Κυριακή
15
Δεκέμβριος
TOP

Πώς λειτουργούν οι δημοτικές παρατάξεις (εγκύκλιος)

Εγκύκλιο αναφορικά με την λειτουργία των δημοτικών παρατάξεων, εξέδωσε το υπουργείο Εσωτερικών.

Ειδικότερα στην εγκύκλιο, σημειώνεται:

Η εκλογή δημάρχου, δημοτικών συμβούλων, συμβούλων δημοτικών κοινοτήτων και προέδρων των δημοτικών κοινοτήτων λαμβάνει χώρα αποκλειστικά κατά συνδυασμούς, με τρόπο ώστε

το εκλογικό σώμα να δύναται να επιλέξει τους αντιπροσώπους του στη διοίκηση του δήμου με βάση το πρόγραμμα, το πρόσωπο του επικεφαλής, αλλά και το σύνολο των προσώπων που απαρτίζουν το συνδυασμό και τη δυνατότητα της μεταξύ τους συνεργασίας.

Οι δημοτικές παρατάξεις απαρτίζονται από τα μέλη των συνδυασμών που έλαβαν μέρος στις εκλογές και αναδείχθηκαν δημοτικοί σύμβουλοι, ενώ αποκτούν υπόσταση κατά την εγκατάσταση των νέων δημοτικών αρχών. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 66 του ν. 3852/2010 (Α’ 87), επικεφαλής της παράταξης είναι ο δήμαρχος και ο σύμβουλος που ήταν υποψήφιος δήμαρχος, ενώ στην περίπτωση θανάτου, παραίτησης, έκπτωσης ή ανεξαρτητοποίησης, ο σύμβουλος που εκλέγεται ως επικεφαλής από την απόλυτη πλειοψηφία των δημοτικών συμβούλων που αποτελούν την παράταξη.

Επιπλέον, υπογραμμίζεται ότι, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 66 παρ. 8 του ν. 3852/2010, για την αποδοτικότερη λειτουργία των δημοτικών παρατάξεων η δημοτική αρχή μπορεί να

παραχωρεί σε αυτές κατάλληλα εξοπλισμένο χώρο καθώς και γραμματειακή υποστήριξη, εφόσον το επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες.

Ανεξαρτητοποίηση – διαγραφή μελών δημοτικών παρατάξεων

Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 3852/20104, οι δημοτικοί σύμβουλοι δύνανται να ανεξαρτητοποιηθούν με δική τους πρωτοβουλία από τη δημοτική παράταξη στην οποία ανήκουν, μέσω υποβολής γραπτής δήλωσής τους προς το προεδρείο του οικείου δημοτικού συμβουλίου. Κατ’ αντιστοιχία με όσα γίνονται παγίως δεκτά στην περίπτωση της παραίτησης αιρετών από αξίωμα, η ανωτέρω γραπτή δήλωση πρέπει να διατυπώνεται κατά τρόπο σαφή, ώστε να προκύπτει η βούληση του δημοτικού συμβούλου να αποχωρήσει, οριστικά, από τη δημοτική παράταξη.

Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 66 του ν. 3852/20106, οι δημοτικοί σύμβουλοι, εκτός του επικεφαλής της παράταξης, μπορούν να διαγραφούν από τη δημοτική παράταξη στην οποία ανήκουν. Για να λάβει χώρα η διαγραφή, εάν η δημοτική παράταξη έχει τουλάχιστον τρία μέλη, απαιτείται απόφαση της πλειοψηφίας των δύο τρίτων αυτών. Σύμφωνα με όσα, πρόσφατα, έχουν γίνει νομολογιακά δεκτά, οι δημοτικές παρατάξεις, όταν λαμβάνουν απόφαση περί διαγραφής ή μη, μέλους του συνδυασμού, ενεργούν ως συλλογικό διοικητικό όργανο του (οικείου) δήμου διότι, το κάθε μέλος της δημοτικής παράταξης και του συνδυασμού, δεν φέρει απλώς την ιδιότητα του μέλους της, αλλά παράλληλα φέρει και το δημόσιο αξίωμα του δημοτικού συμβούλου και διότι η διαγραφή έχει δημοσίου δικαίου έννομες συνέπειες, όπως, ιδίως, την αυτόθροη έκπτωση του διαγραφέντος από πιθανό αξίωμα από το οποίο εξυπηρετούσε δημόσιο σκοπό (π.χ. άσκηση προεδρίας δημοτικού συμβουλίου ως μέλος του συνδυασμού). Συνεπώς, οι σχετικές αποφάσεις συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις.

Η αιτιολογία της διαγραφής, όταν ανάγεται στη συμπεριφορά του συμβούλου που διαγράφεται από την παράταξη σε σχέση με την παράταξή του, νομίμως περιέχει γενικές αναφορές, χωρίς εξειδίκευση συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών. Αντιθέτως, το σκέλος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης που αφορά στη συμπεριφορά του προς διαγραφή συμβούλου, ως δημοτικού οργάνου, πρέπει να περιέχει αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά.

