Σάββατο
14
Δεκέμβριος
TOP

Ξεκινά στην Ελλάδα ο εμβολιασμός με τα επικαιροποιημένα σκευάσματα – Όλα όσα πρέπει να ξέρετε

Νέα σεζόν, νέα εμβόλια ενάντια στον SARS-CoV-2 – τα πρώτα επικαιροποιημένα ύστερα από δυόμισι και πλέον έτη πανδημίας τα οποία προορίζονται για χρήση ως ενισχυτικές δόσεις σε άτομα που έχουν συμπληρώσει τον βασικό εμβολιασμό για την COVID-19.

Το τελευταίο διάστημα τόσο η Ευρώπη όσο και οι ΗΠΑ έδωσαν το «πράσινο φως» στα εμβόλια δεύτερης γενιάς ενάντια στον κορωνοϊό (στη χώρα μας μάλιστα τα πρώτα επικαιροποιημένα εμβόλια έχουν ήδη φτάσει και αύριο Δευτέρα σε έκτακτη ενημέρωση το υπουργείο Υγείας θα ανακοινώσει πότε θα ξεκινήσει η χορήγησή τους στον πληθυσμό). Ωστόσο, επίσης για πρώτη φορά από την έναρξη της πανδημίας, η σύσταση των εμβολίων που εγκρίθηκαν ήταν διαφορετική στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Με πολλούς ειδήμονες να επισημαίνουν ότι η πανδημία είναι ακόμη εδώ και με την… πανδημική πείρα που έχουμε όλοι αποκτήσει να αποδεικνύει ότι κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει τις μελλοντικές βουλές του ιού, τα επικαιροποιημένα εμβόλια υπόσχονται να αποτελέσουν νέες, καλύτερες «ασπίδες» προστασίας μας.

Οι υποσχέσεις όμως αυτές θα πραγματοποιηθούν; Αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά ερωτήματα που γεννώνται στη νέα (εμβολιαστική) κορωνο-φάση στην οποία μπαίνουμε – μερικά άλλα καίρια ερωτήματα αφορούν το ποια είναι η σύσταση των νέων εμβολίων, ποιοι πρέπει να είναι οι πρώτοι που θα τα λάβουν, αλλά και για ποιον λόγο το επικαιροποιημένο εμβόλιο που θα λάβει ένας Αμερικανός είναι (τουλάχιστον μέχρι στιγμής) διαφορετικό από εκείνο που θα λάβει ένας Ευρωπαίος. Ας σκιαγραφήσουμε, με βάση τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία, το «προφίλ» των νέων εμβολίων που πολύ σύντομα θα μπουν στη ζωή μας.

Ενάντια στο αρχικό στέλεχος του ιού (όπως και τα πρώτα) αλλά και ενάντια σε παραλλαγές του πρόσφατου στελέχους Οµικρον, τα νέα δισθενή εµβόλια είναι σχεδιασµένα ως συµπληρωµατικά των υπαρχόντων. Οι οµοιότητες, οι διαφορές, η ασφάλεια, η αποτελεσµατικότητα
και οι συστάσεις των αρµοδίων αρχών για τη χορήγησή τους στον πληθυσµό

Διαφορές… ακίδας!

Κατ’ αρχάς πρέπει να διασαφηνίσουμε σε τι διαφέρουν τα νέα εμβόλια από τα υπάρχοντα εμβόλια για τον SARS-CoV-2. Τα επικαιροποιημένα εμβόλια είναι διδύναμα (ή δισθενή). Τόσο το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech όσο και εκείνο της Μοderna βασίζονται στο αγγελιοφόρο RNA (messenger RNA, mRNA) το οποίο κωδικοποιεί την πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV-2. Στα νέα δισθενή εμβόλια το μισό mRNA κωδικοποιεί την πρωτεΐνη-ακίδα του αρχικού στελέχους της Γουχάν, το οποίο στοχεύουν και τα εμβόλια που έχουμε μέχρι τώρα στα χέρια μας, ενώ το άλλο μισό mRNA κωδικοποιεί την πρωτεΐνη-ακίδα της παραλλαγής Ομικρον. Μάλιστα, επειδή τα νέα εμβόλια περιέχουν μικρότερη δόση mRNA, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βασικό εμβολιασμό αλλά μόνο ως αναμνηστικές δόσεις.

