Παρασκευή
13
Δεκέμβριος
TOP

Ποιες περιοχές στην Ελλάδα «απειλούνται» από τσουνάμι – Το πρώτο είχε χτυπήσει Ιόνιο και Πελοπόννησο το 6.000 π.Χ.

Σε μία αποκαλυπτική έρευνα, τρεις καθηγητές του Τμήματος Γεωλογίας του ΕΚΠΑ, ο Ευθύμης Λέκκας, ο Σπύρος Μαυρούλης και η Μαρίλια Γώγου παραθέτουν στοιχεία για τον κίνδυνο να προκληθεί τσουνάμι στη Δυτική Ελλάδα.
Στη μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Geosciences, οι τρεις ερευνητές μελέτησαν το ιστορικό της ευρύτερης περιοχής μεταξύ Ιονίου και Πελοποννήσου και έκριναν ότι απαιτείται επανεκτίμηση λόγω των μεγάλων σεισμογενών δομών κρούσης. Διαπίστωσαν δε ότι η περιοχή αυτή έχει πλούσια ιστορία σε τσουνάμι που ξεκινά από το 6.000 π.Χ.

1-72
2-20

Ποιες περιοχές απειλούνται
Στην περίληψη της έρευνας αναφέρεται ότι εκτός από τις «επιπτώσεις τηλετσουνάμι των μακρινών σεισμών, υπάρχουν επίσης τοπικά τσουνάμι με μικρότερο αντίκτυπο στις ακτές, που αποδίδονται κυρίως σε τοπικά υπεράκτια ρήγματα και σε κατολισθήσεις που προκαλούνται από σεισμούς. Το γεγονός ότι μέχρι στιγμής δεν έχουν εντοπιστεί καταστροφικά τοπικά τσουνάμι, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο μελλοντικής πυροδότησης».
Με βάση τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί, οι περιοχές που επλήγησαν από τσουνάμι στο παρελθόν και που είναι επιρρεπείς στις επιπτώσεις ενός μελλοντικού ανάλογου γεγονότος είναι μεταξύ άλλων η παραθαλάσσια δυτική Πελοπόννησος, ιδιαίτερα οι ακτές του Κυπαρισσιακού κόλπου και γενικότερα το κεντροδυτικό και νοτιοδυτικό τμήμα της Πελοποννήσου.
«Στις ζώνες αυτές, η μορφολογία του βυθού και η εμφάνιση σεισμικής παραμόρφωσης του βυθού ή δευτερογενών υποθαλάσσιων φαινομένων, κυρίως κατολισθήσεις, αυξάνει την πιθανότητα καταστροφής στην παράκτια ζώνη», επισημαίνεται στην έρευνα.

Ανάγκη επανεκτίμησης του κινδύνου

Να σημειωθεί πως τα τσουνάμι που εκδηλώθηκαν στο πέρασμα των αιώνων από την Ηλεία, επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξη του τοπίου της παράκτιας ζώνης που εκτείνεται από την περιοχή της Κυλλήνης έως τη χερσόνησο της Πυλίας.

Η βορειότερη τοποθεσία της Πελοποννήσου με εντοπισμένα κοιτάσματα τσουνάμι είναι το Αρχαίο λιμάνι της Κυλλήνης, πιθανότατα μεταξύ των αρχών του 7ου και του τέλους του 4ου αιώνα π.Χ., πριν από το λιμάνι θεμελίωσης και μεταξύ του 4ου και του 6ου αιώνα μ.Χ. ή αργότερα.
Τέσσερις γενιές τσουνάμι εντοπίστηκαν στην πρώην λίμνη Μουριάς, στο Κάτω Σαμικό και στην πρώην λίμνη Αγουλινίτσας, ενώ τουλάχιστον τέσσερα τσουνάμι έχουν εντοπιστεί τα τελευταία 300 χρόνια στον Κυπαρισσιακό Κόλπο με βάση ευρήματα στην Αγουλινίτσα, στον Καϊάφα και στην Παραλία Κακόβατου.
Σύμφωνα με την έρευνα, η κοιλάδα του Επιταλίου είναι και αυτή που έχει υποφέρει περισσότερο από επαναλαμβανόμενες πλημμύρες από τσουνάμι, τα οποία θεωρήθηκαν μέρος υπερ-περιφερειακών γεγονότων που δημιουργήθηκαν περίπου την περίοδο 5300-5200 π.Χ., 4350-4250 π.Χ. και κατά τη διάρκεια της τρίτης χιλιετίας π.Χ.
Στα συμπεράσματά τους, η ομάδα των ερευνητών αναφέρουν ξεκάθαρα ότι το δυναμικό γένεσης τσουνάμι στο Ιόνιο Πέλαγος δεν φαίνεται να είναι χαμηλό, αλλά εγκυμονεί κινδύνους για το μέλλον.
«Διαπιστώθηκε ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός προϊστορικών, ιστορικών και πρόσφατων γεγονότων τσουνάμι, που αποκαλύπτουν ότι τα νησιά του Ιονίου και οι νότιες ακτές της Πελοποννήσου υπόκεινται σε υψηλό κίνδυνο τσουνάμι. Εκτός από τις επιπτώσεις που προκαλούνται από καταστροφικά τσουνάμι που προκαλούνται από σεισμούς, υπάρχουν και άλλα τοπικά τσουνάμι με αξιοσημείωτα αποτελέσματα, που προκαλούνται από σεισμούς εντός του Ιονίου. Το γεγονός ότι δεν έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής τέτοιο καταστροφικό γεγονός στο Ιόνιο, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να συμβεί στο μέλλον. Αντίθετα, όπως έχει αποδειχθεί για άλλες περιοχές με σεισμογόνες και ”τσουναμο-γενείς” δομές σε όλο τον κόσμο, αυτό είναι πολύ πιθανό», εξηγούν οι ειδικοί.
Προτείνουν παράλληλα την ένταξη του Ιονίου στις «τσουναμο-γενείς» ζώνες της Ελλάδας και τον εντοπισμό όλων των περιοχών που επλήγησαν από τσουνάμι στο παρελθόν και την εμφάνιση των πιο ευάλωτων σε μελλοντικές επιπτώσεις από τσουνάμι, με την υποθαλάσσια χαρτογράφηση του βυθού και την απευθείας χαρτογράφηση των πηγών κινδύνου, ώστε να γίνει ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την επαναξιολόγηση του κινδύνου στη συγκεκριμένη περιοχή.