Πέμπτη
26
Δεκέμβριος
TOP

Έρευνα: Δουλεύουμε 198 ημέρες τον χρόνο για να πληρώνουμε φόρους

«Ενώ η Κυβέρνηση πανηγυρίζει για την υποτιθέμενη έξοδο από τα μνημόνια, ο μέσος Έλληνας θα εργαστεί φέτος μέχρι τις 18 Ιουλίου, δηλαδή 198 από τις 365 ημέρες του χρόνου, για να πληρώσει φόρους και εισφορές στο κράτος», σύμφωνα με την ετήσια μελέτη για την Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας που παρουσίασε τη Δευτέρα σε συνέντευξη Τύπου το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ).

Τα πορίσματα της μελέτης παρουσίασε ο ερευνητής του ΚΕΦίΜ Κωνσταντίνος Σαραβάκος.

Οι φορολογούμενοι θα εργαστούν φέτος 12 ημέρες παραπάνω, σε σύγκριση με το 2017, για να πληρώσουν φόρους και εισφορές. Πιο αναλυτικά, η μελέτη δείχνει ότι το 2018 θα δουλέψουμε 50 ημέρες για άμεσους φόρους, 67 ημέρες για έμμεσους και 81 για κοινωνικές εισφορές.

Ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Β’ Αθηνών Άδωνις Γεωργιάδης σχολιάζοντας τα πορίσματα της μελέτης δήλωσε: “Τώρα που βάλαμε γραβάτα, βγήκαμε στις αγορές και τελειώσαμε με την τρόικα, ήρθε η ώρα να μιλήσουμε ξανά για την πραγματική οικονομία. Δυστυχώς, φέτος η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας πηγαίνει ακόμη μακρύτερα. Πέρσι ήταν στις 6 Ιουλίου, φέτος φτάνει στις 18 Ιουλίου. Στόχος της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι κάθε χρόνο αυτή η μέρα να πηγαίνει διαρκώς προς τα πίσω και στους Έλληνες να μένουν περισσότερα λεφτά για τον εαυτό τους και λιγότερα για το κράτος”.

Ο Τάσος Αβραντίνης, αντιπρόεδρος της Δράσης και μέλος διοικητικού συμβουλίου ΚΕΦίΜ επεσήμανε: “Η φορολογία είναι μέρος του κόστους της οικονομίας ενός κράτους και επηρεάζει τα κίνητρα των ατόμων για παραγωγή. Μείωση της φορολογίας σημαίνει αύξηση της ανταγωνιστικότητας και βελτίωση όλων των μεγεθών της οικονομίας. Φέτος, το ύψος των φορολογικών συντελεστών είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανταγωνιστικότητα της χώρας σύμφωνα με τον δείκτη Doing Business. Χρειαζόμαστε συνεπώς λιγότερους φόρους και ένα ριζικά απλούστερο φορολογικό σύστημα”.

Ο Αλέξανδρος Σκούρας τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής: “Ο μέσος Έλληνας δουλεύει από την πρωτοχρονιά μέχρι τις 18 Ιουλίου για να πληρώσει φόρους και εισφορές. Αυτή η κατάσταση έχει φτάσει σε ένα πάρα πολύ προχωρημένο επίπεδο. Καλούμαστε να απαντήσουμε ως χώρα αν τελικά θέλουμε ένα πιο μικρό, πιο συμμαζεμένο και αποδοτικό κράτος, ή αν επιθυμούμε να φτάσουμε μέχρι το φθινόπωρο”.

Μιράντα Ξαφά, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ δήλωσε: «Η φορολογική αφαίμαξη των πολιτών θέτει εν αμφιβόλω την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της κυβέρνηση και περιορίζει την ελευθερία των πολιτών να επιλέξουν πως θα ξοδέψουν τα χρήματα που κερδίζουν. Είναι επιτακτική η ανάγκη μείωσης της φορολογίας, με ταυτόχρονο περιορισμό της κρατικής σπατάλης και βελτίωση των υπηρεσιών προς τους πολίτες με συμβάσεις παραχώρησης στον ιδιωτικό τομέα και υπεργολαβίες.»

Τα βασικά ευρήματα της μελέτης για την Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας 2018 είναι τα εξής:

  •     Σύμφωνα με τους στόχους του Προϋπολογισμού του 2018, η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας θα είναι φέτος η 18η Ιουλίου. Οι φορολογούμενοι θα εργαστούν φέτος 12 ημέρες παραπάνω για το κράτος, παρά την αισιόδοξη πρόβλεψη του Προϋπολογισμού για ανάπτυξη 2,5% το 2018.
  •     Το 2018 θα δουλέψουμε 50 ημέρες για άμεσους φόρους, 67 για έμμεσους και 81 για κοινωνικές εισφορές.
  •     Η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας συνεχίζει να φτάνει κάθε χρόνο και αργότερα, απορροφώντας όλο και μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων που παράγουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες. Το 2018 θα εργαστούμε 50 ολόκληρες ημέρες παραπάνω για το κράτος απ’ ό,τι το 2009 αν η κυβέρνηση πετύχει τους στόχους της.
  •     Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας του 2017 ήταν η 6η Ιουλίου.
  •     Η κυβέρνηση δεν πέτυχε τον στόχο είσπραξης φόρων και εισφορών που είχε θέσει στον Προϋπολογισμό του 2017. Στον Προϋπολογισμό του 2018 προβλέπει την επιπλέον αύξηση των Έμμεσων Φόρων κατά 3,4%, των Άμεσων Φόρων κατά 1,6% και των Καθαρών Κοινωνικών Εισφορών κατά 4,9% σε σχέση με όσα προϋπολόγιζε πέρσι.
  •     Η φορολογική επιβάρυνση των Ελλήνων είναι αντίστοιχη με αυτή των Γερμανών και μεγαλύτερη από αυτή των Σουηδών, των Φινλανδών και των Ιταλών. Ταυτόχρονα, η ικανοποίηση των Ελλήνων από τις κρατικά παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και παιδείας, καθώς και από τη δικαιοσύνη, είναι από τις χαμηλότερες μεταξύ των κρατών μελών του ΟΟΣΑ.