Σε αυτό το σημείο καταγράφεται και η διαφορά μεταξύ των εμβολίων που εγκρίθηκαν σε Ευρώπη και ΗΠΑ – διότι όταν λέμε Ομικρον, ποια Ομικρον εννοούμε, αφού από τότε που εμφανίστηκε η αρχική παραλλαγή έχουν αναδυθεί πολλές υποπαραλλαγές της; Στην Ευρώπη λοιπόν η μέχρι στιγμής έγκριση έχει δοθεί στα επικαιροποιημένα εμβόλια τόσο των Pfizer/BioNTech όσο και της Moderna τα οποία, εκτός από το αρχικό στέλεχος της Γουχάν, περιέχουν την υποπαραλλαγή ΒΑ.1 της Ομικρον. Στις ΗΠΑ πάλι, έπειτα από πίεση του αρμόδιου Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) προς τις παρασκευάστριες εταιρείες προκειμένου να δημιουργήσουν εμβόλια για τις τελευταίες κυρίαρχες υποπαραλλαγές της Ομικρον, τα εμβόλια που εγκρίθηκαν για επείγουσα χρήση στοχεύουν τις «βασίλισσες» της τελευταίας περιόδου υποπαραλλαγές ΒΑ.4 και ΒΑ.5.

Αλλο ΕΕ και άλλο ΗΠΑ

Και εδώ προκύπτει νέο ερώτημα. Γιατί στην Ευρώπη θα χορηγηθεί στον πληθυσμό ένα εμβόλιο που στοχεύει μια υποπαραλλαγή της Ομικρον η οποία σχεδόν δεν κυκλοφορεί πλέον; Να εξηγήσουμε λοιπόν ότι η όλη διαδικασία μέχρι να φτάσει το επικαιροποιημένο εμβόλιο (κυριολεκτικώς) στα χέρια μας απαιτεί κάποιον χρόνο, ακόμη και όταν μιλάμε για την πλατφόρμα mRNA με βάση την οποία δημιουργήθηκαν τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech και της Moderna, που είναι πολύ πιο γρήγορη σε σύγκριση με τις «παραδοσιακές». Ετσι στοιχεία που να αφορούν δοκιμές σε ανθρώπους υπάρχουν αυτή τη στιγμή μόνο για το επικαιροποιημένο εμβόλιο που στοχεύει την υποπαραλλαγή ΒΑ.1 (το οποίο έχει εγκρίνει η Ευρώπη) – καθώς η ΒΑ.1 είναι προγενέστερη και έτσι δόθηκε περισσότερος χρόνος στους επιστήμονες να παρασκευάσουν το νέο εμβόλιο και να έχουν τον χρόνο να το δοκιμάσουν στον άνθρωπο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δοκιμών που παρουσίασαν τόσο η Pfizer/BioNTech όσο και η Μοderna μέσα στο καλοκαίρι, το επικαιροποιημένο εμβόλιο για τη ΒΑ.1 προκάλεσε παρόμοιες παρενέργειες με εκείνες των αρχικών εμβολίων – όπως οίδημα στο σημείο του τσιμπήματος και κόπωση. Παράλληλα ήταν σε θέση να επαγάγει ισχυρή αντισωματική απόκριση τόσο ενάντια στο αρχικό στέλεχος του SARS-CoV-2 όσο και ενάντια στη ΒΑ.1. Από τις δοκιμές φάνηκε επίσης ότι τα εμβόλια για τη ΒΑ.1 οδηγούν σε σημαντική αντισωματική απόκριση ενάντια και στις υποπαραλλαγές ΒΑ.4 και ΒΑ.5, αν και σε επίπεδα χαμηλότερα σε σύγκριση με την αντισωματική απόκριση στη ΒΑ.1.

Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια

Σε ό,τι αφορά τα επικαιροποιημένα εμβόλια για τις ΒΑ.4/ΒΑ.5, οι εταιρείες έχουν μέχρι στιγμής υποβάλει μόνο δεδομένα από πειράματα σε ζώα. Τα διαθέσιμα στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί και τα οποία παρουσιάστηκαν τον περασμένο Ιούνιο στη FDA από τη Pfizer αφορούσαν μόλις οκτώ ποντίκια τα οποία έλαβαν ως τρίτη δόση το εμβόλιο για τις ΒΑ.4/ΒΑ.5. Οπως προέκυψε, σε σύγκριση με ποντίκια που έλαβαν το «παλαιό» κορωνο-εμβόλιο ως ενισχυτική δόση, τα ζώα που έλαβαν το δισθενές εμβόλιο είχαν μεγαλύτερη αντισωματική απόκριση ενάντια σε όλες τις παραλλαγές της Ομικρον που εξετάστηκαν (ΒΑ.1, ΒΑ.2, ΒΑ.2.12.1, ΒΑ.4 και ΒΑ.5). Οι εταιρείες έχουν αναφέρει ότι οι κλινικές δοκιμές των συγκεκριμένων εμβολίων σε ανθρώπους θα ξεκινήσουν μέσα στον Σεπτέμβριο – βήμα απαραίτητο προκειμένου να λάβουν πλήρη έγκριση των σκευασμάτων τους. Στις δοκιμές αυτές θα γίνει μέτρηση των επιπέδων αντισωμάτων των εθελοντών που θα λάβουν τα εμβόλια, δεν θα μετρηθεί όμως η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ενάντια στη μόλυνση με τον SARS-CoV-2 ή τη σοβαρή νόσηση. Να υπογραμμιστεί ότι τέτοιες δοκιμές, οι οποίες συνδέονται με πολύ μεγάλο κόστος, δεν διεξήχθησαν ούτε σε ό,τι αφορούσε τα εμβόλια για τη ΒΑ.1.

Το ένα ερώτημα φέρνει το άλλο και είναι λογική η απορία σχετικά με το αν οι αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ έπραξαν σωστά δίνοντας έγκριση, έστω και επείγουσας χρήσης, σε εμβόλια τα οποία δεν έχουν μέχρι στιγμής δοκιμαστεί σε ανθρώπους. Με βάση αμερικανούς ιθύνοντες της δημόσιας υγείας αλλά και ειδικούς, μια τέτοια διαδικασία λαμβάνει ήδη χώρα ετησίως σε ό,τι αφορά την επικαιροποίηση των εμβολίων της γρίπης. Οι αλλαγές στο mRNA προκειμένου να προκύψουν τα επικαιροποιημένα εμβόλια για τον SARS-CoV-2 είναι πολύ μικρές και έτσι δεν προκύπτει θέμα ασφαλείας για χορήγησή τους στον άνθρωπο, ακόμη και αν δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές δοκιμές, υποστηρίζουν. Παραδέχονται πάντως ότι υπάρχει και ένα πιθανό σημαντικό μειονέκτημα, το οποίο αφορά το πόσο θα αποδεχθεί ο πληθυσμός ένα εμβόλιο που δεν έχει δοκιμαστεί σε ανθρώπους – ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι μια διόλου αμελητέα μερίδα του πληθυσμού είχε δείξει (το λιγότερο) σκεπτικισμό εξαρχής απέναντι στα mRNA εμβόλια, παρά τα ατελείωτα δεδομένα κλινικών δοκιμών που αποδείκνυαν την ασφάλειά τους.

«Συνταγή» ανοσίας

Σε κάθε περίπτωση να σημειώσουμε ότι το ζήτημα των επικαιροποιημένων εμβολίων για τις ΒΑ.4 και ΒΑ.5 υποπαραλλαγές δεν είναι μόνο αμερικανικό. Mέσα στις προσεχείς εβδομάδες ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) αναμένεται να διατυπώσει τη θέση του για αυτά τα εμβόλια, σύμφωνα με δηλώσεις της ευρωπαίας επιτρόπου για την Υγεία και την Ασφάλεια των Τροφίμων Στέλλας Κυριακίδη.

Αφού αναλύσαμε τις νέες αφίξεις στα εμβόλια, ας επικεντρωθούμε και στο… παλαιό συστατικό τους, το οποίο επίσης γεννά απορίες. Για ποιον λόγο στα επικαιροποιημένα εμβόλια περιέχεται και το αρχικό στέλεχος της Γουχάν το οποίο έχει πλέον… σβηστεί από τον παγκόσμιο χάρτη; Οριστική απάντηση δεν υπάρχει και τα μέχρι στιγμής δεδομένα δεν την παρέχουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι από πειράματα που διεξήγαγαν οι Pfizer/ BioNTech σε ποντίκια αλλά και από δοκιμές σε ανθρώπους είχε προκύψει ότι ένα εμβόλιο που στοχεύει αποκλειστικά ένα και μόνο στέλεχος του ιού επάγει ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση σε σύγκριση με ένα συνδυαστικό εμβόλιο. Ωστόσο, μελέτη που ανέβηκε στις 26 Αυγούστου στην πλατφόρμα προδημοσιεύσεων medRxiv από ειδικούς στα μαθηματικά μοντέλα του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας και η οποία ανέλυε δεδομένα πολλών κλινικών δοκιμών δεν έδειξε σημαντική διαφορά μεταξύ μονοδύναμων και διδύναμων επικαιροποιημένων εμβολίων. Πάντως ορισμένοι ειδήμονες υποστηρίζουν ότι ίσως η επόμενη παραλλαγή που θα αναδυθεί να συγγενεύει περισσότερο με το αρχικό στέλεχος του ιού παρά με τα όσα κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή τα οποία… ακολουθούν τη γραμμή της Ομικρον, με αποτέλεσμα το αρχικό στέλεχος που περιλαμβάνεται και στα νέα εμβόλια να αποδειχθεί πολύτιμη «σταθερή αξία» για το μέλλον.

