Πέμπτη
12
Δεκέμβριος
TOP

Δημογραφικό: Το ασημένιο τσουνάμι απειλεί την οικονομία

Αν η παγκόσμια γεννητικότητα πέσει πράγματι κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης μέσα στα επόμενα 30 χρόνια, οι συνέπειες για το σύνολο του πλανήτη ίσως να είναι καταστροφικές. Μπορεί τα παιδιά μας να είναι το μέλλον, όμως θα μεγαλώνουν σε έναν γεροντικό κόσμο.

του Hippolyte Fofack*

Από το 2011, οι πωλήσεις που καταγράφουν οι πάνες ακράτειας ενηλίκων στην Ιαπωνία ξεπερνούν εκείνες που κάνουν οι πάνες για βρέφη, αντανακλώντας μία μείωση στον δείκτη γεννητικότητας (γεννήσεις ανά γυναίκα) της χώρας από το 3,66 το 1950 σε περίπου 1,5 στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Εκτοτε, ο ιαπωνικός δείκτης γεννητικότητας έχει παραμείνει κολλημένος κάτω από τον «δείκτη αναπλήρωσης» (2,1), φτάνοντας μόλις στο 1,3 το 2021.

Και η γεροντική Ιαπωνία δεν είναι μόνη. Οι δείκτες γεννητικότητας έχουν επίσης πέσει κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης και είναι εντυπωσιακά χαμηλοί στο Χονγκ Κονγκ, το Μακάο, τη Σιγκαπούρη, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν – τις πέντε πλουσιότερες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας, εξαιρουμένης της Κίνας.

Στο 0,81 και το 1,38, αντίστοιχα, οι δείκτες γεννητικότητας της Νότιας Κορέας και του Χονγκ Κονγκ για το 2021 είναι από τους χαμηλότερους παγκοσμίως.

Επιπλέον, η Κίνα αναμένεται να καταγράψει μία απόλυτη μείωση του πληθυσμού της το 2023. Παρότι η κυβέρνηση τερμάτισε το 2016, έπειτα από 35 χρόνια, την πολιτική του ενός παιδιού, ο δείκτης γεννητικότητας της Κίνας ήταν μόλις 1,16 το 2021, έναντι 6,3 το 1968.

Τα Ηνωμένα Εθνη έχουν αναθεωρήσει προς τα κάτω την πρόβλεψή τους όσον αφορά το μέγεθος του κινεζικού πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (μεταξύ 15 και 64 χρόνων) το 2100 κατά 201 εκατομμύρια, από τα 579 στα 378 εκατομμύρια. Αυτή η τάση δημιουργεί ένα μεγάλο πρόβλημα για την κινεζική οικονομία. «

Σήμερα, 100 Κινέζοι σε ηλικία εργασίας καλούνται να συντηρήσουν 20 συνταξιούχους», έγραψε πρόσφατα στο «Spectator» ο ιστορικός της Οξφόρδης Ρανά Μίτερ. «Αν συνεχιστούν αυτές οι τάσεις, στις αρχές του επόμενου αιώνα 100 εργαζόμενοι θα πρέπει να συντηρούν 120 συνταξιούχους».

Στο μεταξύ, ο δείκτης γεννητικότητας στις ΗΠΑ έχει μειωθεί στο ήμισυ και πλέον από το 1960, πέφτοντας από το 3,7 στο 1,66 το 2021. Ακόμα και μία αναδυόμενη οικονομική υπερδύναμη όπως η Ινδία βιώνει μία συρρίκνωση του πληθυσμού της, καταγράφοντας δείκτη γεννητικότητας 2,03 το 2021 και 2,05 την προηγούμενη χρονιά, η πρώτη φορά που η χώρα έπεσε κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης.

Παγκόσμια συγχρονισμένη μείωση γεννήσεων

Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ «Προοπτικές του Παγκόσμιου Πληθυσμού για το 2022» (WPP2022), ο παγκόσμιος δείκτης γεννητικότητας, που ήταν συνολικά 2,3 το 2021, θα φτάσει το δημογραφικό σημείο καμπής του 2,1 έως το 2050, λόγω μιας παγκόσμια συγχρονισμένης μείωσης στα ποσοστά γεννήσεων, μεταξύ άλλων και στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική.

Οι μειούμενοι δείκτες γεννητικότητας έχουν ήδη μετατοπίσει την κατανομή του πληθυσμού προς τα πάνω σε πολλές οικονομίες. Σύμφωνα με την WPP2022, «παγκοσμίως, το 2018, οι άνθρωποι ηλικίας 65 και άνω ξεπέρασαν για πρώτη φορά σε αριθμό τα παιδιά κάτω των πέντε ετών». Μέχρι τα μέσα αυτού του αιώνα θα υπάρχουν δύο φορές περισσότεροι ηλικιωμένοι πολίτες σε σύγκριση με τα παιδιά κάτω των πέντε χρόνων και περίπου τόσοι ηλικιωμένοι όσα και παιδιά κάτω των δώδεκα χρόνων.

