Τρίτη
3
Δεκέμβριος
TOP

Το «Ακραίο Κέντρο» τροφοδότησε την Ακροδεξιά – Γι’ αυτό και δεν μπορεί να την ανακόψει

Γράφει ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος

Εδώ και χρόνια το «Κέντρο» προβλήθηκε ως η μόνη «σωστή» πολιτική ταυτότητα που μπορεί να έχει κάποιος. Τα μεγάλα συστημικά μέσα του εξωτερικού πάντοτε σημειώνουν θετικά το ότι κάποιος μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κεντρώος πολιτικός», το προσμετρούν στα «προσόντα» -με εισαγωγικά η λέξη όταν το εξετάζεις από την πλευρά της κοινωνίας, εκτός όταν το βλέπεις από την πλευρά του συστήματος που αρέσκεται στις πολιτικές πλαστελίνες. Αυτή την ταυτότητα διεκδίκησε σε μεγάλο βαθμό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και αυτό κατεξοχήν προσπάθησε να εκπροσωπήσει ο Εμανουέλ Μακρόν.

Από κοντά και η θεωρητική υποστήριξη μέσα από τη θεωρία των «δύο άκρων» που επέμεινε ότι η δημοκρατία κινδυνεύει τόσο από την ακροδεξιά όσο και από την αριστερά, ή, σε μια παραλλαγή, τόσο από τον δεξιό όσο και τον αριστερό λαϊκισμό.

Και βέβαια σε όλα αυτά ερχόταν να προστεθεί και η αυθόρμητη τάση των ανθρώπων να δηλώνουν «κεντρώοι» σε μια εποχή που αποκηρύσσονταν γενικά τα «πολιτικά πάθη», οι σαφείς διαχωριστικές γραμμέςκαι διάφοροι διακήρυσσαν τόσο το «τέλος της ιστορίας» όσο και το «τέλος των ιδεολογιών».

Μόνο που όλες αυτές οι τοποθετήσεις παραβλέπουν μια κρίσιμη παράμετρο.

Αυτό που παρουσιάστηκε ως «Κέντρο» τα τελευταία χρόνια, ιδίως μάλιστα στην εκδοχή του Εμανουέλ Μακρόν, δεν ήταν ούτε μια «ισορροπημένη τοποθέτηση», ούτε απλώς μια τοποθέτηση στο «μέσο» του πολιτικού φάσματος.

Αντιθέτως, ήταν πολύ περισσότερο ένας συνδυασμός ανάμεσα σε έναν επιθετικό νεοφιλελευθερισμό και μια αρκετά αυταρχική αντίληψη της εξουσίας, που σε κάποιες περιπτώσεις συνδυαζόταν και με προοδευτικές τοποθετήσεις σε -ανώδυνα- ζητήματα ατομικών δικαιωμάτων (π.χ. για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών), μια διαφοροποίηση από την παραδοσιακή δεξιά. Βεβαίως, ειδικά στην Ευρώπη, ήταν μία πολιτική ταυτότητα που τελικά ταυτίστηκε με «σκληρές» θέσεις σε ζητήματα όπως το μεταναστευτικό και το προσφυγικό.

Και παρότι έχει μια έντονη ρητορική για το κράτος δικαίου και τους «θεσμούς», την ίδια στιγμή δεν είχε πρόβλημα με την αυξημένη αστυνομική βία και καταστολή.

Αρκεί να θυμηθούμε ότι στην Ελλάδα αυτή η εκδοχή «Κέντρου» ήταν αυτή που στήριξε φανατικά τα μνημόνια και λοιδόρησε όλους εκείνους που διαμαρτύρονταν για τη βάρβαρη αντιδραστική λιτότητα που επιβαλλόταν.

Δεν είναι τυχαία έτσι η ορολογία «Ακραίο Κέντρο» που έχει κατοχυρωθεί για να περιγράψει αυτές τις τοποθετήσεις και αυτά τα ρεύματα. Γιατί πιάνει ακριβώς τον επιθετικό χαρακτήρα και τη μεροληψία τους.

Σήμερα αυτά τα ρεύματα του «Κέντρου» προσπαθούν να παρουσιαστούν ως οι εγγυητές των θεσμών στην Ευρώπη και ως το πραγματικό ανάχωμα απέναντι στην απειλή από την Ακροδεξιά.

Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα.

Γιατί ήταν το «Ακραίο Κέντρο» που έστρωσε το δρόμο για την Ακροδεξιά στην Ευρώπη.

Ήταν αυτό που εφαρμόζοντας επιθετικές πολιτικές σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων τροφοδότησε δυσαρέσκεια και αγανάκτηση που αναζητούσε διέξοδο.

