Κυριακή
15
Δεκέμβριος
TOP

Ομιλία Αλ. Χαρίτση στην παρουσίαση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ: «Ελλάδα 2027: Επτά βήματα για Δίκαιη Κοινωνία και Ευημερία για Όλους»

Δελτίο Τύπου

Η ομιλία του Αλέξη Χαρίτση στην παρουσίαση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία «Ελλάδα 2027: Επτά βήματα για Δίκαιη Κοινωνία και Ευημερία για Όλους»

Φίλες και φίλοι,

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

Σήμερα, κάνουμε ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά. Σπάμε τον φαύλο κύκλο ενός αντικοινωνικού και παρασιτικού παραγωγικού μοντέλου που οδηγεί τη χώρα μας από τη μία κρίση στην άλλη. Κάνουμε ταυτόχρονα και ένα ουσιαστικό βήμα για τον εμπλουτισμό της προεκλογικής συζήτησης. Με ζητούμενο τη θέση της χώρας μας στο πλαίσιο των μεγάλων διεθνών μεταβολών. Ξέρουμε ότι συνήθως η προεκλογική συζήτηση εξαντλείται σε ανούσιους καυγάδες και σε κινήσεις εντυπωσιασμού. Είναι μια επιλογή που εξυπηρετεί μόνο εκείνους που επιθυμούν τη συντήρηση μίας εθνοκεντρικής και στενόμυαλης ανάγνωσης της οικονομίας και κυρίως την αναπαραγωγή ενός μοντέλου που το πληρώσαμε στο παρελθόν και εξακολουθούμε να το πληρώνουμε πάρα πολύ ακριβά. Ενός μοντέλου κρατικοδίαιτου καπιταλισμού, διασπάθισης του δημοσίου χρήματος, καχεκτικής θέσης της χώρας στον παγκόσμιο καταμερισμό. Και πρέπει να το πούμε καθαρά : το μοντέλο αυτό δεν δουλεύει. Δεν δουλεύει για την κοινωνική πλειοψηφία και τις ανάγκες της. Εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα και υπονομεύει τις υπαρκτές δυνατότητες της χώρας μας για δίκαιη ανάπτυξη με ευημερία για όλους.

Ανάπτυξη με ημερομηνία λήξης

H χώρα μας δεν έχει συνέλθει ακόμα από τις δομικές συνέπειες της κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας. Παρά τις σημαντικές επιτυχίες -με μεγαλύτερη βεβαίως την επιτυχία της κυβέρνησής μας για έξοδο από τα Μνημόνια το καλοκαίρι του 2018- η χώρα παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη στις διεθνείς δοκιμασίες (το έδειξε και η πρόσφατη πληθωριστική κρίση) και κυρίως δεν έχει προχωρήσει σε μια ριζική αναθεώρηση του παλιού και αποτυχημένου μοντέλου ανάπτυξης. Και αυτό δεν έγινε τυχαία. Αυτό οφείλεται σε πολύ συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές. Γιατί αν την περίοδο 2015-2019 η χώρα δοκίμασε εν κινήσει να επιτύχει τον διπλό στόχο της αποτίναξης της επιτροπείας από τη μία και της προώθησης αναπτυξιακών τομών από την άλλη, η περίοδος του 2019-2023 συνιστά την παλινόρθωση ενός στρεβλού και άδικου αναπτυξιακού μοντέλου.

Ενός μοντέλου που συνοψίζεται στην φράση «φτηνή ανάπτυξη». Ποια είναι τα γνωρίσματα αυτού του μοντέλου: χαμηλό κόστος εργασίας, ροπή στον παρασιτισμό, περιορισμένη προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς, χαμηλό επίπεδο έρευνας,  ανάπτυξης και καινοτομίας και εντέλει χαμηλή προστιθέμενη αξία για την ελληνική κοινωνία.

Τα αποτελέσματα αυτού του μοντέλου είναι ορατά. Αυτή τη στιγμή η χώρα μας επιστρέφει -και μάλιστα με χειρότερους όρους από ότι συνέβη την πρώτη φορά- στο παλιό μοντέλο της υποτιθέμενης «ισχυρής Ελλάδας» των δεκαετιών του 1990 και του 2000. Αυτό που κυριαρχεί σήμερα είναι η μονοσήμαντη ανάπτυξη τουριστικών και συναφών υπηρεσιών, η έκρηξη του real estate, η συγκεντροποίηση της οικονομικής δραστηριότητας σε ολοένα και λιγότερους οικονομικούς δρώντες, η εκποίηση ή και ιδιωτικοποίηση βασικών δημόσιων περιουσιακών στοιχείων σε ξένα κεφάλαια. Και η επιστροφή της Ελλάδας σε μια χώρα εισαγωγών, όπως δείχνει η έκρηξη του εμπορικού ελλείματος την τελευταία τετραετία.

