Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 50 ευρώ το μήνα είναι μία κίνηση προς την σωστή κατεύθυνση καθώς ενισχύει το εισόδημα των χαμηλόμισθων και ταυτόχρονα μπορεί να δώσει «ανάσα» στην αγορά.
Ειδικά το τελευταίο διάστημα που οι τζίροι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν μειωθεί κατά πολύ εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων και των συνεχών ανατιμήσεων, είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχει δυνατότητα κατανάλωσης από τους πολίτες.
Αυτή είναι όμως η μία πλευρά του νομίσματος, καθώς υπάρχει και μία δεύτερη που αφορά στα επιπλέον βάρη που επωμίζονται οι επιχειρήσεις, σε μία στιγμή μάλιστα που ζητάνε ενίσχυση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών έχει τονίσει ότι η οποιαδήποτε αυξητική μεταβολή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να συνδυάζεται με ταυτόχρονη μείωση του μη μισθολογικού κόστους που παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Σήμερα που η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα δίνει αγώνα επιβίωσης λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας, απαιτούνται στοχευμένα μέτρα που θα μειώσουν τα βάρη και θα δώσουν προοπτικές βιωσιμότητας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να υπάρχουν πλέον μνημονιακές φορολογικές επιβαρύνσεις ή φόροι που αυξήθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο. Αναφέρομαι στο τέλος επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης που πιστεύουμε ότι ήρθε η ώρα να καταργηθούν και ταυτόχρονα να επανέλθει το αφορολόγητο για τις ατομικές επιχειρήσεις και η προκαταβολή φόρου σε προηγούμενα χαμηλότερα επίπεδα.
Την ώρα που το ενεργειακό κόστος πιέζει ασφυκτικά τους μικρομεσαίους και οι συνεχείς ανατιμήσεις φέρνουν τους πολίτες στα όρια τους, είναι αναγκαίο να υπάρξουν μέτρα ελάφρυνσης των επιχειρήσεων ώστε να συνεχίσουν να λειτουργούν και να προσφέρουν θέσεις απασχόλησης και έσοδα στα δημόσια ταμεία.
Ο Πρόεδρος
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου