Σάββατο
20
Απρίλιος
TOP

Καμπανάκι για την οικονομία η έκρηξη του ελλείμματος στο ισοζύγιο

Η διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο στο τέλος του πρώτου τριμήνου έφτασε τα 6,25 δισ. ευρώ και ήταν υπερδιπλάσιο από τα 2,65 δισ. ευρώ όπου είχε φτάσει το πρώτο τρίμηνο του 2021, εξελίσσεται σε ακόμα έναν πονοκέφαλο για το οικονομικό επιτελείο.

Μπορεί ο στόχος να είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα να μειωθεί στο 4% του ΑΕΠ για φέτος, από 7,4% του ΑΕΠ το ’21, αλλά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών θα αυξηθεί, και μάλιστα σημαντικά, με τη βοήθεια και του υψηλού πληθωρισμού. Παρότι όλοι αναγνωρίζουν ότι αυτό είναι αποτέλεσμα και της ενεργειακής κρίσης, δεν αλλάζει το γεγονός ότι μειώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τη δυνατότητα να επιτευχθεί βιώσιμη υψηλή ανάπτυξη.

Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών “δείχνει” στην ουσία ότι η οικονομία έχει υψηλή εξάρτηση από εισαγωγές που δεν αντισταθμίζονται από εξαγωγές και αυξάνει σταθερά το εξωτερικό της χρέος. μάλιστα, αυτό συμβαίνει όταν η Ελλάδα, με μέριμνα των εταίρων, έχει πλέον μια καθαρή ευκαιρία να αφήσει πίσω της την οικονομική κρίση, διαθέτοντας τα περίπου 52 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το νέο ΕΣΠΑ μέχρι και το 2026. Στα χρήματα αυτά μπορούν να προστεθούν άλλα 5 δισ. σε χαμηλότοκα δάνεια για να επεκταθεί το Ταμείο Ανάκαμψης με έργα για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα μέσω της νέας ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας RepowerEU.

Βεβαίως, η επιδείνωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών για την Ελλάδα, εκτός από τη συγκυριακή αύξηση της αξίας των εισαγωγών λόγω πληθωρισμού, έχει και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά. Όσο και αν ακουστεί παράδοξο, η αύξηση του ελλείμματος θα καταγραφόταν ακόμα και αν ο πληθωρισμός βρισκόταν σε αρνητικό έδαφος, όπως το 2019, λόγω της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας. Έπειτα από μία 15ετία αποβιομηχάνισης, η χαμηλή παραγωγικότητα της χώρας σε προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας έχει ως αποτέλεσμα η αύξηση των επενδύσεων κατά 21,6% που προβλέπει για φέτος το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης να επιβάλλει την αύξηση των εισαγωγών.

Σε αυτό το σημείο “παρεμβαίνει” και ο εισαγόμενος πληθωρισμός, ο οποίος αυξάνει το έλλειμμα με μεγαλύτερη ταχύτητα, αφού τα εισαγόμενα προϊόντα και οι πρώτες ύλες είναι ακριβότερα. με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών το πρώτο τρίμηνο του χρόνου, πριν προλάβει να ενσωματώσει και τις συνέπειες από τον πόλεμο στην Ουκρανία, διευρύνθηκε κατά περίπου 3,7 δισ. ευρώ, στα 8,76 δισ. ευρώ, από 5 δισ. ευρώ που ήταν το ίδιο διάστημα του 2021.

Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως στη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος λόγω των υψηλότερων τιμών στα ενεργειακά προϊόντα, στις πρώτες ύλες και στα τρόφιμα. Το πρώτο τρίμηνο του χρόνου το ισοζύγιο των καυσίμων αύξησε το έλλειμμά του κατά 1,83 δισ. ευρώ, φτάνοντας φέτος τα 2,625 δισ. ευρώ, από 789 εκατ. ευρώ που ήταν το ίδιο διάστημα του 2021. Αντιστοίχως, το εμπορικό έλλειμμα, εξαιρουμένων των καυσίμων, αυξήθηκε 1,93 δισ. ευρώ, στα 6,13 δισ. ευρώ, από 4,2 δισ. ευρώ που ήταν το ίδιο διάστημα του 2021. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές εκτιμήσεις της προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα αυξηθεί φέτος στο 8,4% (περίπου 15,7 δισ. ευρώ), πριν υποχωρήσει λίγο στο 6,4% του ΑΕΠ (12,23 δισ. ευρώ) στο τέλος του 2023.

