Το πολύ καθισιό – κύριο «συστατικό» του σύγχρονου τρόπου ζωής μας – δεν επιδρά αρνητικά μόνο στο σώμα μας αλλά και στον εγκέφαλό μας, συρρικνώνοντας τις περιοχές του που συνδέονται με τη μνήμη! Αυτό ανακάλυψαν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA), όπως ανέφεραν σε πρόσφατη δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «PLoS ONE». Ακόμη πιο ανησυχητικό ήταν μάλιστα το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα ευρήματα των επιστημόνων του UCLA, ακόμη και η πολλή άσκηση δεν φάνηκε να μπορεί να αντισταθμίσει την αρνητική επίδραση του καθισιού στον εγκέφαλο.
Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τη σύνδεση μεταξύ της καθιστικής ζωής, της άσκησης και του πάχους του μέσου κροταφικού λοβού και των υποπεριοχών του που εμπλέκονται στον σχηματισμό της μνήμης. Οι συμμετέχοντες, ηλικίας 45 ως 75 ετών, απάντησαν σε ερωτηματολόγια σχετικά με το πόσο χρόνο περνούσαν καθιστοί την προηγούμενη εβδομάδα καθώς και πόσο ασκούνταν. Υπεβλήθησαν επίσης σε εξετάσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν η εξέταση για παραλλαγές του «γονιδίου της νόσου Αλτσχάιμερ» (ΑΡΟΕ). Τέλος, οι ερευνητές υπέβαλαν τους εθελοντές σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου ώστε να μετρήσουν το πάχος περιοχών στον μέσο κροταφικό λοβό.
Ούτε η άσκηση έσωζε…
Από τα ευρήματα προέκυψε ότι όσο περισσότερες ώρες καθόταν κάποιος τόσο μεγαλύτερη λέπτυνση εμφάνιζε ο μέσος κροταφικός λοβός καθώς και κάποιες περιοχές εντός του, συμπεριλαμβανομένων του ενδορινικού φλοιού, του παραϊπποκαμπικού φλοιού και του υποθέματος του ιπποκάμπου. Ακρως ενδιαφέρον ήταν το εύρημα ότι η άσκηση δεν φάνηκε να συνδέεται με το πάχος των συγκεκριμένων περιοχών, γεγονός που μαρτυρεί ότι η φυσική δραστηριότητα δεν μπορεί να αντισταθμίσει τις βλάβες που προκαλεί η καθιστική ζωή.
Οι ερευνητές γράφουν σχετικά ότι «είναι πιθανό η καθιστική συμπεριφορά να αποτελεί σημαντικότερο προγνωστικό δείκτη της δομής του εγκεφάλου και ειδικά του πάχους του μέσου κροταφικού λοβού καθώς και ότι η φυσική δραστηριότητα, ακόμη και σε υψηλά επίπεδα, δεν είναι αρκετή ώστε να αντισταθμίσει την επιβλαβή επίδραση της καθιστικής ζωής». Σημειώνεται επίσης ότι δεν εντοπίστηκε σύνδεση μεταξύ των παραλλαγών του γονιδίου ΑΡΟΕ και του πάχους των εγκεφαλικών περιοχών που εξετάστηκαν.
in.gr