπταν το στήθος, τα οποία επίσης δένονταν με κορδόνια πίσω από τον λαιμό και στην πλάτη. Το πρόβλημα του Ρεάρ ήταν ότι μόλις τέσσερις ημέρες νωρίτερα, την 1η Ιουλίου, είχε πραγματοποιηθεί από τις ΗΠΑ η πρώτη θερμοπυρηνική έκρηξη στην ατόλη Μπικίνι των Νήσων Μάρσαλ στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Όπως ήταν φυσικό, ο παγκόσμιος Τύπος αφιέρωνε εκτενή ρεπορτάζ στο γεγονός, το ίδιο και οι γαλλικές εφημερίδες και ο Ρεάρ φοβόταν ότι το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ θα επισκίαζε τη δική του επαναστατική παρουσίαση. Έλυσε όμως το πρόβλημα με τον πλέον έξυπνο τρόπο, ονομάζοντας το νέο του δημιούργημα “μπικίνι”, με την ελπίδα ότι η δημοσιότητα της ατόλης θα “συμπαρέσυρε” μαζί της και το δικό του προϊόν! Στη συνέχεια κλήθηκε να ξεπεράσει και το άλλο εμπόδιο, ότι δηλαδή δεν έβρισκε μανεκέν για να επιδείξει το νέο του μαγιό. Ήρθε σε επαφή με την Μισελίν Μπερναρντινί, χορεύτρια και στρίπερ στο “Casino de Paris”, ένα από τα γνωστότερα μιούζικ-χολ της γαλλικής πρωτεύουσας και την έπεισε να φωτογραφηθεί φορώντας το μπικίνι.
Η “ΑΤΟΜΙΚΗ ΒΟΜΒΑ” ΤΟΥ ΜΠΙΚΙΝΙ
Η φωτογράφηση πραγματοποιήθηκε στην “Piscine Molitor”, μια δημοφιλέστατη παριζιάνικη πισίνα της εποχής, με την Μισελίν να ποζάρει φορώντας το τολμηρό μπικίνι, σχεδιασμένο με μοτίβα τύπου εφημερίδας. Η 18χρονη στρίπερ κρατούσε στο ένα της χέρι, επιδεικνύοντάς το, ένα μικρό κουτάκι μεγέθους πέντε επί πέντε εκατοστών, μέσα στο οποίο, σύμφωνα με τη λεζάντα, χωρούσε όλο το μαγιό. Αμέσως μετά, ο Ρεάρ παρουσίασε το μπικίνι σε συνέντευξη Τύπου, λέγοντας ότι είχε χρησιμοποιήσει μόλις 194 τετραγωνικά εκατοστά υφάσματος για να το φτιάξει και το χαρακτήρισε ως “μικρότερο από το πιο μικροσκοπικό μαγιό στον κόσμο”, σε ευθεία αναφορά στη δημιουργία του συναδέλφου του, Ζακ Χάιμ.
Στη διάρκεια της παρουσίασης, ο Ρεάρ είπε στους συγκεντρωμένους δημοσιογράφους ότι “όπως η – ατομική – βόμβα, έτσι και το μπικίνι είναι μικρό και καταστροφικό”. Την επομένη, η πασίγνωστη συντάκτρια μόδας, Νταϊάνα Βρίλαντ, έγραψε στη στήλη της στο Harper’s Bazaar, ότι “το μπικίνι είναι το πιο σημαντικό πράγμα μετά την ατομική βόμβα”! Και ακολούθησε ένας πραγματικός χαμός. Φωτογραφίες της Μπερναρντινί και ρεπορτάζ σχετικά με την παρουσίαση του νέου μαγιό, δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά όλης της υφηλίου. Η International Herald Tribune έγραψε εννιά άρθρα για το μπικίνι, ενώ η Μισελίν έλαβε περισσότερες από 50.000 επιστολές τόσο από γυναίκες, όσο και από άντρες, που δήλωναν εντυπωσιασμένοι!
