Σαράντα χρόνια κλείνουν φέτος από τη χρονιά που οι κινηματογραφικές αίθουσες φιλοξένησαν την ταινία «Οργισμένο είδωλο» («Raging bull», 1980) του Μάρτιν Σκορσέζε. Ασπρόμαυρη, τραχιά και βίαιη, η ταινία έμεινε στην Ιστορία κυρίως για την ερμηνεία του Ρόμπερτ ντε Νίρο, ο οποίος μεταμορφώθηκε κυριολεκτικά σε πυγμάχο Τζέικ λα Μότα, καθοδηγούμενος από την εξίσου παθιασμένη σκηνοθεσία του Σκορσέζε. Λεπτός και μυώδης για τις σκηνές πάνω στο ρινγκ και «φορτωμένος» με πολλά έξτρα κιλά για την περίοδο της απόλυτης παρακμής του Λα Μότα, ο Ντε Νίρο πέτυχε την ερμηνεία της ζωής του και κέρδισε ένα Οσκαρ – το δεύτερό του έπειτα από εκείνο για τον «Νονό 2» του Φράνσις Κόπολα.
Ο Ντε Νίρο δεν είναι ο μοναδικός ηθοποιός που έκανε πάταγο για ερμηνεία του ως πυγμάχου, αν και η δική του ερμηνεία είναι όντως σημείο αναφοράς. Ανατρέχοντας ωστόσο στην ιστορία του κινηματογράφου, θα βρούμε ηθοποιούς που εξυμνήθηκαν για τη δουλειά τους, ενώ φόρεσαν τα γάντια του μποξ, και όλα αυτά βέβαια όταν οι «ταινίες πυγμαχίας» (όπως και το γουέστερν) σταμάτησαν να θεωρούνται κάτι σαν ψωμοτύρι στον κινηματογράφο, με τα εύκολα και πρόχειρα στη σύλληψή τους, μελό σενάρια, στα οποία στηνόταν η ίδια πάνω – κάτω ιστορία.
Το μοντέλο της σοβαρής ταινίας πυγμαχίας ήταν ο «Πρωταθλητής» («Champ», 1931) του Κινγκ Βιντόρ και διόλου τυχαία, μια πεντηκονταετία αργότερα, το στόρι της ίδιας ταινίας τροφοδότησε ξανά τον κινηματογράφο όταν ο Φράνκο Τζεφιρέλι σκηνοθέτησε τον Τζον Βόιτ στον ρόλο του πυγμάχου που είχε πρωτοπαίξει ο Γουόλας Μπίρι. Μια δεκαετία μετά την ταινία του Βιντόρ, ο Ερολ Φλιν «έβγαλε» ζουμερό ρόλο παίζοντας τον Τζιμ Κορμπέτ στον «Τολμηρό τζέντλεμαν» («Gentleman Jim», 1942) του Ραούλ Γουόλς και, πέντε χρόνια αργότερα, ο Τζον Γκάρφιλντ υποδύθηκε τον μποξέρ σε μια κλασική πια ταινία της Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ, το «Δάφνες του ρινγκ» («Body and soul») του Ρόμπερτ Ρόσεν.
Πάνω από 140 ταινίες
Στο πέρασμα του χρόνου, το μποξ μετατράπηκε σε ένα από τα πιο δημοφιλή αγωνίσματα στον χώρο του κινηματογράφου, ασχέτως από το αν πολύ αργότερα οι «ταινίες πυγμαχίας» μειώθηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα το «Αλι» («Ali», 2001) π.χ. του Μάικλ Μαν – που βέβαια δεν είναι ακριβώς ταινία πυγμαχίας αλλά μια βιογραφία με πολιτική χροιά και αρκετό μποξ – να ξεχωρίζει σαν τη μύγα μες στο γάλα. Στις περισσότερες από 600 πραγματικά αξιομνημόνευτες ταινίες αθλητικού περιεχομένου που έχουν γυριστεί από καταβολής κινηματογράφου, παραπάνω από 140 αφορούν την πυγμαχία και αρκετές αναφέρονται σε πραγματικούς μποξέρ, όπως ο Μοχάμεντ Αλι στο «Αλι». Παρεμπιπτόντως ο ίδιος ο Μ. Αλι είχε «ενσαρκώσει» τον εαυτό του στην ταινία «Ο πρωταθλητής» («The greatest», 1977) του Τομ Γκράις.