Τεράστιες συνέπειες

Οι συνέπειες θα είναι τεράστιες, ιδιαίτερα στις οικονομίες υψηλών εισοδημάτων. Πέραν της καταπόνησης των συστημάτων συντάξεων και υγείας, οι χαμηλοί δείκτες γεννητικότητας – ελλείψει περισσότερης μετανάστευσης – θα μειώσουν τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας, περιορίζοντας με τη σειρά την κατανάλωση των νοικοκυριών και την οικονομική ανάπτυξη.

Οι λιγότεροι εργαζόμενοι θα φέρουν επίσης πληθωριστικές πιέσεις στους μισθούς, που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την αστάθεια στην παγκόσμια οικονομία.

Καθώς οι χαμηλοί δείκτες γεννητικότητας παγιώνονται όλο και περισσότερο, πολλές χώρες ίσως υιοθετήσουν επιθετικές φιλοναταλιστικές πολιτικές.

Ακολουθώντας τα μοντέλα του νομπελίστα οικονομολόγου Γκάρι Μπέκερ για τη συμπεριφορά των νοικοκυριών και τον οικογενειακό σχεδιασμό, οι πολιτικές αυτές τείνουν να δίνουν έμφαση στα οικονομικά κίνητρα, όπως είναι η αμειβόμενη γονική άδεια, τα «μπόνους» για τα ζευγάρια που αποκτούν παιδιά, μηνιαία επιδόματα για τις μητέρες που παίρνουν άδεια από τη δουλειά τους προκειμένου να μεγαλώσουν ένα τρίτο παιδί, και προσωπικές εκπτώσεις φόρου για την κάλυψη των δαπανών για τη φροντίδα των παιδιών.

Αυτά τα κίνητρα όμως δεν έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικά. Η Γαλλία προσφέρει σημαντική στήριξη στις οικογένειες, αλλά ο δείκτης γεννητικότητάς της ήταν μόλις 1,83 το 2021.

Οι μετανάστες… σώζουν συντάξεις

Καθ’ όλη τη σύγχρονη ιστορία, η διεθνής μετανάστευση από χώρες χαμηλών εισοδημάτων και υψηλού δείκτη γεννητικότητας σε χώρες με υψηλότερα μέσα εισοδήματα και χαμηλότερους δείκτες γεννητικότητας έχει βοηθήσει στην προστασία των τελευταίων από τους δημογραφικούς μετωπικούς ανέμους.

Σύμφωνα με την WPP2022, μεταξύ 2000 και 2020, η πληθυσμιακή αύξηση των χωρών υψηλών εισοδημάτων τροφοδοτήθηκε πρωτίστως από τη διεθνή μετανάστευση, με τις καθαρές εισροές (80,5 εκατομμύρια) να ξεπερνούν κατά περισσότερο από 20% την ισορροπία των γηγενών γεννήσεων επί των θανάτων (66,2 εκατομμύρια).

Επιπλέον, η διεθνής μετανάστευση αναμένεται να είναι ο μοναδικός παράγοντας πληθυσμιακής αύξησης σε αυτές τις οικονομίες τις ερχόμενες δεκαετίες.

Παρά τις αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές που έχουν προωθήσει πολλές κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια, η διεθνής μετανάστευση έχει βοηθήσει τις χώρες υψηλών εισοδημάτων να στηρίξουν την οικονομική ανάπτυξή τους και να αμβλύνουν το βάρος της στήριξης του αυξανόμενου γηραιού πληθυσμού τους, μεταξύ άλλων και διατηρώντας τις κρατικές συντάξεις στο μονοπάτι της βιωσιμότητας.

Σε μία περίοδο οξυμμένων γεωπολιτικών εντάσεων και κινδύνου ενός παγκόσμιου κατακερματισμού, είναι πιο σημαντικό από ποτέ να αναγνωρίσουμε την αμοιβαία επωφελή σχέση που υφίσταται ανάμεσα στις χώρες με χαμηλό και τις χώρες με υψηλό δείκτη γεννητικότητας.

Παρ’ όλα αυτά, η διευκόλυνση της μετανάστευσης δεν μπορεί να αποτελέσει τη μοναδική μακροπρόθεσμη λύση. Αν η παγκόσμια γεννητικότητα πέσει πράγματι κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης μέσα στα επόμενα 30 χρόνια, οι συνέπειες για το σύνολο του πλανήτη ίσως να είναι καταστροφικές.

Μπορεί τα παιδιά μας να είναι το μέλλον, όμως θα μεγαλώνουν σε έναν γεροντικό κόσμο.

* επικεφαλής οικονομολόγος και διευθυντής Έρευνας της African Export-Import Bank (Afreximbank)

ΠΗΓΗ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ – Project Syndicate

πηγη in.gr