Μικρότερες σε αξία οι εξαγωγές

Η εξάρτηση της οικονομίας από τις εισαγωγές φαίνεται πιο καθαρά από το γεγονός ότι, παρά τη διψήφια αύξηση που είχαν οι εξαγωγές από το 2020, συνεχίζουν ως αξία να υπολείπονται σημαντικά των εισαγωγών. με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αξία των εισαγωγών για το τετράμηνο αυξήθηκε φέτος κατά 45,6%, στα 27,02 δισ. ευρώ, από 18,56 δισ. ευρώ το ίδιο διάστημα του 2021. Βεβαίως, μέρος της μεγάλης αύξησης οφείλεται στο ότι στο πρώτο τετράμηνο του 2021 η οικονομική δραστηριότητα ήταν εξαιρετικά περιορισμένη, λόγω των μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας.

Ωστόσο ένα μεγάλο μέρος της αύξησης της αξίας των εισαγωγών οφείλεται στην αύξηση των τιμών κυρίως στα καύσιμα. Παρότι οι ελληνικές εξαγωγές κατέγραψαν για το τετράμηνο Ιανουαρίου-Απριλίου αύξηση κατά 31,3%, η αξία τους αυξήθηκε φέτος κατά 3,7 δισ. ευρώ, στα 15,7 δισ. ευρώ, από 12 δισ. ευρώ το πρώτο τετράμηνο του 2021. Είναι φανερό ότι η διαφορά αυτή, όσο θα αυξάνονται οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών, θα επηρεάζει αρνητικά το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αφού τα ακριβότερα εισαγόμενα προϊόντα αντισταθμίζουν την αύξηση των εξαγωγών.

Σωσίβιο ο τουρισμός

Ευτυχώς, όμως, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφουν τις εισαγωγές και τις εξαγωγές μόνο για τα αγαθά, αλλά όχι και για τις υπηρεσίες. Στον τομέα αυτό η Ελλάδα έχει το “καλό χαρτί” του τουρισμού, για να μετριάζει κάπως τις απώλειες του εμπορικού ελλείμματος. με δεδομένο ότι οι προβλέψεις των επαγγελματιών της χώρας θέλουν να επιτυγχάνεται από φέτος η πλήρης ανάκτηση του τζίρου στο ύψος ρεκόρ των 18,5 δισ. ευρώ όπου είχε φτάσει το 2019, υπάρχουν ελπίδες ότι για το διάστημα του χρόνου για το οποίο θα έχουμε τουριστικές ροές το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών θα υποχωρήσει. Βεβαίως, όλα θα εξαρτηθούν και από την πορεία των τιμών κυρίως των καυσίμων, των τροφίμων και άλλων πρώτων υλών που τροφοδοτούν σταθερά εδώ και έναν χρόνο τον πληθωρισμό.

Δυστυχώς, δεν έχουμε ακόμη 12μηνο τουρισμό, που θα ισοσκέλιζε σε μόνιμη βάση από τις υπηρεσίες το έλλειμμα που καταγράφεται στο εμπορικό ισοζύγιο. Από την άλλη, η άνοδος του τουρισμού δεν θα έρθει από μόνη της, αφού θα συμπαρασύρει μια σειρά από άλλους, “δορυφορικούς” κλάδους, οι οποίοι μάλιστα χτυπήθηκαν δύο χρόνια από την πανδημία του κορονοϊού και στοχεύουν φέτος να ανακτήσουν ένα μέρος από τις απώλειες. Τέτοιοι κλάδοι είναι οι μεταφορές (αεροπορικές, θαλάσσιες και οδικές), η εστίαση, η διασκέδαση και ο πολιτισμός, οι οποίες θα συνεισφέρουν με τις παραπάνω εισπράξεις τους στις εξαγωγές υπηρεσιών, συγκρατώντας το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.

Ένα δεύτερο μέγεθος το οποίο αναμένεται για φέτος να λειτουργήσει ως “ανάχωμα” στην αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών είναι οι επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές. Από τα πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία του πρώτου τριμήνου για την ανάπτυξη φαίνεται ότι η εκκίνηση του χρόνου ήταν καλή. μέρος της οικονομικής μεγέθυνσης, η οποία έφτασε το πρώτο τρίμηνο το 7%, ήταν και οι επενδύσεις, οι οποίες αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 2,36 δισ. ευρώ, φτάνοντας στο τέλος του πρώτου τριμήνου στα 11 δισ. ευρώ, από 8,6 δισ. που είχαν φτάσει το πρώτο τρίμηνο του 2021.

