νας χρόνος -και λίγες ημέρες- συμπληρώνεται από τότε που ένας νέος ιός εισήλθε στη ζωή μας, με τις πρώτες πληροφορίες και τα πρώτα κρούσματα να έρχονται από την Κίνα και την πόλη Ουχάν. Ο κίνδυνος, οι επιπτώσεις και ο ιός ο ίδιος εξαπλώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα, μέχρι τη στιγμή που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σήμανε συναγερμό, ανακοινώνοντας πως πρόκειται πλέον για μία πανδημία που είχε ήδη απλώσει τους θανατηφόρους ιστούς της σε πολλές χώρες του κόσμου.
Πώς, από πού και γιατί ξεκίνησαν όλα; Με τη συμπλήρωση ενός έτους από τότε που αρχίσαμε να “συμβιώνουμε” με την Covid-19 ήρθε η στιγμή να θυμηθούμε όσα μάθαμε, να αξιολογήσουμε όσα γνωρίσουμε και να αναλογιστούμε για όσα δεν ξέρουμε για τον κορονοϊό.
Το σημείο εκκίνησης
Ο οφθαλμίατρος Li Wenliang από την Ουχάν ήταν ο πρώτος που μοιράστηκε πληροφορίες σχετικά με μια λοίμωξη τύπου SARS που προσβάλλει τους πνεύμονες και το αναπνευστικό. Ο εργαζόμενος γιατρός του Κεντρικού Νοσοκομείου της Ουχάν ήταν ο πρώτος που δημοσίευσε πληροφορίες σχετικά με τον ιό, πράγμα για το οποίο κατηγορήθηκε από τις αρχές με την κατηγορία της διασποράς “ψευδών ειδήσεων”. Όπως αναφέρει η DW, έναν χρόνο μετά, ο Li Wenliang πέθανε από κορονοϊό έναν μήνα αργότερα.
Ο Li Wenliang φρόντισε να προειδοποιήσει για την ύπαρξη μίας νόσου, η οποία όμως είχε εμφανιστεί αρκετές εβδομάδες νωρίτερα. Οι πρώτες πληροφορίες έκαναν λόγο για μόλυνση του ανθρώπου από ζώο, με τις κινεζικές αρχές να προσπαθούν αρχικά να αποκρύψουν τα οποιαδήποτε στοιχεία. Ακόμη και σήμερα δεν έχει αποσαφηνιστεί με ποιο τρόπο και από ποιο ζώο μολύνθηκε ο άνθρωπος, αν και, όπως αναφέρει η Deutsche Welle, η μετάδοση από τη νυχτερίδα σε έναν ενδιάμεσο ξενιστή – ενδεχομένως ένα ασιατικό ρακούν- και στη συνέχεια στον άνθρωπο θεωρείται ως η επικρατέστερη αιτία της προέλευσης της πανδημίας.
Σύμφωνα με το ίδιο μέσα πάντως και βάσει ερευνών που δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Lancet, το ενδεχόμενο η Ουχάν να μην ήταν η εστία της παγκόσμιας εξάπλωσης της νόσου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, “υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ο ιός είχε ήδη εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο στα τέλη του καλοκαιριού 2019”.
Η αποκωδικοποίηση του ιού
Όπως αναφέρει η DW, οι Κινέζοι λοιμωξιολόγοι ανακάλυψαν τις γενετικές πληροφορίες του ιού σε χρόνο ρεκόρ. Στις 21 Ιανουαρίου, δημοσίευσαν τη δομή του γονιδιώματος και τρεις ημέρες αργότερα κυκλοφόρησαν μια λεπτομερή περιγραφή του ιού. Αυτό επέτρεψε στους γιατρούς και τους μικροβιολόγους παγκοσμίως να αρχίσουν να αναπτύσσουν φάρμακα και εμβόλια.
Ένα τυπικό χαρακτηριστικό του ιού είναι οι ακίδες πρωτεΐνης που βρίσκονται στην επιφάνειά του, οι οποίες έχουν καταλυτικό ρόλο στη σύνδεση με ένα κύτταρο ξενιστή. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, η ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων επικεντρώθηκε στην απομόνωση ή τον αποκλεισμό αυτής της πρωτεΐνης.