Αυτό όμως το μοντέλο ανάπτυξης έχει ημερομηνία λήξης και τελικά ελάχιστους πραγματικά ωφελημένους.

Πρώτον, γιατί βρίσκεται στον αντίποδα των διεθνών εξελίξεων και οδηγεί τη χώρα σε μια μόνιμη απόκλιση από τις αναζητήσεις του σύγχρονου κόσμου και της Ευρώπης. Τη στιγμή που οι πλέον προηγμένες οικονομίες του πλανήτη αναζητούν τη διέξοδο από την κρίση στην αλλαγή παραδείγματος, ο κύριος Μητσοτάκης ευαγγελίζεται ένα μέλλον κερδοσκοπικού οπορτουνισμού.

Δεύτερον, γιατί αυτό το μοντέλο έχει τεράστιο κοινωνικό κόστος. Η φτηνή ανάπτυξη εντείνει τις ανισότητες, ατροφεί το κοινωνικό κράτος, εκτροχιάζει το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, καθηλώνει τις επενδύσεις στην αναζήτηση του εφήμερου και της μάξιμουμ κερδοφορίας δίχως κοινωνικό αντάλλαγμα, στέλνει τους νέους επιστήμονές μας στο εξωτερικό υποσκάπτοντας ακόμη περισσότερο το δημογραφικό και παραγωγικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας.

Τρίτον, γιατί αφήνει τη χώρα μας ευάλωτη. Ευάλωτη στις διακυμάνσεις της παγκόσμιας οικονομίας, ευάλωτη στους ολοένα αυξανόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους, ευάλωτη στα ίδια τα δομικά της προβλήματα, καθώς αφαιρεί συστηματικά πόρους από τις παραγωγικές δραστηριότητες και σπαταλά πόρους σε χαμηλής αξίας ή παρασιτικές δραστηριότητες.

Το μοντέλο της φτηνής ανάπτυξης έχει ημερομηνία λήξης. Και ήδη τα μηνύματα είναι εξαιρετικά ανησυχητικά. Η παρένθεση της δημοσιονομικής χαλαρότητας κλείνει. Το μέλλον λοιπόν, το άμεσο μέλλον, απαιτεί ριζικές τομές.

Το περιεχόμενο της Ανάπτυξης

Οι ριζικές τομές απαιτούν πολιτικό σχέδιο. Και αυτή είναι η καρδιά της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: η χώρα μας χρειάζεται ένα αναπτυξιακό άλμα. Όχι μόνο των ποσοτικών δεικτών (που και αυτοί βεβαίως έχουν τη σημασία τους), αλλά πρωτίστως ένα ποιοτικό αναπτυξιακό άλμα. Η Ελλάδα για να είναι μία χώρα δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης χρειάζεται ένα παραγωγικό μοντέλο κλιματικά ουδέτερο και παραγωγικά καινοτόμο. Που θα εξασφαλίζει ευημερία σε όλες και όλους.

Και βεβαίως σε αυτό το παραγωγικό μοντέλο που έχει ανάγκη η χώρα μας,  το Κράτος πρέπει να έχει την ικανότητα να συνεργαστεί ισότιμα και με αμοιβαίο όφελος με τον ιδιωτικό τομέα αντί να γίνεται έρμαιο ισχυρών συμφερόντων. Είναι ένα Κράτος-στρατηγός με κομβική θέση στον σχεδιασμό των δημόσιων πολιτικών, στην εκπόνηση, αξιολόγηση και ανατροφοδότηση της αναπτυξιακής στρατηγικής, στην προώθηση παραγωγικών επενδύσεων, στην αναζήτηση τομών και μεταρρυθμίσεων που θα λαμβάνουν υπόψη τους τις κατακλυσμιαίες συνέπειες των κρίσεων που βιώνουμε σήμερα. Στόχος πρέπει να είναι ένα αναπτυξιακό κράτος που θα σχεδιάζει και θα υλοποιεί προς όφελος της ευημερίας των πολιτών, της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, της επιδίωξης της δίκαιης ανάπτυξης, πάντοτε σε συνεργασία και συντονισμό με τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας.

