Η υποχώρηση της ανεργίας στα χαμηλότερα ποσοστά της 7ετίας τον Αύγουστο δεν πρέπει να οδηγεί σε εφησυχασμό, καθώς η δομική ανεργία παραμένει υψηλή.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη συρρίκνωση του πληθυσμού λόγω δημογραφικού, ενέχει κινδύνους για τη μελλοντική αύξηση της απασχόλησης και του εισοδήματος, επισημαίνει ο οικονομικός αναλυτής της Eurobank δρ Στυλιανός Γώγος στο εβδομαδιαίο δελτίο της Τράπεζας «7 ημέρες Οικονομία».
«Πέραν της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης των διαθέσιμων παραγωγικών συντελεστών (κυκλική ανάκαμψη), θα πρέπει να εστιάσουμε και στη μελλοντική μεγέθυνσή τους και πάνω απ’ όλα στην ενίσχυση του βαθμού αποτελεσματικότητας της χρήσης τους», σημειώνει το δελτίο.
Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 18,9% τον Αύγουστο, μειωμένο κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους και κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το ιστορικό υψηλό του Ιουλίου 2013, αναφέρεται. Παρά την υποχώρηση αυτή, όμως, το ποσοστό είναι το υψηλότερο μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ακολουθεί η Ισπανία με 15%, η Ιταλία με 9,8% και η Γαλλία με 9,3%, ενώ στις τελευταίες θέσεις είναι η Γερμανία με 3,4% και η Τσεχία με 2,3%.
Επιπροσθέτως, εκτός από το πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει και μεγάλο ποσοστό δομικής ανεργίας, τονίζει ο αναλυτής. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της Κομισιόν (AMECO), το δομικό ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα ήταν στο 13,8% το 2017 και εκτιμάται ότι θα σημειώσει μικρή πτώση τα επόμενα 3 χρόνια (13,4% το 2020).
«Πρακτικά», αναφέρει το δελτίο, «αυτό σημαίνει ότι μεσοπρόθεσμα, η αύξηση της απασχόλησης στην Ελλάδα (οπότε και του εισοδήματος) και η περαιτέρω πτώση του ποσοστού ανεργίας αντιμετωπίζουν σημαντικούς περιορισμούς. Αν σε αυτόν τον παράγοντα προσθέσουμε, πρώτον, τις υπάρχουσες δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις (όπως αποτυπώνονται στη μείωση του πληθυσμού 15-74 ετών κατά 511,8 χιλιάδες άτομα τα τελευταία 11 χρόνια), δεύτερον, τις αρνητικές καθαρές επενδύσεις και, τρίτον, τους ισχνούς ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας, τότε καθίσταται σαφές ότι υπάρχουν πτωτικά ρίσκα για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πορεία της χώρας»
kathimerini.gr