Ο τρόπος μετάδοσης
Σύμφωνα με μία πρώτη μελέτη που πραγματοποιήθηκε από λοιμωξιολόγους της Γερμανίας, διαπιστώθηκε πως η μετάδοση του ιού μπορεί γίνεται από τον λαιμό και τους πνεύμονες. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος μόλυνσης, εκτός από την άμεση επαφή με ένα μολυσμένο άτομο ή μια μολυσμένη επιφάνεια, είναι η μετάδοση μέσω του αέρα, ακόμη και μέσω των κλιματιστικών. Για τον λόγο αυτό εξάλλου, τα πρώτα περιοριστικά μέτρα αφορούσαν στις συναθροίσεις των ανθρώπων σε κλειστούς χώρους, όπως γήπεδα, συναυλιακούς χώρους κλπ.
Η μάσκα και η υποχρεωτική χρήση της, πολλώ δε σε κλειστούς χώρους, έγινε το σήμα κατατεθέν της πρόληψης και της αντιμετώπισης του κορονοϊού παγκοσμίως, αλλά και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι σε πρώιμο στάδιο, υπήρξαν διχογνωμίες στον χώρο της επιστήμης και της ιατρικής αναφορικά με την αποτελεσματικότητά της, ή τους κινδύνους που είχε η λανθασμένη χρήση της από τους ανθρώπους. Την ίδια ώρα, οι συμβουλές των λοιμωξιολόγων έριχναν την ίδια βαρύτητα στις συστάσεις για το πλύσιμο των χεριών και την τήρηση των αποστάσεων σε κάθε είδους συνάθροιση.
Όσον αφορά στα ζώα, παρά το γεγονός ότι γάτες, κουνάβια ή χάμστερ, έχουν βρεθεί θετικά στον κορονοϊό, ακόμη δεν έχει αποδειχτεί πως παίζουν σημαντικό ρόλο στην αλυσίδα της λοίμωσης και της μετάδοσης, σε αντίθεση με τις μολύνσεις που εντοπίστηκαν σε εκτροφεία βιζόν, οι οποίες προκάλεσαν παγκόσμια ανησυχία.
Συμπτώματα και ομάδες κινδύνου
Σε πρώτο στάδιο, ο κορονοϊός μπήκε στη ζυγαριά με την εποχική γρίπη, με την πλάστιγγα να γέρνει προς την αντίληψη που τον ήθελε να είναι πιο ακίνδυνος από αυτή. Όσο ο καιρός περνούσε και οι καταγραφές των θανάτων και των κρουσμάτων ακολουθούσαν ρυθμούς γεωμετρικής προόδου, ωστόσο, η σύγκριση μεταφέρθηκε σε άλλο τερέν, με τη θνησιμότητα να αποτελεί κοινό παρονομαστή και την ισπανική γρίπη να μπαίνει πια σε αντιπαραβολή για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Παρά το γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι νοσούν ήπια και χωρίς συμπτώματα, ο ιός αποδείχτηκε ιδιαίτερα επίπονος αλλά και θανατηφόρος, ειδικά για τους ηλικιωμένους και δη αυτούς με υποκείμενο νόσημα.
Οι γιατροί που εξέτασαν τα θύματα της COVID-19 κατάφεραν να επιβεβαιώσουν ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης, ο καρκίνος, η νεφρική ανεπάρκεια, η κίρρωση του ήπατος, το άσθμα και οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι από τις πιο επικίνδυνες προϋπάρχουσες καταστάσεις. Παράλληλα, όμως, η εκδήλωση σοβαρών συμπτωμάτων μέχρι ή ο θάνατος των ασθενών εμφανίστηκαν σε περιπτώσεις ανθρώπων, ανεξαρτήτως ηλικίας ή ιατρικού ιστορικού.
Η θεραπεία
Στην αρχή της πανδημίας, πολλοί ασθενείς που νόσησαν σοβαρά διασωληνώθηκαν, λαμβάνοντας τεχνητή αναπνοή. Πλέον, σύμφωνα με τη DW, πολλοί γιατροί έχουν απορρίψει τον συμβατικό τρόπο καθώς διαπίστωσαν πως η τεχνητή αναπνοή μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά από ό, τι καλό στους πνεύμονες. Εφόσον οι ασθενείς μπορούν να αναπνέουν μόνοι τους, λαμβάνουν οξυγόνο χωρίς να συνδέονται με μηχανικό αναπνευστήρα, με τη διασωλήνωση να χρησιμοποιείται μόνο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Παράλληλα, σε αρκετές περιπτώσεις ο κορονοϊός αποδείχτηκε επιβλαβείς για τη λειτουργία ζωτικών οργάνων, ενώ όσοι ασθενείς έχουν νοσήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα ενδέχεται να παρουσιάσουν προβλήματα υγείας ή δυσλειτουργίες.