Η Le Figaro στήριξε το νέο προϊόν με τα εξής λόγια: “Ο κόσμος λαχταρούσε τις απλές απολαύσεις της θάλασσας και του ήλιου. Για τις γυναίκες, το να φοράνε μπικίνι, σηματοδότησε ένα είδος δεύτερης απελευθέρωσης. Δεν υπήρχε τίποτα το σεξουαλικό σε όλο αυτό. Αντίθετα, ήταν ένας εορτασμός της ελευθερίας και μια επιστροφή στις χαρές της ζωής”. Τελικά, το “άτομο” του Χάιμ, αν και πρωτοποριακό, θέλησε να διατηρήσει την αίσθηση της ευπρέπειας της δεκαετίας του ’40, όμως ήταν το σχέδιο του Ρεάρ, εκείνο που τράβηξε την προσοχή του κόσμου. Μπορεί το μαγιό του Χάιμ να ήταν εκείνο που πρωτοφορέθηκε στις παραλίες και πούλησε περισσότερο τα πρώτα χρόνια, αλλά σε βάθος χρόνου, αυτό που επικράτησε ήταν το μπικίνι.
Ο Ρεάρ πάντως, ήταν εξαιρετικός τόσο στην προώθηση όσο και στο μάρκετινγκ της δημιουργίας του. Όταν άρχισαν να εμφανίζονται στο εμπόριο οι πρώτες απομιμήσεις, είχε γυρίσει μια διαφήμιση, στην οποία “προειδοποιούσε” τους καταναλωτές πως ένα μαγιό μπορεί να είναι γνήσιο μπικίνι, μόνο αν περνάει μέσα από ένα γαμήλιο δαχτυλίδι! Να πούμε εδώ ότι τα πρώτα μπικίνι του Ρεάρ ήταν είτε βαμβακερά, είτε κατασκευασμένα από ζέρσεϊ. Το θέμα ήταν, ότι παρά την αρχική επιτυχία που γνώρισαν στη Γαλλία, οι γυναίκες στον υπόλοιπο κόσμο συνέχισαν να προτιμούν τα ολόσωμα μαγιό. Ακόμα και ο ίδιος ο Ρεάρ, όταν είδε τις πωλήσεις των μπικίνι να πέφτουν, επέστρεψε στον σχεδιασμό και τη διάθεση παραδοσιακών πλεκτών ρούχων.
ΤΟ ΜΠΙΚΙΝΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Πριν όμως δούμε πώς εξελίχθηκε το μπικίνι στις επόμενες δεκαετίες, ας κάνουμε πρώτα ένα άλμα πίσω στον χρόνο, για να βρούμε τις ρίζες του κάπου στην αρχαιότητα. Θα πρέπει να πάμε στη Χαλκολιθική Περίοδο, στο 5.600 π.Χ. και στο Τσαταλχογιούκ, έναν από τους αρχαιότερους και σημαντικότερους νεολιθικούς οικισμούς της Μικράς Ασίας, που βρίσκεται στη σημερινή νότια Τουρκία, κοντά στο Ικόνιο. Εκεί έχει βρεθεί ένα πήλινο ειδώλιο (άγαλμα) της θεάς της γονιμότητας, η οποία κάθεται στον θρόνο της, ανάμεσα σε δυο λεοπαρδάλεις, φορώντας κάτι που μοιάζει με μπικίνι. Το πιο χαρακτηριστικό δείγμα, πάντως, του μαγιό deux-piéces (δυο τεμαχίων) στην αρχαιότητα, συναντάται στη Villa Romana del Casale, κοντά στην πόλη Πιάτσα Αρμερίνα της Σικελίας.
Σε αυτή τη ρωμαϊκή έπαυλη, ο Ιταλός αρχαιολόγος Τζίνο Βινίτσιο Τζεντίλι, ανακάλυψε το 1960 ένα ψηφιδωτό στο δάπεδο ενός δωματίου, γνωστού πλέον ως “αίθουσα των δέκα κορασίδων” (κάποιοι το αποκαλούν και “η στέψη του νικητή”). Σε αυτό το ψηφιδωτό απεικονίζονται νεαρές γυναίκες που ανταγωνίζονται σε αθλήματα όπως η άρση βαρών, η δισκοβολία, το τρέξιμο και κάποιο παιχνίδι με μπάλα. Κάτω αριστερά, μια γυναίκα που φοράει τήβεννο, κρατάει τα τρόπαια της νίκης (ένα στεφάνι και ένα κλαδί φοίνικα), ενώ στο κέντρο του μωσαϊκού, εμφανίζεται στεφανωμένη η νικήτρια. Αυτό όμως που τραβάει περισσότερο την προσοχή, είναι ότι όλες οι κοπέλες φορούν ένδυμα δυο τεμαχίων, που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τα σημερινά μπικίνι.
ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΑΚΕΣ ΣΤΑ “ANNETTE KELLERMANNS”
Εκτός από τα “Bikini girls”, όπως είναι γνωστό σήμερα το ψηφιδωτό της Βίλα Ρομάνα ντελ Καζάλε, με ανάλογη ενδυμασία έχουν βρεθεί και τρεις απεικονίσεις της θεάς Αφροδίτης σε διαφορετικά σημεία της Πομπηίας. Ας αφήσουμε όμως την αρχαιότητα, για να επιστρέψουμε στον 20ο αιώνα και την εξέλιξη που είχε το γυναικείο μαγιό μέχρι την εμφάνιση του μπικίνι, αφού μέχρι τότε, η “χριστιανική Δύση” δεν ενθάρρυνε το κολύμπι – ή το μπάνιο – σε εξωτερικούς χώρους, οπότε δεν είχε προκύψει και η ανάγκη για τη δημιουργία ανάλογης ένδυσης. Για τις τολμηρές που παρόλα αυτά ήθελαν να κάνουν τη βουτιά τους στη θάλασσα, ο 18ος και ο 19ος αιώνας “επέβαλλαν” ένα μακρύ φόρεμα μέχρι τους αστραγάλους, φυσικά με μακριά μανίκια, το οποίο συνήθως ήταν μάλλινο!
Στις αρχές του 20ου αιώνα, η μόδα είχε διαφοροποιηθεί κάπως και οι γυναίκες κολυμβήτριες φορούσαν πλέον έναν συνδυασμό από δυσκίνητα φορέματα πάνω και μακριά παντελόνια κάτω, είτε μάλλινα, είτε φανελένια, τα οποία όταν έρχονταν σε επαφή με το νερό, γίνονταν τόσο βαριά, ώστε πολλές λουόμενες μοιραία πήγαιναν στον πάτο και πνίγονταν. Η Αυστραλέζα Ανέτ Κέλερμαν, επαγγελματίας κολυμβήτρια (και αργότερα σταρ του θεάτρου βοντβίλ και του κινηματογράφου, αλλά και συγγραφέας), ήταν εκείνη που στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1900, λανσάρισε το πρώτο ολόσωμο μαγιό, με ενιαίο ύφασμα, χωρίς μανίκια, που ξεκινούσε από τον λαιμό (λίγα χρόνια μετά η Κέλερμαν εμφάνισε και το πρώτο ντεκολτέ), κατέληγε στους αστραγάλους και θύμιζε πολύ τα σημερινά αγωνιστικά κολάν μαγιό των κολυμβητριών.
Η ίδια είχε καταγγείλει ότι το 1907 είχε συλληφθεί στην παραλία Revere Beach της Βοστόνης στις ΗΠΑ, για δημόσια απρέπεια, όμως δεν υπάρχουν αποδείξεις στα αρχεία της τοπικής αστυνομίας και λέγεται ότι η Κέλερμαν είχε επινοήσει όλη την ιστορία, για λόγους δημοσιότητας. Το σίγουρο είναι ότι μέχρι το 1910, σε αρκετά μέρη της Ευρώπης, οι γυναίκες είχαν υιοθετήσει το ολόσωμο μαγιό της και η επιτυχία ήταν τέτοια, ώστε η Κέλερμαν δημιούργησε τη δική της σειρά με γυναικεία ένδυση για τη θάλασσα. Τα “Annette Kellermanns”, όπως ήταν γνωστά, υπήρξαν το πρώτο σημαντικό βήμα προς τα μοντέρνα γυναικεία μαγιό. Το 1913, ο Αμερικανός σχεδιαστής Καρλ Τζάντσεν, σχεδίασε το πρώτο μαγιό δυο τεμαχίων.
