Κακά μαντάτα για τα ελληνικά νοικοκυριά κομίζουν οι δείκτες της Eurostat δικαιολογώντας τη δυσαρέσκεια των πολιτών για την οικονομία και συνάμα την απαισιοδοξία τους για το μέλλον.
Σε ένα ασταθές οικονομικό περιβάλλον που ο πληθωρισμός τροφοδοτεί την ακρίβεια και αδειάζει με ταχύτητα την τσέπη των καταναλωτών η Ελλάδα παραμένει χαμηλά σε κομβικούς δείκτες που όταν αλλάξουν θα σημάνουν την αύξηση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της.
Στην Ελλάδα το ωριαίο κόστος εργασίας διαμορφώθηκε στα 15,7 ευρώ
Μέχρι να γίνει αυτό, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Eurostat, αναφορικά με το κόστος εργασίας, η Ελλάδα απέχει παρασάγγας από τη δυτική Ευρώπη και ανταγωνίζεται τις χώρες των Βαλκανίων και του πρώην ανατολικού μπλοκ.
Tο ποσό για τους Έλληνες εργαζόμενους εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ανήλθε στα 31,8 ευρώ στην Ε.Ε.
Εν αναμονή των ανακοινώσεων για την αύξηση στον κατώτατο μισθό που αναμένεται να γίνουν την Παρασκευή (29/3), κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του υπουργικού Συμβουλίου υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία ανακοίνωσε πως το ωριαίο κόστος εργασίας διαμορφώθηκε για το 2023 στα 15,7 ευρώ, εμφανίζοντας άνοδο σε σύγκριση με το 2022 και το 2021, όταν διαμορφωνόταν στα 14,7 ευρώ και τα 13,9 ευρώ αντίστοιχα.
Όμως, το ποσό αυτό εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ανήλθε στα 31,8 ευρώ στην Ε.Ε. και στα 35,6 ευρώ στην Ευρωζώνη.
Σε απόλυτους αριθμούς, το υψηλότερο ωριαίο κόστος εργασίας παρατηρήθηκε στο Λουξεμβούργο (53,9 ευρώ), τη Δανία (48,1 ευρώ) και το Βέλγιο (47,1 ευρώ). Αντιθέτως, το χαμηλότερο κόστος εργασίας καταγράφεται στη Βουλγαρία (9,3 ευρώ), τη Ρουμανία (11 ευρώ) και την Ουγγαρία (12,8 ευρώ).
Το 2023 σε σύγκριση με το 2022, το ωριαίο κόστος εργασίας σε επίπεδο ολόκληρης της οικονομίας, εκφρασμένο σε ευρώ, αυξήθηκε κατά 5,3% στην ΕΕ και κατά 4,8% στη ζώνη του ευρώ.
Εντός της ζώνης του ευρώ, το ωριαίο κόστος εργασίας αυξήθηκε σε όλες τις χώρες. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφηκαν στην Κροατία (+14,2%), τη Λιθουανία (+12,4%) και την Εσθονία (+11,7%).
Για τις χώρες της ΕΕ εκτός της ζώνης του ευρώ, το ωριαίο κόστος εργασίας αυξήθηκε το 2023 σε όλες τις χώρες, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να καταγράφονται στην Ουγγαρία (+17,0%), τη Ρουμανία (+16,5%), τη Βουλγαρία (+14,0%) και την Πολωνία (+12,4%). Αυξήθηκαν λιγότερο στη Δανία (+2,7%).
Στον «πάτο» της Ευρώπης η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων
Με την Ελλάδα να συγκαταλέγεται στα φθηνά εργατικά χέρια μόνο τυχαίο δεν είναι που η χώρα μας βρίσκεται στο μισθολογικό «πάτο» της Ευρώπης. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η χώρα μας είναι δεύτερη από το τέλος ανάμεσα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε ό,τι αφορά στον δείκτη του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), εκφρασμένου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης.
Η χώρα μας ανταγωνίζεται τη Βουλγαρία που από όλες τις χώρες της ΕΕ (μέσος όρος 100) κατείχε την τελευταία θέση στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με 64 μονάδες και η Ελλάδα ακολουθεί με 67 μονάδες. H Λετονία, τρίτη από το τέλος, έχει 71 μονάδες. Πρώτη χώρα, με διαφορά, είναι το Λουξεμβούργο με «σκορ» 240 μονάδες και δεύτερη η Ιρλανδία με 212.
Το βιοτικό επίπεδο
Το εκρηκτικό μείγμα ακρίβειας που παρατηρείται το τελευταίο χρονικό διάστημα στη χώρα, με τις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων να τρέχουν αγκαζέ σε μια ξέφρενη κούρσα προς τον ουρανό, έχει κυριολεκτικά γονατίσει τα νοικοκυριά.
Το «φρένο» που μπήκε στη μείωση των πραγματικών μισθών (μειώθηκαν κατά 0,2% το 2023) δεν αποδεικνύεται αρκετό με το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων να μην έχει ακόμη ανακάμψει από την κρίση του κόστους ζωής.
«Τα στοιχεία δείχνουν το πώς οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να πληρώνουν το τίμημα μιας πληθωριστικής κρίσης η οποία προκαλείται κυρίως από τις επιχειρήσεις, που εκμεταλλεύονται τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα για να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους», ανέφερε στην τελευταία του έκθεση το Ινστιτούτο της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΕΤUC).
Κάπως έτσι, η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο στους περισσότερους τομείς που ορίζουν μια καλή ποιότητα ζωής, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ. Σημειώνεται πως οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ βασίζονται σε αντικειμενικά χαρακτηριστικά με τις χώρες να εξετάζονται επί των ίδιων κριτηρίων.