Ο διπλασιασμός του εκμεταλλεύσιμου εξωτερικού χώρου, το πρόσφατο «bonus» εξαίρεσης από την υποχρέωση τήρησης ποσοστού μέγιστη πληρότητας και η διατήρηση των έξι ατόμων ανά τραπέζι και η… καλοκαιρία δεν στάθηκαν ικανές συνθήκες να ανακόψουν τις απώλειες στην εστίαση, η οποία μεσοσταθμικά έως τον Σεπτέμβριο εμφάνισε πτώση της τάξη του 40%.
Η έλλειψη τουριστών, οι περιορισμοί συνάθροισης σε διάφορες περιοχές της χώρας αλλά και η μείωση της κατανάλωσης εκ μέρους των νοικοκυριών αποτελούν σταθερούς παράγοντες πίεσης για τις επιχειρήσεις του κλάδου, οι οποίες πλέον έρχονται αντιμέτωπες και με την αντικειμενική συνθήκη του χειμώνα, της αύξησης των κρουσμάτων της πανδημίας, αλλά και την επέκταση της επίπτωσης στο μέσο εισόδημα.
Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν πως μόνον το εργασιακό ζήτημα έχει εν μέρει απαντηθεί εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται η κρατική στήριξη μέσω του μέτρου της αναστολής. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ από τους 330.000 εργαζόμενους του κλάδου, οι 170.000 έχουν τεθεί σε αναστολή και τελούν σε καθεστώς απόλυτης αβεβαιότητας, καθώς ήδη έχουν χαρακτηριστεί «περιττοί». Σημειώνεται δε ότι ο κλάδος της εστίασης εξακολουθεί να απασχολεί (ακόμη και σε επιχειρήσεις 12μηνης λειτουργίας) αδήλωτους εργαζομένους, το πλήθος των οποίων δεν έχει αποτιμηθεί.
Προκειμένου να υπερασπιστούν τη βιωσιμότητα τους, οι επιχειρήσεις εστίασης εστιάζουν τόσο σε προσωρινές όσο και σε πάγιες ρυθμίσεις. «Τα μέτρα στήριξης σχεδιάστηκαν με έκτακτο χαρακτήρα, αλλά η πραγματικότητα ξεπερνά το σχεδιασμό» αναφέρουν στελέχη της αγοράς εστίασης.
Φλέγον ζήτημα παραμένει η ρύθμιση των ενοικίων καθώς η προαιρετική μείωση τους σε συνεννόηση με τους ιδιοκτήτες ακινήτων φαίνεται να μην λειτουργεί. Σύμφωνα και πάλι με παράγοντες του κλάδου, οι όποιες συμφωνίες εκπτώσεων είναι σποραδικές και επιτυγχάνονται, εφόσον ο ιδιοκτήτης του ακινήτου είναι φυσικό πρόσωπο και άρα τυγχάνει σχετικής φοροαπαλλαγής. Η φορολογική ωστόσο εύνοια δεν ισχύει για εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, οπότε το κίνητρο μείωσης του ενοικίου προς τον χρήστη εξαλείφεται, δημιουργώντας πλέον ασφυκτικές συνθήκες πίεσης για τους επιχειρηματίες της εστίασης, που μισθώνουν ακίνητα από εταιρείες.
Πέραν των παραπάνω, η μαζική εστίαση αναγνωρίζει ότι η πίτα έχει συρρικνωθεί, αφενός λόγω μείωσης εισοδήματος και αφετέρου λόγω του εύλογου φόβου που απορρέει από την έξαρση της πανδημίας.
Στο πλαίσιο αυτό οι θεσμικοί εκπρόσωποι της μαζικής εστίασης επαναφέρουν το πάγιο αίτημα μείωσης του ΦΠΑ, επικαλούμενοι τα ούτως ή άλλως μειωμένα έσοδα. Σημειώνεται ότι η μείωση ΦΠΑ για καφέ και ροφήματα έχει έκτακτο χαρακτήρα και θα επανέλθει τον προσεχή Απρίλιο στο 24%. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σε σύνολο 82.000 επιχειρήσεων που το 2019 παρουσίασαν τζίρο πάνω από 6 δισ. ευρώ, το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου έφερε έσοδα μόλις 592 εκατ., μειωμένα κατά 59% σε σχέση με πέρσι, οπότε ο τζίρος είχε προσεγγίσει το 1,5 δισ. ευρώ.
Δεδομένου δε ότι η μία μετά την άλλη οι χώρες της Ευρώπης επιβάλλουν περιορισμούς στην κυκλοφορία, το ωράριο ακόμη και την απαγόρευση λειτουργίας των εστιατορίων και των καφέ, οι επιχειρήσεις του κλάδου πιέζουν επίσης τουλάχιστον να μείνουν εν λειτουργία. Βασικό επιχείρημα τους είναι πως αποτελούν ανάχωμα στο φαινόμενο της «πλατείας», τηρώντας – τουλάχιστον στην πλειονότητα τους- τους βασικούς όρους ανεκτής συνάθροισης.
Πηγή:euro2day.gr