Φάρμακα και εμβόλια
Η ρεμδεσιβίρη είναι το μόνο φάρμακο που έχει αποδειχθεί ότι μειώνει την πορεία της νόσου, ωστόσο έχει αμφισβητηθεί αλλά και αποδειχτεί πως δεν ήρθε για να κάνει θαύματα. Ενδέχεται να μειώσει την διάρκεια της νόσου σε ήπιες περιπτώσεις, στις βαριές ωστόσο δεν μειώνει τον κίνδυνο, ούτε και αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης.
Την ίδια ώρα, το έτος που πέρασε, οι αρχικές εικασίες για αρκετές ουσίες που σε πρώτη φάση έφεραν ελπιδοφόρα μηνύματα, διαψεύστηκαν. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της υδροξυχλωροκίνης η οποία έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική και μπορεί να είναι ακόμη και επικίνδυνη. Παράλληλα, δοκιμές με ουσίες όπως η αζιθρομυκίνη έπεσαν στο κενό, ενώ σε ό,τι έχει να κάνει με τα αντισώματα ασθενών που έχουν ιαθεί από τον κορονοϊό, αυτά δημιούργησαν διχογνωμία όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα και το κόστος τους.
Έτσι, η επιστήμη στράφηκε στην ανάπτυξη εμβολίων, εναποθέτοντας σε αυτά την ελπίδα τους για τον περιορισμό της εξάπλωσης και κυρίως για τη μείωση της θνησιμότητας της πανδημίας. Έξι τουλάχιστον εμβόλια αναπτύχθηκαν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, παρουσιάζοντας υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας, η οποία αφορά κυρίως στην αποτροπή της σοβαρής εκδήλωσης της νόσου, άρα και τη μείωση των θανάτων λόγω κορονοϊού.
Τα πρώτα εμβόλια κυκλοφόρησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες και την ΕΕ τον περασμένο Δεκέμβριο, η Ρωσία και η Κίνα έχουν επίσης εγκρίνει εμβόλια, ενώ ακόμη περισσότερα αναμένεται να εγκριθούν το 2021. Τα εμβόλια τύπου RNA που βασίζονται στα γονίδια, μπορούν να παραχθούν γρήγορα και φαίνεται πως έχουν πλεονέκτημα σε σχέση με τους άλλους τύπους εμβολίων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών πάντως, ο εμβολιασμός του παγκόσμιου πληθυσμού είναι απίθανο να έχει ολοκληρωθεί πριν από το 2022.
Η ανοσία της αγέλης
Μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, περισσότερα από 84 εκατομμύρια άτομα είχαν προσβληθεί από τον κορονοϊό. Ωστόσο, με πληθυσμό 7,8 δισεκατομμυρίων, ο κόσμος απέχει ακόμη πολύ από την επίτευξη αποτελεσματικού βαθμού ανοσίας, σύμφωνα με την DW. Επιπλέον, δεν έχει ακόμη αποδειχτεί αν οι ασθενείς που έχουν ιαθεί από τον κορονοϊό, έχουν απαλλαγεί μια για πάντα από τον ιό και ότι δεν μπορούν να νοσήσουν δεύτερη φορά.
Υπάρχει μία αβεβαιότητα σχετικά με το διάστημα που διαρκεί αυτή η ανοσία, αλλά και τα αντισώματα τα οποία αναπτύσσονται, ενώ ακόμη περισσότερα ερωτηματικά εγείρονται γύρω από τη διάρκεια της επίδρασης του εμβολίου. Μελέτες δείχνουν πως είναι πιθανόν να υπάρχουν “κατάλοιπα” από τον κορονοϊό, ενώ οι επιστήμονες διαφωνούν για το αν η νόσος μπορεί να εμφανιστεί σε ένα άτομο που είχε νοσήσει στο παρελθόν. Όλα αυτά, στο νέος έτος, δημιουργούν εξίσου μεγάλη πρόκληση για την επιστήμη και την ανθρωπότητα, καθώς η έγκριση των εμβολίων και η έλευσή τους στη ζωή μας συνοδεύεται από σωρεία ερωτημάτων για τη συμβολή τους σε μία μάχη που μαίνεται.
www.news247.gr