Στο έδαφος αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιμένει ότι το μοντέλο ανάπτυξης του μέλλοντος μπορεί και οφείλει να είναι προσανατολισμένο στην ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας μέσα από τη δυναμική αναγέννηση του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα. Σε μια εποχή διαδοχικών αγροτοδιατροφικών κρίσεων, είναι αδιανόητο να βλέπουμε με απάθεια την ερήμωση της υπαίθρου και την καθήλωση της αγροτικής παραγωγής. Γιατί σε μια εποχή όπου το ζητούμενο είναι οι παραγωγικές επενδύσεις, είναι προβληματικό η χώρα μας να εξαντλεί την φιλοδοξία της στην ανάπτυξη σχεδόν αποκλειστικά των υπηρεσιών και μάλιστα υπηρεσιών χαμηλής προστιθέμενης αξίας. Γιατί σε μια περίοδο γενικευμένου προβληματισμού για την πράσινη μετάβαση, είναι ντροπή στη χώρα μας να αντιμετωπίζονται οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις ως εμπόδιο και πρόβλημα, αντί να συζητάμε για το πραγματικό πρασίνισμα της οικονομίας με όρους συμπερίληψης και δημοκρατίας. Ώστε η κλιματική κρίση να μην μεγεθύνει τις ανισότητες, πλήττοντας πρώτα τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και τα οικοσυστήματα, αλλά να δώσει νέες ευκαιρίες για μια οικονομία πλουραλιστική, όπου η ευημερία και η προκοπή θα αφορά όλες και όλους και όχι μόνο τα καρτέλ του κ. Μητσοτάκη.

Ξέρουμε ότι τίποτα δεν θα γίνει εύκολα. Και είμαστε αποφασισμένοι για συγκεκριμένες αλλά και ταυτόχρονα ριζοσπαστικές τομές χρειάζεται η ελληνική οικονομία.

Με πρώτη και κύρια στο τραπεζικό σύστημα, με την άσκηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου και την δυνατότητα του Κράτους να έχει ουσιαστικό λόγο στη χρηματοπιστωτική λειτουργία. Να σταματήσουν οι συστημικές τράπεζες να λειτουργούν ως κράτος εν κράτει στην ελληνική οικονομία. Αυτό τον στόχο υπηρετεί επίσης η αναβάθμιση της Αναπτυξιακής Τράπεζας που δημιούργησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2019 ακριβώς για να παίξει τον ρόλο του δημόσιου αναπτυξιακού πυλώνα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και να σχεδιάσει την χρηματοδοτική στήριξη του συνόλου της παραγωγικής βάσης της χώρας.

Πολύ σημαντική μεταρρύθμιση είναι η επιστροφή σε πλήρη δημόσιο έλεγχο της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού. Ώστε να σταματήσει η ιδιωτικοποιημένη ΔΕΗ να σέρνει τον χορό της κερδοσκοπίας και να λειτουργήσει ως ο βασικός πυλώνας για την άσκηση εθνικής ενεργειακής πολιτικής για την προστασία της κοινωνίας και την στήριξη της οικονομικής και περιβαλλοντικής ανασυγκρότησης.

Όπως βεβαίως πολύ σημαντική μεταρρύθμιση είναι η διασφάλιση του δημόσιου ελέγχου σε όλους τους φορείς διαχείρισης του νερού. Γιατί δεν μπορεί το βασικότερο ανθρώπινο αγαθό να γίνεται αντικείμενο κερδοσκοπίας.

Απέναντι στη γνωστή, μόνιμη επωδό που ακούμε ότι «αυτά δεν γίνονται», εμείς θα επιμείνουμε ότι τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι και οικονομικά ρεαλιστικές και κοινωνικά αναγκαίες.

Οι σημαντικές αυτές προοδευτικές μεταρρυθμιστικές τομές πρέπει να συνοδεύονται όμως και από κρίσιμες και αναγκαίες πρωτοβουλίες στο χρηματοδοτικό πεδίο. Έτσι ώστε αυτό που παρουσιάζουμε ως αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου να μπορεί να πάρει σάρκα και οστά.

Η χώρα μας διαθέτει μέχρι το 2030 έχει να διαχειριστεί ευρωπαϊκά κονδύλια που ξεπερνούν τα 80 δισεκατομμύρια ευρώ.

Το δίλημμα είναι απλό και συγκεκριμένο και αφορά όλους τους Έλληνες πολίτες και αφορά την κάλπη της 25ης Ιουνίου: θα αφήσουμε να σκορπιστούν αυτά τα κονδύλια στους ανέμους της κερδοσκοπίας και της επιδότησης συγκεκριμένων μεγάλων οικονομικών συμφερόντων; Ή θα γίνει κάθε διαθέσιμο ευρώ ένα πολύτιμο εργαλείο για την στρατηγική κοινωνική και οικονομική μεταβολή που απαιτεί η εποχή μας;

Σε αυτήν λοιπόν την κατεύθυνση καταθέτουμε 5 συγκεκριμένα παραδείγματα για τη δυνατότητα αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου μέσα από την παραγωγική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων:

Πρώτον: Θεσπίζουμε Ταμείο Βιομηχανίας και Νέων Τεχνολογιών.

