Η σύγχρονη τηλεόραση είναι 90 πλέον ετών. Στην Έκθεση Ραδιοφώνου του Βερολίνου στις 21 Αυγούστου 1931, ο εφευρέτης Μάνφρεντ φον Αρντένε παρουσίασε την πρώτη τηλεόραση που λειτουργούσε πλήρως ηλεκτρονικά. Ήταν μια συσκευή τοποθετημένη σε μία ξύλινη θήκη, η ποιότητα της οποίας έφερε τα πάνω κάτω σε ό,τι ήταν μέχρι τότε γνωστό. Με αυτήν την παρουσίαση ήταν σαφές ότι «το μέλλον ανήκει στην πλήρως ηλεκτρονική τηλεόραση», εξηγεί η Τίνα Κούμποτ, επιμελήτρια στο Μουσείο Επικοινωνίας της Φρανκφούρτης.
Βέβαια αυτό το ξύλινο μαγικό κουτί δεν εμφανίστηκε από το πουθενά: «Στη δεκαετία του 1920 υπήρχαν οι πρώτες εμπορικές τηλεοπτικές συσκευές, που σάρωναν τις εικόνες χρησιμοποιώντας έναν περιστρεφόμενο δίσκο με σπειροειδείς οπές», λέει η Κούμποτ. Αλλά η ανάλυσή τους ήταν πολύ κακή, η αντίθεση πολύ αδύναμη, η οθόνη πολύ μικρή και ο ρυθμός ανανέωσης της εικόνας πολύ αργός. Με τη συσκευή –μία από τις 600 εφευρέσεις του φυσικού φον Αρντένε (1907-1997)– μία νέα τεχνολογική εποχή εγκαινιάστηκε το 1931, η οποία τροποποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό μέχρι τη δεκαετία του 2000. Σύμφωνα με την Κούμποτ, «είχε ήδη πολλά στοιχεία της μετέπειτα ηλεκτρονικής τηλεόρασης», και, με βάση τη σημερινή αγοραστική δύναμη, κόστιζε περίπου 3.500 ευρώ.
Τα τηλεοπτικά προγράμματα των Ναζί
Λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν σήμερα ότι η Γερμανία ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που είχε τηλεοπτικές εκπομπές το 1935. Τρία βράδια της εβδομάδας, ο πομπός στο Βίτσλεμπεν, σήμερα Βερολίνο-Σαρλότενμπουργκ, μετέδιδε για μιάμιση ώρα, σύμφωνα με την Κούμποτ. Εκείνη την εποχή το πολιτικό σκηνικό στη Γερμανία είχε ήδη αλλάξει: οι Ναζί ήταν στην εξουσία και για εκείνους η τεχνολογία ήταν πρωτίστως υπόθεση κύρους. «Ο κύριος σκοπός της τηλεόρασης ήταν να αποδείξει την τεχνολογική υπεροχή του Τρίτου Ράιχ», εξηγεί η επιμελήτρια του μουσείου, και χρησιμοποιήθηκε συχνά ως μέσο προπαγάνδας – έμμεσα και αισθητικά καμουφλαρισμένο. «Μόνο το ένα τέταρτο του χρόνου εκπομπής αφιερώθηκε στην άμεση πολιτική προπαγάνδα. Τα ψυχαγωγικά προγράμματα ήταν ένα χαρακτηριστικό της τηλεόρασης κατά την εποχή των Ναζί. Ο υπουργός Προπαγάνδας Γκέμπελς ήταν σαφής ότι η όμορφη συσκευασία του περιεχομένου είναι το κλειδί της επιτυχίας».
Εκείνη την εποχή, ωστόσο, η πλειοψηφία των θεατών δεν μπορούσε να παρακολουθήσει το τηλεοπτικό πρόγραμμα από στο σπίτι, αλλά μόνο από τα λεγόμενα τηλεοπτικά δωμάτια. Το ασπρόμαυρο πρόγραμμα μπορούσε να προβληθεί μόνο στο Βερολίνο και τα περίχωρα.
Προς το τέλος του πολέμου τηλεοπτικά προγράμματα υπήρχαν μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η νέα αρχή στη μεταπολεμική Γερμανία έγινε τα Χριστούγεννα του 1952 με την έναρξη της τηλεόρασης της Northwest German Broadcasting Corporation (NWDR). Έκτοτε, πολλές ήταν οι τηλεοπτικές στιγμές που συνόδευσαν τις ζωές των Γερμανών: η στέψη της βασίλισσας της Μεγάλης Βρετανίας Ελισάβετ Β΄ το 1953, το ποδοσφαιρικό «θαύμα της Βέρνης» το 1954, η προσσελήνωση το 1969, η πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989.
Η τηλεόραση σήμερα
Οι επίπεδες οθόνες LCD σήμαναν την ψηφιακή αλλαγή εδώ και 20 χρόνια. Και τελικά, η τηλεόραση εξακολουθεί να είναι ένας από τους λίγους νικητές της πανδημίας. Κατά τη διάρκεια του περσινού λοκντάουν, το τηλεοπτικό κοινό ηλικίας τριών ετών και άνω παρακολούθησε κατά μέσο όρο 220 λεπτά την ημέρα, δηλαδή τρεις ώρες και 40 λεπτά. Όπως υπολόγισε η γερμανική ομάδα εργασίας τηλεοπτικών ερευνών (AGF), πρόκειται για 10 λεπτά περισσότερο από την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Αλλά ο ερευνητής Τρίσταν Χορξ βλέπει ήδη μια «ημερομηνία λήξης» για την τηλεόραση, όταν κοιτά προς την επόμενη δεκαετία και θεωρεί πως η οθόνη θα παραμείνει μεν, αλλά η τηλεόραση αυτή καθαυτή «γίνεται όλο και λιγότερο ενδιαφέρουσα στην εποχή του Διαδικτύου».
Κρίστοφ Μποκ (dpa)
Επιμέλεια: Χρύσα Βαχτσεβάνου