Επιπροσθέτως, σε αντιστοίχιση με την άσκηση του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης, σύμφωνα με την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του

Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45),11 το προς διαγραφή μέλος της δημοτικής παράταξης, κατά τη σχετική συνεδρίαση αυτής, θα πρέπει να κληθεί, ώστε να εκθέσει τις

απόψεις/ ισχυρισμούς του πριν από την έκδοση της απόφασης διαγραφής.

Επισημαίνεται ότι, για την απόφαση διαγραφής, συντάσσεται πρακτικό λήψης της, το οποίο συνιστά την εκτελεστή διοικητική πράξη, φέρει τις απαιτούμενες υπογραφές, κοινοποιείται

υποχρεωτικά στον πρόεδρο του οικείου δημοτικού συμβουλίου, δίχως όμως να ελέγχεται από αυτόν, καθώς και στον διαγραφέντα σύμβουλο, ενώ προσβάλλεται ενώπιον του Γραμματέα

της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης14 σύμφωνα με τα άρθρα 227 και επ. του ν. 3852/2010.

Σε αμφότερες τις ανωτέρω περιπτώσεις, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου οφείλει να ανακοινώσει την απόφαση διαγραφής ή ανεξαρτητοποίησης στο δημοτικό συμβούλιο, καθώς

και να την κοινοποιήσει στην οικεία Αυτοτελή Υπηρεσία Εποπτείας Ο.Τ.Α. (μεταβατικά στην οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση).

Δικαιώματα ανεξαρτητοποιηθέντων – διαγραφέντων συμβούλων

Όσον αφορά στα δικαιώματα και, συνακόλουθα, στις υποχρεώσεις δημοτικών συμβούλων, που ανεξαρτητοποιήθηκαν ή διαγράφηκαν από την παράταξή τους, σύμφωνα με τη διαδικασία που

περιγράφηκε ανωτέρω, υπογραμμίζεται, καταρχήν, ότι οι εν λόγω δημοτικοί σύμβουλοι πρέπει να θεωρούνται ανεξάρτητα μέλη του συμβουλίου, μη ανήκοντα σε κάποια παράταξη.

Ο ν. 3852/2010 δεν παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας δημοτικής παράταξης από συμβούλους που ανεξαρτητοποιήθηκαν ή διαγράφηκαν από τις δημοτικές παρατάξεις με τις οποίες έχουν εκλεγεί. Ομοίως, αποκλείεται η δυνατότητα προσχώρησης διαγραφέντα ή ανεξαρτητοποιηθέντα δημοτικού συμβούλου σε άλλη παράταξη από αυτήν με την οποία έχει εκλεγεί. Εντούτοις, από το νομοθέτη παρέχεται η δυνατότητα επανένταξης ανεξάρτητου δημοτικού συμβούλου στην παράταξη από την οποία ανεξαρτητοποιήθηκε ή διαγράφηκε, εφόσον τούτο γίνει δεκτό από τα δύο τρίτα (2/3) των μελών, προκειμένου για παρατάξεις που έχουν τουλάχιστον τρία (3) μέλη και από όλα τα μέλη, στην περίπτωση ανεξαρτητοποίησης δημοτικού συμβούλου, προκειμένου για παρατάξεις με λιγότερα από τρία (3) μέλη.

Σύμφωνα με την παρ. 1α του άρθρου 53 του ν. 5056/2023 (Α’ 163), από την 1η Ιανουαρίου 2024 καταργείται η παρ. 7 του άρθρου 66 του ν. 3852/2010 περί σύμπραξης δημοτικών παρατάξεων, ενώ σημειώνεται, επίσης, ότι καταργείται και η δυνατότητα των ανεξάρτητων δημοτικών συμβούλων να λογίζονται ως ενιαία παράταξη και να δικαιούνται έδρα στη δημοτική επιτροπή.

Επισημαίνεται ότι, πάγια διοικητική θέση του Υπουργείου Εσωτερικών αποτελεί ότι οι τυχόν αλλαγές στον αριθμό των μελών των παρατάξεων, λόγω ανεξαρτητοποιήσεων ή διαγραφών,

δεν οδηγούν σε επανακαθορισμό της θέσης των παρατάξεων εντός του δημοτικού συμβουλίου για την εφαρμογή ειδικών διατάξεων της νομοθεσίας που αναφέρονται σε δεύτερο ή τρίτο σε

εκλογική δύναμη συνδυασμό, καθώς η θέση των παρατάξεων αυτών διαμορφώνεται με βάση το εκλογικό αποτέλεσμα και τη σχετική απόφαση ανακήρυξής του κατά τόπο αρμόδιου

Πρωτοδικείου. Επίσης, σε τυχόν οριακές περιπτώσεις όπου υπάρχει ικανός αριθμός δημοτικών συμβούλων που ανεξαρτητοποιηθήκαν ή διαγράφηκαν από την παράταξη του δημάρχου, δεν

δύναται να τεθεί θέμα αμφισβήτησης στο πρόσωπο αυτού.

