Κυριακή
24
Νοέμβριος
TOP

120 δόσεις: Οδηγίες και διευκρινίσεις από την ΑΑΔΕ – Τι αλλάζει στη ρύθμιση

Αυξημένο είναι το ενδιαφέρον των οφειλετών για την ένταξη στη ρύθμιση στις 120 δόσεις της Εφορίας.

Απο την έναρξη λειτουργίας της νέας ηλεκτρονικής πλατφόρμας έως σήμερα, πάνω από 17.000 οφειλέτες έχουν υποβάλει αίτηση, προκειμένου να ρυθμίσουν την οφειλή τους και να επωφεληθούν από τις νέες βελτιωμένες διατάξεις, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων(ΑΑΔΕ).

Η ΑΑΔΕ εξέδωσε εγκύκλιο με αναλυτικές οδηγίες και διευκρινίσεις για τις αλλαγές στη ρύθμιση για τις 120 δόσεις, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου.
Ειδικότερα:
1)Επιχειρήσεις: Παρέχεται η δυνατότητα στους οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική ρύθμιση βασική οφειλή έως 1.000.000 ευρώ να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε έως 120 δόσεις, υπό τον περιορισμό της ελάχιστης δόσης των 20 ευρώ, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης.

Συγκεκριμένα, οι υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές καταβάλλονται εφάπαξ ή σε δόσεις με απαλλαγές από τόκους/προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ως εξής:

α) με απαλλαγή 100% από τις προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ, β) με απαλλαγή 95%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως και 4 μηνιαίες δόσεις, γ) με απαλλαγή 85%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 5 έως και 12 μηνιαίες δόσεις, δ) με απαλλαγή κατά 80%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως και 24 μηνιαίες δόσεις, ε) με απαλλαγή κατά 75%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 25 έως και 36 μηνιαίες δόσεις, στ) με απαλλαγή κατά 45%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 37 έως και 48 μηνιαίες δόσεις, ζ) με απαλλαγή κατά ποσοστό 30%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 49 έως και 60 μηνιαίες δόσεις, η) με απαλλαγή κατά ποσοστό 20%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 61 έως και 72 μηνιαίες δόσεις, θ) με απαλλαγή κατά 15%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 73 έως και 96 μηνιαίες δόσεις, ι) με απαλλαγή κατά 10%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 97 έως και 120 μηνιαίες δόσεις.

Στο όριο του 1.000.000 ευρώ, ως κριτήριο για την ένταξη των οφειλετών περιλαμβάνεται το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα ή Τελωνεία, χωρίς τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής και τα πρόστιμα που τις επιβαρύνουν.
Σε περίπτωση που οι οφειλές είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας/ενός Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.
Στις απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής 10%
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω οριζόμενα.
Νομικά πρόσωπα με βασική οφειλή έως ένα 1.000.000 ευρώ, που έχουν ήδη υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως 36 δόσεις, δύνανται να αιτηθούν τη ρύθμιση των οφειλών τους μέχρι την καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Στην περίπτωση υπαγωγής σε ρύθμιση σε έως και 120 δόσεις επέρχεται απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης. Η απώλεια επέρχεται με την πίστωση της πρώτης δόσης της νέας ρύθμισης.
Όσοι δεν επιλέξουν με σχετική αίτησή τους την υπαγωγή τους στην νέα βελτιωμένη ρύθμιση θεωρείται ότι συνεχίζουν με το πρόγραμμα ρύθμισης που τους είχε χορηγηθεί σε 36 δόσεις.

2)Ελάχιστη δόση: Το ελάχιστο ποσό δόσης της ρύθμισης το οποίο μειώθηκε από 30 σε 20 ευρώ.
3)Προκαταβολή: Παρέχεται στον οφειλέτη η δυνατότητα εξόφλησης μέρους της οφειλής του με προκαταβολή με χορήγηση ισόποσης απαλλαγής προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Για παράδειγμα φορολογούμενος με βασική οφειλή 100.000 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 20.000 ευρώ, επιλέγει πρόγραμμα ρύθμισης 120 δόσεων για το οποίο, βάσει του νόμου, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων/τόκων 10%. Εφόσον προκαταβάλλει ποσό 5.000 ευρώ, οι προσαυξήσεις/τόκοι θα μειωθούν ισόποσα και θα διαμορφωθούν σε 15.000 ευρώ (ήτοι 20.000-5.000). Στο εναπομείναν ποσό των 15.000 ευρώ θα υπολογιστεί και η απαλλαγή 10%, ήτοι οι τόκοι/προσαυξήσεις θα διαμορφωθούν τελικώς σε 13.500 ευρώ [ήτοι 15.000-(10%Χ15.000)].

Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Σε περίπτωση που υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται χειρόγραφα.
Η αίτηση-δήλωση για την προκαταβολή δύναται να υποβληθεί έως και την καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής σε ρύθμιση.
Το ελάχιστο ποσό προκαταβολής είναι το διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει ο οφειλέτης. Η προκαταβολή είναι καταβλητέα άπαξ, με εκούσια καταβολή, μέσα σε 3 εργάσιμες μέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης, όπως η χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας κατά το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ., μετά την καταβολή της προκαταβολής.
Το ποσό των δόσεων της ρύθμισης αναπροσαρμόζεται μετά την προκαταβολή σύμφωνα με το πλήθος των δόσεων, όπως αυτό έχει οριστεί προκειμένου να υπολογιστεί το ελάχιστο ποσό προκαταβολής, και υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της. Οι δόσεις της ρύθμισης είναι καταβλητέες έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών που έπονται του μήνα της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η προκαταβολή δεν προσμετράται στο πλήθος των δόσεων της ρύθμισης.
Οσοι οφειλέτες έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους στην αρχική ρύθμιση προκειμένου να τύχουν των απαλλαγών της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019. Στην περίπτωση υπαγωγής εκ νέου σε ρύθμιση σύμφωνα με τα ανωτέρω επέρχεται, με την πίστωση της προκαταβολής, απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης.

4)Τόκος: Μειώνεται ο τόκος με τον οποίο επιβαρύνονται οι υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές σε 3% ετησίως από 5% που ίσχυε. Ο μειωμένος τόκος (3%) θα υπολογίζεται για τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου δηλαδή από τον Οκτώβριο.

Βασικές συνολικές οφειλές ανά Υπηρεσία μέχρι 3.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης εξακολουθούν να μην επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
Στην περίπτωση της προκαταβολής που επιλέγει ο φορολογούμενος το όριο των 3.000 ευρώ ανά Υπηρεσία διαμορφώνεται με την αφαίρεση της προκαταβολής. Για παράδειγμα φορολογούμενος φυσικό πρόσωπο με εισόδημα έως και 10.000 ευρώ, με βασική οφειλή 4.500 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 1.500 ευρώ, εφόσον προκαταβάλλει 1.500 ευρώ, δεν θα επιβαρυνθεί με τον τόκο 3%.
5)Πάγωμα κατασχέσων: Η συμμόρφωση με τις διατάξεις της ρύθμισης παρέχει τα ακόλουθα ευεργετήματα: α) Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων. Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης τηρεί τους όρους αυτού, εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων.

β) Αποδέσμευση μελλοντικών απαιτήσεων επί κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων. Εξαιρετικά κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, περιορίζονται οι συνέπειες των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια παντός τρίτου, υπό την έννοια της αποδέσμευσης και απόδοσης κατά νόμο των μελλοντικών απαιτήσεων, ήτοι των απαιτήσεων που γεννώνται μετά τη γνωστοποίηση στον τρίτο της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, όπως ισχύει, και εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης ή έχει καταβληθεί η προκαταβολή,
η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019, όπως ισχύει, και δεν περιλαμβάνει άλλα χρέη που δεν ρυθμίζονται κατά τις διατάξεις αυτές. Επισημάνσεις:
Κρίσιμος χρόνος για την έναρξη εφαρμογής του ανωτέρω ευεργετήματος είναι ο χρόνος γνωστοποίησης της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης στον τρίτο από τον οφειλέτη με κάθε πρόσφορο μέσο, το αργότερο εντός μηνός από την έκδοσή της. Συνεπώς από την γνωστοποίηση της ανωτέρω Βεβαίωσης στον τρίτο αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο αποκλειστικά μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι απαιτήσεις που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση. Αντιθέτως, ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ως άνω Βεβαίωσης αποδίδονται στο Δημόσιο.
Σε κάθε περίπτωση ποσά απαιτήσεων που έχουν αποδοθεί ή αποδίδονται στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται και πιστώνονται έναντι της δόσης ή των δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι τις απαιτήσεις που τυχόν γεννήθηκαν και δεν έχουν αποδοθεί από τη γνωστοποίηση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης και μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ανατροπής της ρύθμισης καθώς και τις λοιπές μελλοντικές απαιτήσεις, ενώ τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Για το σκοπό αυτό, το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση τήρησης της ρύθμισης, ελέγχει αν συντρέχουν οι όροι τήρησης της ρύθμισης και ενημερώνει άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο, σε περίπτωση απώλειας αυτής, τα αρμόδια όργανα για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και για την ανατροπή της αποδέσμευσης, προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης. Τα αρμόδια όργανα, γνωστοποιούν στον τρίτο την ανάκληση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, με την οποία καλείται ο τρίτος σε άμεση απόδοση των δεσμευθέντων ποσών, με την επισήμανση ότι τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου.
Πηγή: iefimerida.gr