Τούτο παρά το γεγονός ότι, τουλάχιστον για τις δημόσιες επενδύσεις, το πρώτο τρίμηνο ήταν ένα διάστημα προπαρασκευής για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. Από εδώ και πέρα θα αρχίσουν να τρέχουν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης μεγάλα προγράμματα επιδοτήσεων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οποία αναμένεται να επιταχύνουν την απορρόφηση πόρων και να μετασχηματιστούν σε επενδύσεις. Επίσημα το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων αναμένεται να φτάσει για φέτος τα 11 δισ. ευρώ. Ωστόσο αναμένεται να δεχθεί ενισχύσεις και από τις ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες θα υλοποιηθούν με χρηματοδότηση από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης. Η σχετική πλατφόρμα όπου αναρτώνται οι επενδυτικές προτάσεις έχει συγκεντρώσει επενδύσεις συνολικού ύψους 3 δισ. ευρώ.

Ακόμα μία θετική προσδοκία από τον δημόσιο τομέα προέρχεται και από τον χώρο των αποκρατικοποιήσεων, μετά το ξεπάγωμά τους με το τέλος των περιορισμών της πανδημίας για το 2020 και το 2021. με βάση τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού, από αποκρατικοποιήσεις οι οποίες κατά τεκμήριο αφορούν επενδύσεις αναμένονται έσοδα ύψους 2,2 δισ. ευρώ.

Από την άλλη, όμως, επιχειρήσεις οι οποίες σχεδίαζαν να προχωρήσουν σε επενδύσεις με την έκδοση εταιρικών ομολόγων θα το ξανασκεφτούν, καθώς το αμέσως επόμενο διάστημα η ΕΚΤ θα ανοίξει τον κύκλο της αύξησης των επιτοκίων, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού.

Βαρόμετρο ο πληθωρισμός

Βαρόμετρο και για τις προοπτικές της οικονομίας αλλά και για την εξέλιξη του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα είναι η πορεία του πληθωρισμού, για τον οποίο οι εκτιμήσεις αλλάζουν σε μηνιαία βάση.

Πιο αισιόδοξο από όλους, το ∆ΝΤ προβλέπει για την Ελλάδα πληθωρισμό 4,5%. Το ΥΠΟΙΚ θεωρεί ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί μεν για φέτος, αλλά όχι πάνω από 5,6%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανεβάζει τον πήχη του πληθωρισμού στο 6,3%, ενώ ο πιο απαισιόδοξος από όλους είναι ο ΟΟΣΑ, ο οποίος στις προβλέψεις που δημοσιοποίησε την Τετάρτη εκτιμά ότι για φέτος ο πληθωρισμός για την Ελλάδα θα φτάσει στο 8,8%.

Σε διεθνές επίπεδο, η εικόνα είναι παρόμοια. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η Ευρωζώνη θα έχει για φέτος πληθωρισμό στο 6%. Ίδια είναι και η εκτίμηση του ∆ΝΤ. Πιο απαισιόδοξη είναι η ΕΚΤ, η οποία, έπειτα από διαδοχικές αναθεωρήσεις, έχει εγκαταλείψει τη θεωρία της συγκυριακής αύξησης των τιμών. Πλέον, προβλέπει ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα φτάσει το 7%, συνεκτιμώντας, προφανώς, τη θετική επίδραση που θα έχουν στην αποκλιμάκωση των τιμών οι αυξήσεις επιτοκίων που θα ξεκινήσουν από τον επόμενο μήνα, οι οποίες δεν ξέρουμε ούτε σε τι έκταση ούτε και με ποια ταχύτητα θα γίνουν. Σε κάθε περίπτωση, η Κεντρική Τράπεζα του ευρώ αναμένει μια σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών, όχι όμως νωρίτερα από τα μέσα του 2023, με βάση τα σημερινά στοιχεία.

Ο ΟΟΣΑ και η Moody’s προβλέπουν υψηλό πληθωρισμό τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια, προσθέτοντας και ένα νέο στοιχείο στις εκτιμήσεις τους: τις αλλαγές που έχουν δρομολογηθεί σε ό,τι αφορά την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε. Ειδικότερα, και οι δύο οργανισμοί σημειώνουν ότι η προσπάθεια της Ευρώπης να απεξαρτηθεί άμεσα (μέχρι και το τέλος του 2022) από το ρωσικό πετρέλαιο θα φέρει διαρθρωτικές αλλαγές στην ενεργειακή αγορά της Ευρώπης.

μέχρι να ολοκληρωθούν αυτές οι αλλαγές, δηλαδή για ένα διάστημα 3 έως και 5 ετών, οι τιμές του αργού πετρελαίου αλλά και των υπολοίπων ενεργειακών προϊόντων θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα, διατηρώντας τις πιέσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Ακόμα και αν η πρόβλεψη αυτή θεωρηθεί υπερβολική, σίγουρα κανείς δεν περιμένει πια οι τιμές να υποχωρήσουν πριν από το τέλος του 2023.

Πηγή: capital.gr