Για τη χρηματοδότηση της «οικονομίας της γνώσης» και την αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας με διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες. Με στόχο την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας

Δεύτερον: Αναβαθμίζουμε το δικό μας δημιούργημα, της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ). Με τριπλασιασμό των διαθέσιμων πόρων για την χρηματοδότηση της Γενικής Έρευνας, της Καινοτομίας και για την ενδυνάμωση ειδικά των νέων ερευνητών. Για να σταματήσει στην πράξη και όχι στα λόγια το γνωστό brain drain.

Τρίτον: Ιδρύουμε Ταμείο Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας, Αυτοαπασχολουμένων και Αγροτών.

Για να χρηματοδοτήσουμε την μιρκομεσαία επιχείρηση, τον Έλληνα αγρότη, με κεφάλαιο κίνησης, μικροπιστώσεις, εμπορικές και αγροτικές πιστώσεις. Για να σταματήσει επιτέλους ο χρηματοδοτικός αποκλεισμός που υφίστανται σήμερα το 95% σχεδόν των ελληνικών επιχειρήσεων.

Τέταρτον: Θεσπίζουμε Ταμείο Ενεργειακής Δημοκρατίας.

Για την χρηματοδότηση ολοκληρωμένων δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας και αποκέντρωσης παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ σε νοικοκυριά, ΜμΕ, σε αγρότες και Ενεργειακές Κοινότητες. Μια ακόμη πολύ σημαντική μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015-2019. Με στόχο την μείωση του κόστους ενέργειας, την προστασία του περιβάλλοντος και την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής

Πέμπτο: Επανασυστήνουμε τη Δομή στήριξης της Μικρομεσαίας Επιχείρησης στο Υπουργείο Ανάπτυξης, που είχαμε δημιουργήσει την περίοδο 2015-2019 και κατάργησε η ΝΔ, μαζί με τα Επιμελητήρια και τις Ενώσεις τους, ακριβώς για να διασφαλίσουμε την ενεργητική συμμετοχή των παραγωγικών φορέων στο δημόσιο σχεδιασμό. Αλλά και για να ενδυναμώσουμε και να αναβαθμίσουμε τις δυνατότητες της ελληνικής μικρομεσαίας επιχείρησης.

Φίλες και φίλοι,

Για εμάς είναι απολύτως ξεκάθαρο. Για εμάς η πρόταση εξουσίας δεν είναι απλά μία εναλλακτική διαχείριση ενός δεδομένου μοντέλου. Αντίθετα, είναι μία πρόταση στρατηγικής ανάταξης του αναπτυξιακού δρόμου με πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση: την ανάπτυξη με όρους αειφορίας, βιωσιμότητας και δικαιοσύνης ως αναγκαία προϋπόθεση για μια κοινωνία ευημερίας, ίσων ευκαιριών και συλλογικής ασφάλειας.

Πρέπει σε όλους μας να είναι σαφές. Έρχονται δύσκολες και παράξενες μέρες στην παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομία. Η κρίση του πολιτικού νεοφιλελευθερισμού και του μοντέλου ανάπτυξης που τον συνοδεύει, παράγει κλυδωνισμούς, αλλά ταυτόχρονα τροφοδοτεί φιλόδοξα σχέδια ανατροπής και χειραφέτησης.

Είπε και ο Πρόεδρος πριν ότι διαλέγουμε πλευρά. Και η ΝΔ έχει διαλέξει πλευρά. Έχει διαλέξει την πλευρά της κρίσης, των ανισοτήτων, έχει διαλέξει την πλευρά της αδικίας, έχει διαλέξει την λογική του πρόσκαιρου κέρδους χωρίς στρατηγικό ορίζοντα, χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.

Κι εμείς όμως έχουμε διαλέξει πλευρά. Έχουμε διαλέξει την πλευρά της δίκαιης ανάπτυξης, έχουμε διαλέξει την πλευρά της κοινωνικής ευημερίας, της ασφάλειας, έχουμε διαλέξει την πλευρά της δίκαιης ανάπτυξης για όλους. Έχουμε διαλέξει την πλευρά ενός βιώσιμου μέλλοντος για το σύνολο ελληνικής κοινωνίας.”