Κατά συνέπεια, αρκετοί ηθοποιοί δικαιώθηκαν με την απόφασή τους να υποδυθούν μποξέρ. Ο Σμιθ ήταν υποψήφιος για το Οσκαρ α’ ρόλου για το «Αλι», όπου πέτυχε την καλύτερη ερμηνεία της μικρής καριέρας του, ενώ το ίδιο βραβείο διεκδίκησε ο ομόχρωμος του Σμιθ, Τζέιμς Ερλ Τζόουνς, όταν το 1970 υποδύθηκε τον πυγμάχο Τζακ Τζόνσον στη «Μεγάλη λευκή ελπίδα» («The great white hope») του Μάρτιν Ριτ.
Αλλά και ο Κερκ Ντάγκλας που είχε πετύχει μια σπουδαία ερμηνεία στον αριστουργηματικό «Πρωταθλητή» («Champion», 1949) προτάθηκε επίσης. Ακόμα και ο Πολ Νιούμαν, φέρελπις ακόμη ηθοποιός το 1957, έβγαλε έναν από τους χαρακτηριστικότερους ρόλους του παίζοντας τον πυγμάχο Ρόκι Γκρατσιάνο στο «Εμείς οι ζωντανοί» («Somebody up there likes me», 1956) του Ρόμπερτ Γουάιζ.
Η σκοτεινή πλευρά
Μία ακόμη παράμετρος άξια προσοχής είναι ότι οι περισσότερες ταινίες πυγμαχίας και ενδεχομένως οι καλύτερες, παρά τον ηρωικό χαρακτήρα που έχουν, έχουν ασχοληθεί με πυγμάχους σε κρίση. Μπορεί ένα δυνατό άπερκατ να μεταφράζεται σε δόξα και χρήμα, τι γίνεται όμως όταν το δέχεσαι αντί να το ρίχνεις; Ή τι κάνεις όταν σε παίρνουν σιγά σιγά τα χρόνια, όπως έγινε με τον Ρόμπερτ Ράιαν στα «Βασανισμένα κορμιά» («The set-up» 1949) του Ρόμπερτ Γουάιζ, τον Αντονι Κουίν στο «Γίγας κυλισμένος στον βούρκο» («Requiem for a heavyweight», 1962) και τον Στέισι Κιτς στη «Βρώμικη πόλη» («Fat city», 1972) του Τζόνι Χιούστον; Τα «Βασανισμένα κορμιά», μάλιστα, ήταν η βασική έμπνευση του Κουέντιν Ταραντίνο στο «Pulp fiction» (1994), όπου ο Μπρους Γουίλις υποδύεται έναν πυγμάχο που δεν δέχεται να ξεπουληθεί, όπως ακριβώς συνέβη με τον Ρόμπερτ Ράιαν στην πρώτη ταινία.
Ολες αυτές οι ταινίες πάντως βρίσκονται στην ακριβώς απέναντι όχθη του «Ρόκι» («Rocky», 1976) του Τζον Αβιλντσεν που έδωσε χάπι εντ στην ταινία πυγμαχίας, τοποθετώντας στον θρόνο του πρωταθλητή τον Σιλβέστερ Σταλόνε που θα υποδυόταν τον ίδιο ήρωα σε έναν σιδηρόδρομο πυγμαχικών ταινιών με το όνομα Ρόκι στον τίτλο και αργότερα στις ταινίες «Κριντ», όπου ο ίδιος ήρωας, ο Ρόκι Μπαλμπόα, εμφανίζεται πλέον ως προπονητής.