Ο Τζάντσεν, εμπνευσμένος από την πρώτη συμμετοχή των γυναικών στο κολυμβητικό ολυμπιακό πρόγραμμα (Στοκχόλμη, 1912), παρουσίασε ένα μαγιό με ένα φαρδύ σορτς στο κάτω μέρος και ένα τοπ στο επάνω, εξαφανίζοντας τελείως τα μανίκια. Στις δεκαετίες του ’20 και του ’30, ξεκίνησε η μόδα της ηλιοθεραπείας, με τις οργανωμένες πλαζ και τα ιαματικά λουτρά να έρχονται στο προσκήνιο και τους σχεδιαστές των γυναικείων μαγιό να δίνουν πλέον μεγάλη προσοχή στις λεπτομέρειες και στη διακόσμηση. Το ρεγιόν (τεχνητό μετάξι) χρησιμοποιήθηκε ως υλικό τη δεκαετία του ’20, όμως αποδείχτηκε προβληματικό και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε πρώτα με το ζέρσεϊ και από τη δεκαετία του ’30, με το λάτεξ και το νάιλον.
ΤΟ “MIDRIFF EXPOSURE” ΚΑΙ Ο ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΣ ΑΦΑΛΟΣ
Τα μαγιό του μεσοπολέμου είχαν ήδη γίνει εφαρμοστά, αλλά και με χαμηλωμένη πλάτη. Τα μανίκια είχαν αφαιρεθεί δια παντός και έκαναν την εμφάνισή τους οι τιράντες στους ώμους (που με τη σειρά τους έφεραν και τα πρώτα ντεκολτέ), οι οποίες διευκόλυναν την ηλιοθεραπεία, αφού μπορούσαν να μετακινηθούν προς τα κάτω ή προς τα πλάγια, για καλύτερο μαύρισμα. Ήδη από τη δεκαετία του ’30, όπως και σε αυτή του ’40, η γυναικεία κοιλιά άρχισε να μένει όλο και περισσότερο εκτεθειμένη στην κοινή θέα, με τα μαγιό να χαμηλώνουν συνεχώς, βάζοντας όμως “φρένο” πάνω από τον αφαλό, που όπως αναφέραμε και στην αρχή του κειμένου, αποτελούσε σημείο ταμπού για την εποχή, ήταν το απόλυτο “όριο” για τους σχεδιαστές.
Κάτι που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην αύξηση της δημοφιλίας των μαγιό deux-piéces, ήταν οι μεγάλες σταρ της εποχής που τα φόρεσαν στις κινηματογραφικές ταινίες, με αποτέλεσμα να γίνουν η “ζωντανή” διαφήμιση της νέας τάσης. Η πρώτη που εμφανίστηκε φορώντας τέτοιο μαγιό – και με σκανδαλιστικά μεγάλο μέρος της κοιλιάς της γυμνό – ήταν η Μεξικάνα ηθοποιός Ντολόρες ντελ Ρίο στο φιλμ “Flying down to Rio” του 1933. Πάντως, η λεγόμενη μόδα του “midriff exposure” (εκτεθειμένη κοιλιά), περιορίστηκε για αρκετά χρόνια μόνο στις πλαζ και σε ανεπίσημες ιδιωτικές εκδηλώσεις, αφού το να εμφανιστεί δημόσια με τέτοιο ντύσιμο μια γυναίκα, ήταν συνώνυμο της απρέπειας. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1949, για να “αποδεχτεί” το Χόλιγουντ τη νέα μόδα, με πρωταγωνίστρια την Έστερ Γουίλιαμς, που φόρεσε για πρώτη φορά προκλητικά μαγιό δυο τεμαχίων στην ταινία “Neptune’s daughter”.
ΤΟ “NEW LOOK” ΤΟΥ ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΝΤΙΟΡ
Και κάπως έτσι επιστρέψαμε στο 1946, που ήταν το πρώτο καλοκαίρι ελευθερίας για όλο τον κόσμο, μετά την ολοκλήρωση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έναν χρόνο πριν, με την άνευ όρων παράδοση της Ιαπωνίας ύστερα από τις ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Η σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένη Ευρώπη, μια ήπειρος γεμάτη ερείπια, με τεράστιες ελλείψεις και στερήσεις στα πάντα, με εκατομμύρια νεκρούς, με ακόμα περισσότερους άστεγους και άνεργους, προσπαθούσε να “επενδύσει” στην ελπίδα και την αισιοδοξία, ποντάροντας στο μοναδικό επιχείρημα που ήταν ικανό να κάνει τον κόσμο να χαμογελάσει, τη χαρά της απελευθέρωσης. Η μόδα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, θέλοντας να “χρωματίσει” τη γκρίζα καθημερινότητα.
