Σε άρθρο γνώμης που φιλοξενεί το περιοδικό Ελαίας Καρπός που κυκλοφορεί στα περίπτερα της χώρας, ο Ιταλός αγροτικός σύμβουλος και συγγραφέας Φάουστο Πασκάλ ντι Λένα, υποστηρίζει ότι η ταυτότητα της ελαιοκομίας υπόκειται διάβρωση εξαιτίας της εδραίωσης τέτοιων πρακτικών, οι οποίες στο μεταξύ διαμορφώνουν μια έμμεση μορφή αθέμιτου ανταγωνισμού που χαλάει την εμπειρία και τα βιοποριστικά μέσα των περισσότερων παραδοσιακών ελαιοκαλλιεργητών ολόκληρης της Ευρώπης.
«Διαβάζοντας πρόσφατα για την απόφαση μεγάλης εταιρείας ελαιολάδου της χώρας μου να μετακομίσει τους ελαιώνες της σε υπέρπυκνες φυτείες, ένιωσα μια κάποια οργή» αναφέρει ο ίδιος. «Ένα πυκνό τεχνητό δάσος από ένα εκατομμύριο ελαιόδεντρα. Χιλιάδες χρόνια ιστορίας που ξεφτίζουν υπό τις προσταγές του «θεού του κέρδους» υποστηρίζει. Μια κληρονομιά βιοποικιλότητας, εκτάσεις στολισμένες από αιωνόβια λιόδεντρα και με το χέρι φυτεμένα αμπέλια, γραφική ομορφιά μοναδική στον κόσμο, που «κακοποιείται» από την εντατική μονοκαλλιέργεια τριών ισπανικών ποικιλιών που δεν αντέχουν πάνω από 40 χρόνια. Δεν μπορεί να είναι αυτό το μέλλον του ιταλικού ελαιολάδου» υποστηρίζει.
Συνεχίζοντας ο Πασκάλ ντι Λένα αναφέρει: «Και το χειρότερο ποιο είναι; Ότι μόλις τα δέντρα αυτά σταματήσουν να είναι παραγωγικά, θα αφήσουν πίσω τους τη γη ρημαγμένη, άγονη -σύμφωνα με τον FAO- με τον υδροφόρο ορίζοντα επιβαρυμένο. Στο μεταξύ η ταυτότητα της ελαιοκομίας θα έχει διαβρωθεί, ενώ μια έμμεση μορφή αθέμιτου ανταγωνισμού θα έχει χαλάσει την εμπειρία και τα βιοποριστικά μέσα των περισσότερων παραδοσιακών ελαιοκαλλιεργητών ολόκληρης της χώρας».
Σε μια προσπάθεια αποδόμησης των επιχειρημάτων υπέρ της υπέρπυκνης φύτευσης, ο Πασκάλ ντι Λένα τοποθετείται ως εξής: «Το επιχείρημα εκείνων που επενδύουν στην υπέρπυκνη φύτευση είναι η οικονομική βιωσιμότητα. Ας αφήσουμε προς το παρόν απ’ έξω το ζήτημα της κλιματικής βιωσιμότητας, το οποίο η παραδοσιακή ελαιοκομία αποδεδειγμένα έχει κατοχυρώσει.
Ακόμα και έτσι λοιπόν, αν μη τι άλλο, η εμπειρία των τελευταίων ετών έχει δείξει ότι η υπέρπυκνη καλλιέργεια στην ελιά είναι κοντόφθαλμη οικονομική επιλογή. Στην Ισπανία, τη γενέτειρα της πρακτικής αυτής, το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο έχει φτάσει να πωλείται σε τιμή κάτω των δύο ευρώ το κιλό. Το περασμένο φθινόπωρο οι Ισπανοί παραγωγοί κατέβηκαν στους δρόμους για να ξεκαθαρίσουν διαμαρτυρόμενοι πως θα σταματήσουν να καλλιεργούν με τέτοιες τιμές.
Όσοι αποφασίζουν τώρα να επενδύσουν στην υπέρπυκνη, έρχονται με μια καθυστέρηση δεκαετίας σε αυτήν την αμφιλεγόμενη αγορά. Αυτό γιατί και πάλι στην Ισπανία της υπέρπυκνης Arbequina, της Manzanilla και της Arbosana έχει ανοίξει ένας διάλογος που αναθεωρεί την στρατηγική της καλλιέργειας, η οποία μεταξύ άλλων θα έπρεπε να θεωρείται ότι αγγίζει τα όρια της βλασφημίας για την ιταλική ελαιοκομία.
Πρόκειται για τη νεοφιλελεύθερη διαπαιδαγώγηση που θεμελιώνει την τεράστια κατασπατάληση των «δωρεάν» φυσικών πόρων, όπως ορίζει η απαρχαιωμένη λογική του θηρευτή, για χάρη του πρόσκαιρου κέρδους. Είναι αυτό το καταστροφικό σύστημα που θέλει να επενδύσει στην υπέρπυκνη εκμηxανισμένη φυτεία ελαιόδεντρων για να συμπιέσει το κόστος παραγωγής, αδιαφορώντας ότι αυτό που δίνει προστιθέμενη αξία και ποιότητα στο ελαιόλαδο είναι το χνώτο του ιδιοκτήτη του δέντρου, που σκαρφαλώνει πάνω του για να το επιβλέψει, για να ξεφορτώσει από το βάρος του καρπού τα κλαδιά. Ας μην ξεχνάμε ότι υπεραξία και πλούτο παράγει μόνο η ανθρώπινη εργασία. Η μηχανή βγάζει μόνο τόσο όσο της δώσεις, αν όχι λιγότερο».
Καταλήγοντας, υποστηρίζει ότι «οι οικονομικές απώλειες και κατ’ επέκταση η εγκατάλειψη της ελαιοκομίας έρχεται να προστεθεί στις απόρροιες πολιτικών και επιχειρηματικών επιλογών που οδήγησαν στην εγκατάλειψη της γεωργίας εν γένει, από όλους αυτούς που δεν έχουν τα μέσα για να ανταγωνιστούν τη μαζική παραγωγή μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων».
πηγή: www.agronews.gr