Όπως αναφέρθηκε ήδη, εξάλλου, ανεξαρτητοποιηθείς ή διαγραφείς σύμβουλος δε μπορεί να εξακολουθήσει να είναι μέλος του Προεδρείου ή της δημοτικής επιτροπής, ή άλλων επιτροπών,

συμβουλίων και λοιπών συλλογικών οργάνων πάσης φύσεως νομικών προσώπων, κληροδοτημάτων και σωματείων, εφόσον την ιδιότητα αυτή απέκτησε ή εκλέχτηκε σε αυτή ως μέλος της παράταξης από την οποία ανεξαρτητοποιήθηκε ή διαγράφηκε, καθώς και να παραμείνει ή να οριστεί αντιδήμαρχος.

Από την άλλη πλευρά, ο ανεξαρτητοποιηθείς ή διαγραφείς δημοτικός σύμβουλος έχει τα κατωτέρω, ενδεικτικά, δικαιώματα:

α. Παρευρίσκεται και ψηφίζει στις συζητήσεις της ολομέλειας του δημοτικού συμβουλίου, καθώς δεν απολύει τη θέση του εντός αυτής.

β. Δύναται να αιτείται μαζί με άλλους δημοτικούς συμβούλους τη σύγκληση δημοτικού συμβουλίου, βάσει του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 67 του ν. 16 Άρθρο 66 παρ. 6 του εδ. α’ του ν. 3852/2010, όπως ισχύει δυνάμει των τροποποιήσεων που επέφερε ο ν.5056/2023.

γ. Δύναται να ζητά από τον δήμαρχο και τη δημοτική επιτροπή πληροφορίες και συγκεκριμένα στοιχεία, που είναι χρήσιμα για την άσκηση των καθηκόντων του, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 69 του ν.3852/2010.

δ. Δικαιούται να εγγραφεί ως ομιλητής και να τοποθετηθεί επί συγκεκριμένου θέματος της ημερήσιας διάταξης, στις συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου.

Τέλος, επισημαίνονται οι κάτωθι περιπτώσεις σε σχέση με τη συγκρότηση (διαδικασία εκλογής μελών) του δημοτικού συμβουλίου και της δημοτικής επιτροπής, σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης ή διαγραφής δημοτικού συμβούλου:

α. Στην περίπτωση κατά την οποία μέλη του δημοτικού συμβουλίου επιθυμούν να ανεξαρτητοποιηθούν από την παράταξη με την οποία έχουν εκλεγεί βάσει της παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 3852/2010 πριν τη συγκρότηση του προεδρείου του δημοτικού συμβουλίου, μπορούν να το πράξουν, υποβάλλοντας γραπτή δήλωση στον προεδρεύοντα δημοτικό σύμβουλο κατά την έναρξη της συνεδρίασης. Ο προεδρεύων σύμβουλος οφείλει να ανακοινώσει τη δήλωση ενώπιον του συμβουλίου, ενώ οι ανεξάρτητοι δημοτικοί σύμβουλοι συμμετέχουν κανονικά στην ψηφοφορία για την εκλογή των μελών του προεδρείου του δημοτικού συμβουλίου.

β. Σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης ή διαγραφής μέλους από τις παρατάξεις της μειοψηφίας πριν την έναρξη της διαδικασίας εκλογής μελών από το σύνολο των παρατάξεων της μειοψηφίας για την κατάληψη των αντίστοιχων εδρών στη δημοτική επιτροπή, οι εν λόγω δημοτικοί σύμβουλοι δεν μπορούν ούτε να προταθούν ως υποψήφιοι ούτε να συμμετάσχουν στην εκλογή για την ανάδειξη των μελών που δικαιούνται οι παρατάξεις της μειοψηφίας.

Τέλος, σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 79 του ν. 3852/2010, ο νομοθέτης ρυθμίζει μόνο τη δυνατότητα ανεξαρτητοποίησης των μελών του συμβουλίου κοινότητας,

προβλέποντας ειδικά όσον αφορά το αξίωμα του Προέδρου, τη συνέπεια της αυτοδίκαιης έκπτωσης λόγω ανεξαρτητοποίησης και αναλύοντας διεξοδικά τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης του μόνο στην περίπτωση αυτή. Συνεπώς, η απουσία ρητής νομοθετικής πρόβλεψης περί διαγραφής μελών ή προέδρου συμβουλίου κοινότητας από το συνδυασμό με τον οποίο έχουν εκλεγεί καθιστά την όποια δήλωση διαγραφής πράξη με πολιτική και μόνο διάσταση, χωρίς να συνδέεται με την απώλεια οπουδήποτε δικαιώματος ή αξιώματος.