Ένα χρόνο μετά, το 1947, ο Κριστιάν Ντιόρ παρουσίασε τη δική του “ανταρσία”. Στην πρώτη του κολεξιόν, ο Γάλλος μόδιστρος ακύρωσε κάθε γνωστό μέχρι τότε πρότυπο. Για να ξεχαστούν οι “γυναίκες-στρατιώτες με σουλούπι μποξέρ”, σχεδίασε “γυναίκες-λουλούδια”. “It’s such a new look”, είχε αναφωνήσει ενθουσιασμένη μια Αμερικανίδα δημοσιογράφος στη διάρκεια της επίδειξης, βαφτίζοντας έτσι την καινούργια μόδα. Το περίφημο “New Look”, μια αληθινή ενδυματολογική επανάσταση, είχε φορέματα που περιστρέφονταν, φούστες με σφιχτή μέση και φουρό από τούλι, στρογγυλεμένα ντεκολτέ, καμπύλες που επιχειρούσαν να σβήσουν τις σκληρές γωνίες της μόδας του πολέμου και όπως ήταν αναμενόμενο, έγινε δεκτό με ενθουσιασμό.
ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΠΙΚΙΝΙ
Όσο η πολιτική αδυνατούσε να διαθέσει “εικόνες” για να αντιμετωπίσει την κατήφεια, η μόδα χρησίμευε σαν καταλύτης στην επιθυμία να ξεχαστεί ο εφιάλτης. Και μέσα σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντάχθηκε και η “γέννηση” του μπικίνι το 1946. Με τον “εξεγερτικό” του χαρακτήρα, το deux-piéces μαγιό εξελίχθηκε σε σύμβολο πρακτικής κομψότητας, αλλά και σε “παράγωγο” της σεξουαλικής απελευθέρωσης και της γυναικείας χειραφέτησης. Η δημιουργία του Χάιμ και πολύ περισσότερο του Ρεάρ, μπορεί αρχικά να χαρακτηρίστηκε ως σκανδαλώδης, έως απρεπέστατα πορνογραφική, τελικά όμως ακολούθησε μια παράλληλη πορεία με την απελευθέρωση του γυναικείου σώματος, κερδίζοντας επάξια μια θέση στο πάνθεον της μόδας και της ένδυσης.
Όπως θα θυμάστε, πιο πάνω στο κείμενο, είχαμε γράψει πως το μπικίνι του Ρεάρ, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό, δεν μπόρεσε να “πείσει” ευρέως τις γυναίκες να το επιλέξουν. Τα ολόσωμα μαγιό συνέχισαν να κυριαρχούν στην αγορά, με τις αρνητικές αντιδράσεις προς το μπικίνι να είναι συχνές. Το 1950, ο Αμερικανός μεγιστάνας Φρεντ Κόουλ, ιδιοκτήτης της εταιρείας θαλάσσιας ένδυσης “Cole” στην Καλιφόρνια, είχε δηλώσει στο “Time” ότι “ένιωθε περιφρόνηση για τα διάσημα μπικίνι της Γαλλίας”, ενώ το περιοδικό μόδας “Fashion Girl Magazine”, έγραφε το 1957 στις σελίδες του ότι “δεν υπάρχει λόγος να σπαταλάμε λέξεις σχετικά με το λεγόμενο μπικίνι, καθώς είναι αδιανόητο για οποιοδήποτε κορίτσι με λεπτότητα και ευπρέπεια να φορέσει κάτι τέτοιο”.
Το 1951 διοργανώθηκε στη Μεγάλη Βρετανία ο πρώτος διαγωνισμός Festival Bikini Contest, τον οποίο ο διεθνής Τύπος ονόμασε “Miss World”. Νικήτρια αναδείχθηκε η Σουδέζα Κέρστιν Χάκανσον, η οποία στέφθηκε φορώντας ένα μπικίνι, κάτι που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, με την Ισπανία και την Ιρλανδία να απειλούν με αποχώρηση από τον διαγωνισμό, ενώ ο Πάπας Πίος ο 12ος, καταδίκασε δημόσια την εμφάνιση της Χάκανσον! Την επόμενη χρονιά, τα μπικίνι απαγορεύτηκαν από τη διοργάνωση και αντικαταστάθηκαν με βραδινές τουαλέτες, παράδειγμα που ακολούθησαν πολλά άλλα καλλιστεία σε όλο τον κόσμο. Μέσα στη δεκαετία του ’50, πέρα από την εκκλησία, αντίθετες στη χρήση του μπικίνι εμφανίστηκαν και πολλές φεμινιστικές οργανώσεις.