Συγκριτική ανάλυση

Και φτάνουμε στο ερώτημα του ενός εκατομμυρίου (ή μάλλον των πολλών εκατομμυρίων) δολαρίων. Τα νέα δισθενή εμβόλια θα παρέχουν τελικά και καλύτερη προστασία; Οπως συμβαίνει καθ’ όλο το διάστημα της συνύπαρξής μας με τον πανδημικό κορωνοϊό, προβλέψεις δεν μπορούν να γίνουν. Πάντως, στην προδημοσίευσή τους στο medRxiv οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας, με επικεφαλής τη δρα Ντέμπορα Κρόμερ, προσπάθησαν μέσα από μαθηματικά μοντέλα να υπολογίσουν την επίδραση που θα έχουν τα επικαιροποιημένα εμβόλια στον πληθυσμό. Συνδύασαν δεδομένα από οκτώ κλινικές δοκιμές οι οποίες συνέκριναν εμβόλια που είτε στόχευαν το αρχικό στέλεχος του SARS-CoV-2 είτε τα στελέχη Βήτα, Δέλτα ή την υποπαραλλαγή ΒΑ.1 της Ομικρον. Σε όλες τις μελέτες αξιολογούνταν η ικανότητα του ορού των ληπτών των εμβολίων να εξουδετερώνει τις διαφορετικές παραλλαγές του ιού στο εργαστήριο. Οπως προέκυψε, το βασικότερο όλων ήταν να γίνει η ενισχυτική δόση, όποιο στέλεχος και αν αυτή στόχευε. Για παράδειγμα, μια επιπλέον δόση εμβολίου που στόχευε το αρχικό στέλεχος του ιού οδηγούσε σε αύξηση κατά 11 φορές των εξουδετερωτικών αντισωμάτων ενάντια σε όλα τα στελέχη που μελετήθηκαν. Ωστόσο τα επικαιροποιημένα εμβόλια έδιναν ελαφρώς καλύτερα αποτελέσματα. Οι εθελοντές που τα έλαβαν είχαν αυξημένα κατά 1,5 φορά επίπεδα αντισωμάτων σε σύγκριση με όσους έλαβαν εμβόλιο που στόχευε το αρχικό στέλεχος του ιού. Ακόμη και όταν το επικαιροποιημένο εμβόλιο δεν ήταν το απόλυτο «ταίρι» του στελέχους που κυκλοφορούσε εκείνη την περίοδο, συνέχιζε να υπάρχει όφελος.

Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε στον ειδησεογραφικό ιστότοπο της επιθεώρησης «Science» η δρ Κρόμερ, «μια ενισχυτική δόση βασισμένη στις παραλλαγές του ιού δίνει καλύτερη ώθηση στο ανοσοποιητικό σε σύγκριση με μια ενισχυτική δόση που βασίζεται στο αρχικό στέλεχός του, ακόμη και αν αυτή η ενισχυτική δόση δεν ταιριάζει απόλυτα με το στέλεχος που κυκλοφορεί στον πληθυσμό εκείνη την περίοδο. Ωστόσο το σημαντικότερο για τον καθένα είναι να λάβει μια ενισχυτική δόση, όποια και αν είναι αυτή. Δεν χρειάζεται να πετάξουμε στον κάλαθο των αχρήστων τα αναμνηστικά εμβόλια που βασίζονται στο αρχικό στέλεχος του ιού! Μπορούν να κάνουν και αυτά καλή δουλειά προς όφελος του πληθυσμού».