Ήταν αυτό που επίμονα και συστηματικά συκοφάντησε την αλληλεγγύη, την αντίσταση, τον αγώνα, τα κινήματα, τα συνδικάτα, την Αριστερά.

Και βεβαίως ήταν αυτό που υιοθέτησε την ατζέντα της Ακροδεξιάς για το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, υποτίθεται για να την ανακόψει, αν και στην πράξη απλώς κατάφερε να τη νομιμοποιήσει, να την «κανονικοποιήσει».

Ουσιαστικά, έσπρωξε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας στην αγκαλιά της Ακροδεξιάς, σπρώχνοντάς τα στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο.

Γι’ αυτό και σήμερα δεν μπορεί να βάλει ανάχωμα στην επέλαση της Ακροδεξιάς. Δεν μπορεί καν να κινητοποιήσει το ακροατήριό του σε αυτή την κατεύθυνση. Στη Γαλλία ενώ οι ψηφοφόροι της Αριστεράς ψήφισαν μαζικά τους υποψηφίους της παράταξης Μακρόν, όταν αυτό ήταν αναγκαίο για να μην εκλεγεί ακροδεξιός βουλευτής, οι ψηφοφόροι του Γάλλου προέδρου ήταν πολύ πιο διστακτικοί να ψηφίσουν την Αριστερά για να σταματήσουν τους φασίστες.

Να το πω απλά: το «Κέντρο», πιο σωστά το «Ακραίο Κέντρο» σήμερα, είναι η παράταξη της μειοψηφίας που πιστεύει ότι τα πράγματα πάνε στη σωστή κατεύθυνση, είναι η παράταξη που στην αγωνία της κοινωνίας και την απαίτηση για μεγάλες αλλαγές απαντά: «ζείτε στον καλύτερο δυνατό κόσμο– τα κεφάλια μέσα», είναι η παράταξη που όταν βλέπει κοινωνικές εκρήξεις το πρώτο που σκέφτεται είναι «γιατί δεν τρώνε παντεσπάνι;».

Ένας τέτοιος χώρος δεν είναι εμπόδιο, αλλά εφαλτήριο για την Ακροδεξιά.

Στην Ακροδεξιά και τον τρόπο που προσφέρει μια δήθεν «διαμαρτυρία» και προτείνει τον συντηρητισμό, τον εθνικισμό και τον ρατσισμό ως υποκατάστατα «κοινότητας», απάντηση μπορεί να δώσει μόνο μία παράταξη που να θυμίζει ποιο είναι το νόημα της δημοκρατίας. Μια παράταξη που βλέπει την κοινωνική διαμαρτυρία και διεκδίκηση ως δύναμη προόδου. Μια παράταξη που επιμένει στην αναδιανομή εισοδήματος για να υπάρξει πραγματική και όχι φαντασιακή κοινωνική συνοχή. Μια παράταξη που θέλει κοινωνικό κράτος ώστε να υπάρχει «αίσθημα ασφάλειας» και μείωση των ανισοτήτων. Μια παράταξη που αντιμετωπίζει το μεταναστευτικό και το προσφυγικό με όρους ανθρωπισμού, αλληλεγγύης και ενσωμάτωση και όχι «κατασκευάζοντας εχθρούς».

Γιατί η Ακροδεξιά και η άνοδος της δεν είναι ένδειξη ότι οι κοινωνίες γίνονται γενικά πιο αντιδραστικές ή ότι πηγαίνουν «πιο δεξιά». Αυτό θα ήταν επικίνδυνη γενίκευση.

Η Ακροδεξιά ανεβαίνει γιατί ο ευρύτερος δημοκρατικός χώρος βρίσκεται σε αποδιάρθρωση και έχει αφήσει το «Ακραίο Κέντρο» να είναι κυρίαρχο. Γιατί ακόμη και όταν δεν προσπαθεί αυτοκαταστροφικά «να γίνει Κέντρο», επιλέγει την εσωστρέφεια αντί για το άνοιγμα στην κοινωνία. Γιατί δεν προσπαθεί να ξαναβάλει στο τραπέζι προγράμματα και πολιτικές και όχι απλώς συνθήματα.

Όταν το πράττει, όταν δηλαδή ο δημοκρατικός χώρος κατορθώνει να συνεννοηθεί και να μιλήσει, να κινητοποιήσει την κοινωνία και να την κάνει σύμμαχο, όπως έγινε στη Γαλλία, αποδεικνύεται ότι αυτός όντως μπορεί να ανακόψει την Ακροδεξιά, σε αντίθεση με το «Κέντρο».

Πηγή:www.in.gr