Οι φεμινίστριες της εποχής θεωρούσαν ότι η έκθεση του γυναικείου σώματος στην κοινή θέα με το μπικίνι, λειτουργούσε αποκλειστικά ως σεξιστικό “εργαλείο” για τους άντρες και καμία σχέση δεν είχε με τη σεξουαλική απελευθέρωση ή τη γυναικεία χειραφέτηση. Αποτέλεσμα όλων αυτών που προαναφέραμε, ήταν η πλήρης απαγόρευση της χρήσης του συγκεκριμένου μαγιό στη δυτική ακτή της Γαλλίας, στην Ισπανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Αυστραλία και σε αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ. Στην Αμερική, σύμφωνα με τον “Κώδικα Χέις”, τον κανονισμό δηλαδή με τον οποίο έπρεπε να λειτουργεί ο κινηματογράφος και ο οποίος είχε τεθεί σε ισχύ από το 1934, επιτρεπόταν η χρήση μαγιό δυο τεμαχίων, χωρίς όμως να φαίνεται ο αφαλός.
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΤΑΡ “ΑΠΕΝΟΧΟΠΟΙΗΣΑΝ” ΤΟ ΜΠΙΚΙΝΙ
Η “απάντηση” του μπικίνι απέναντι σε όλες αυτές τις αντιδράσεις, ήρθε τελικά από το ίδιο το σινεμά. Ήδη από τη δεκαετία του ’50, αλλά και μέσα στα 60s, οι μεγάλες σταρ της εποχής υιοθέτησαν τη χρήση του όχι μόνο στις ταινίες τους, αλλά και σε φωτογραφίσεις για περιοδικά, δημόσιες εμφανίσεις και εκδηλώσεις, “απενοχοποιώντας” με αυτόν τον τρόπο όλα όσα ακούγονταν και γράφονταν εναντίον του. Η Άβα Γκάρντνερ, η Ρίτα Χέιγουορθ, η Λάνα Τάρνερ, η Λιζ Τέιλορ, η Μέριλιν Μονρόε, η Έστερ Γουίλιαμς, η Ράκελ Γουέλς, είναι μόνο μερικά από τα πιο λαμπερά ονόματα του αμερικανικού κινηματογράφου, που εντυπωσίασαν φορώντας μπικίνι και χαρίζοντάς του την απόλυτη λάμψη, περνώντας τη μόδα και στα περίφημα pin-up girls.
Όμως και στην Ευρώπη είχαμε διάσημες ηθοποιούς που εμφανίστηκαν με μπικίνι, με πρώτη και καλύτερη τη 17χρονη Μπριζίτ Μπαρντό στην ταινία του 1953, “Manina, la fille sans voiles”, που προκάλεσε διαδοχικά “εμφράγματα” στο αντρικό κοινό. Ακολούθησαν η Ανίτα Έκμπεργκ, η Σοφία Λόρεν και η Τζίνα Λολομπρίτζιτα, με τον Guardian να γράφει ότι το Σεν Τροπέ – όπου όλες οι σταρ φωτογραφίζονταν στη διάρκεια του φεστιβάλ των Κανών – ήταν πλέον η παγκόσμια πρωτεύουσα του μαγιό. Ο Μπράιαν Χάιλαντ ανέβηκε στην κορυφή του αμερικάνικου τσαρτ το καλοκαίρι του 1960 με τη μεγάλη επιτυχία του, “Itsy Bitsy Teenie Weenie Yellow Polkadot Bikini” και όλα έδειχναν ξεκάθαρα πλέον ότι το μπικίνι είχε πετύχει τη μεγάλη ανατροπή.