Μάλιστα, με βάση και πάλι τα μοντέλα της δρος Κρόμερ και των συνεργατών της, τα επικαιροποιημένα εμβόλια προφέρουν οφέλη και σε επίπεδο πληθυσμού, αν και σημαντικό ρόλο φαίνεται επίσης να παίζουν τα υπάρχοντα επίπεδα ανοσίας του πληθυσμού. Αν για παράδειγμα ένας πληθυσμός έχει ήδη 86% προστασία από σοβαρή νόσηση (λόγω υπάρχουσας ανοσίας είτε μέσω εμβολιασμού είτε μέσω προηγούμενης λοίμωξης είτε μέσω ενός συνδυασμού και των δύο), ένα ενισχυτικό εμβόλιο που βασίζεται στο αρχικό στέλεχος του ιού μπορεί να ανεβάσει τα επίπεδα προστασίας στο 98%, ενώ ένα επικαιροποιημένο εμβόλιο στο 98,8%. Μπορεί αυτή η αύξηση του ποσοστού που προσφέρουν τα επικαιροποιημένα εμβόλια να μη φαίνεται σημαντική, ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα είπε η δρ Κρόμερ στο «Science», «αν ο πληθυσμός είναι μεγάλος και υπάρχει έλλειψη νοσοκομειακών κλινών, μπορεί να κάνει τη διαφορά». Μένει να δούμε αν οι προβλέψεις θα επαληθευτούν στην πράξη και η στιγμή αυτή βρίσκεται πλέον σε απόσταση… βελόνας.

Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν το πρώτο παγκοσμίως που ήδη από τα μέσα Αυγούστου ενέκρινε επικαιροποιημένο εμβόλιο γαι τον SARS-CoV-2 – επρόκειτο για το εμβόλιο της Moderna που στοχεύει την υποπαραλλαγή ΒΑ.1 της Ομικρον.

Ποιοι έχουν προτεραιότητα για εμβολιασμό

Ένα από τα ερωτήματα που αφορούν εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως είναι το αν ανήκουν στις ομάδες που έχουν προτεραιότητα για εμβολιασμό. Σύμφωνα με συστάσεις που εξέδωσαν πριν από μερικές ημέρες ο ΕΜΑ και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), είναι προτιμότερο τα εμβόλια δεύτερης γενιάς για την COVID-19 να χορηγηθούν αρχικώς σε ομάδες υψηλού κινδύνου – άτομα 60 ετών και άνω, άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, ανοσοκατεσταλμένοι, έγκυοι, άτομα 12 ετών και άνω με υποκείμενα νοσήματα. Προτεραιότητα πρέπει επίσης να δοθεί στα άτομα που διαβιούν σε οίκους ευγηρίας και στο προσωπικό τους, ενώ πρέπει να εξεταστεί και το ενδεχόμενο αναμνηστικού εμβολιασμού του υγειονομικού προσωπικού, υπογραμμίζουν οι ευρωπαίοι αρμόδιοι. Επισημαίνεται ότι στην Ευρώπη τα διδύναμα εμβόλια τόσο των Pfizer/BioNTech όσο και της Μοderna έχουν εγκριθεί ως αναμνηστικές δόσεις μόνο για άτομα 12 ετών και άνω (στις ΗΠΑ η έγκριση για το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech είναι για τα άτομα 12 ετών και άνω ενώ για εκείνο της Moderna για τα άτομα 18 ετών και άνω).

Τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι υπεύθυνα να αποφασίσουν ποιες ομάδες του πληθυσμού τους θα εμβολιάσουν πρώτες. Στη χώρα μας, στην οποία έφθασαν ήδη τα πρώτα επικαιροποιημένα εμβόλια που στοχεύουν τη ΒΑ.1 (μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να είναι διαθέσιμα και αυτά που στοχεύουν τις υποπαραλλαγές ΒΑ.4 και ΒΑ.5), αύριο Δευτέρα θα υπάρξει έκτακτη ενημέρωση στις 18.00 από το υπουργείο Υγείας σχετικά με το σχέδιο εμβολιασμού για τα επικαιροποιημένα εμβόλια. Στην ενημέρωση θα ανακοινωθεί η ημερομηνία έναρξης των εμβολιασμών καθώς και οι ομάδες του πληθυσμού που θα έχουν προτεραιότητα για εμβολιασμό (οι οποίες, όπως όλα δείχνουν, θα είναι αυτές που συστήνει το ECDC).

Πηγή: in.gr – Έντυπη έκδοση Το Βήμα