Το 1962 είχαμε για πρώτη φορά σε εξώφυλλο του Playboy μοντέλο με μπικίνι, ενώ δυο χρόνια αργότερα, το 1964, στο παρθενικό του τεύχος, το “Sports Illustrated Swimsuit Issue” κυκλοφόρησε έχοντας στο δικό του εξώφυλλο την Μπαμπέτ Μαρξ με ένα λευκό μπικίνι. Και βέβαια, το 1962 παρουσιάστηκε ίσως το πιο δημοφιλές μπικίνι μέχρι σήμερα, αυτό της Ούρσουλα Άντρες στο “Dr. No” του Τζέιμς Μποντ, που αποτέλεσε όχι μόνο σταθμό στην πορεία του συγκεκριμένου μαγιό, αλλά συνολικά ορόσημο στην ιστορία της μόδας (κεντρική φωτογραφία του κειμένου). Μια ακόμα σημαντική στιγμή είχε έρθει από το 1950, όταν η Βραζιλιάνα σταρ του σινεμά, Ελβίρα Παζά, εμφανίστηκε στο καρναβάλι του Ρίο με ένα χρυσό μπικίνι, καθιερώνοντάς το από τότε ως το επίσημο ένδυμα της παρέλασης.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όλες οι νεανικές μπουτίκ σε Ευρώπη και ΗΠΑ, πουλούσαν μικροσκοπικά μπικίνι, με τις δυο στις τρεις πελάτισες συνολικά, να το προτιμούν. Από το 1958, η αμερικανική εταιρεία DuPont είχε παρουσιάσει για πρώτη φορά τη λύκρα (ή σπάντεξ), ένα υλικό από συνθετικές ίνες, γνωστό για την εντυπωσιακή του ελαστικότητα, που “αγκάλιαζε” μοναδικά το σώμα και βοήθησε την εξέλιξη του μπικίνι, που έγινε ακόμα πιο ελαφρύ και εφαρμοστό. Η λύκρα ήταν αυτή που επέτρεψε στον avant-garde σχεδιαστή Ρούντι Γκέρνραϊχ, να δημιουργήσει το μονοκίνι, ένα μαγιό με κάτω μέρος, το οποίο έδενε πίσω από τον λαιμό με δυο κορδόνια, που όμως άφηναν τελείως ακάλυπτο το γυναικείο στήθος.
Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΜΠΙΚΙΝΙ
Η λύκρα οδήγησε επίσης τους σχεδιαστές στη δημιουργία του στρινγκ-μπικίνι (πρωτοπαρουσιάστηκε το 1974 στη Νέα Ορλεάνη), όπου το πίσω τρίγωνο του κάτω μέρους αφαιρέθηκε τελείως και αντικαταστάθηκε από ένα απλό κορδόνι. Επιστρέφοντας στον Λουί Ρεάρ – που πήρε τελικά όλη τη δόξα από τον Ζακ Χάιμ – να πούμε ότι η εταιρεία του έκλεισε το 1988, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του, όμως ο ίδιος είχε προλάβει να ζήσει όλο τον θρίμαβο της τολμηρής του ιδέας, αφού το μπικίνι ήταν πλέον – και παραμένει μέχρι και σήμερα – ο απόλυτος “βασιλιάς” ανάμεσα σε όλους τους τύπους μαγιό, σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Παρά τη δυναμική επιστροφή του ολόσωμου τα τελευταία χρόνια, ακόμα και στις μικρότερες ηλικίες, το μπικίνι είναι ο κυρίαρχος.
Και αυτό, σύμφωνα με τον Γάλλο ιστορικό, Ολιβιέ Σαγιάρ, “δεν οφείλεται στη δύναμη της μόδας, αλλά στη δύναμη των γυναικών”. Με μια ετήσια αγορά που μετριέται σε δισεκατομμύρια (δολάρια ή ευρώ, μικρή σημασία έχει), το μπικίνι σε κάθε του μορφή στην παραλία (το κλασικό, το μονικίνι, το μικροκίνι, το στρινγκ, το τανκίνι, το σλίνγκ, το μπαντίνι, το σκιρτίνι κλπ), αλλά και στον αθλητισμό (beach volley, στίβος, σερφ κλπ), είναι η νούμερο ένα επιλογή στα γυναικεία μαγιό. Η “μαγεία” του νομίζω ότι χωράει στη φράση με την οποία το περιέγραψε ο ίδιος ο δημιουργός του, Λουί Ρεάρ: “Πρόκειται για ένα μαγιό δυο τεμαχίων, που αποκαλύπτει τα πάντα για ένα κορίτσι, εκτός από το πατρικό επίθετο της μητέρας του”!