Αν το χώμα κρατά όλες τις πληροφορίες όπως συχνά λέει ο Πέτρος Θέμελης, τότε έχει να μας πει πολλά για τον τρόπο που έβλεπαν τον έρωτα οι αρχαίοι. Για περισσότερα από 60 χρόνια, ο έμπειρος ανασκαφέας που ανέστησε την αρχαία Μεσσήνη, κρατά τη σκαπάνη με αφοσίωση και υπομονή. Κυρίως, όμως, με όραμα να μας φέρει εγγύτερα στην κατανόηση του παρελθόντος. Μέσα στα 350 στρέμματα του αρχαιολογικού χώρου, έχει εντοπίσει πολλά σπαράγματα, δηλωτικά της σχέσης των προγόνων μας με τη σαρκική επιθυμία αλλά και την πνευματική της διάσταση. Αλλωστε, η ίδια η δουλειά του έχει και αυτή κάτι ερωτικό: «το να αναζητείς τις απαντήσεις διαχρονικών ερωτημάτων στις ανασκαφές είναι και αυτό ένα μεγάλο πάθος που σε μένα έχει διαρκέσει αναλλοίωτο μια ολόκληρη ζωή», εξομολογείται στη στήλη.
«Θυμάμαι όταν ανακαλύψαμε το εύχυμο μαρμάρινο σώμα μιας Αφροδίτης. Τράβηξα φωτογραφία τον συνεργάτη μου Κυριάκο Ψαρουδάκη να την κρατά στην αγκαλιά του μόλις την είχαμε ανασύρει από το έδαφος. Η σκηνή είχε κάτι βαθιά συγκινητικό, λες και αυτό το πέτρινο κορμί είχε ακόμα ψυχή και ερωτισμό. Ομως και στην αρχαιότητα λέγεται για την Αφροδίτη της Κνίδου στη Μικρά Ασία, ένα από τα διασημότερα έργα του Πραξιτέλη, πως οι άνδρες πήγαιναν κρυφά τις νύχτες και της χάιδευαν τα μέλη, τόσο καλοφτιαγμένη ήταν», μου λέει. «Οσο για τις πολύ τολμηρές ερωτικές παραστάσεις που βλέπουμε σε αγγεία ή λυχνάρια, ας μην ξεχνάμε ότι οι αγγειογράφοι που τα παρήγαγαν ήταν –κατά πλειονότητα– σκλάβοι, όχι ελεύθεροι πολίτες που περιφρονούσαν τις χειρωνακτικές δουλειές. Συνεπώς ό,τι αποτύπωναν στον πηλό οι καλλιτέχνες ήταν μάλλον προϊόντα της φαντασίας τους. Τα σκεύη αυτά συνήθως προορίζονταν για εξαγωγές στους λεγόμενους βαρβάρους εκείνης της εποχής».
Γενικά, όπως υπογραμμίζει ο Πέτρος Θέμελης, οι αρχαίοι Ελληνες είχαν πολύ μεγαλύτερη ελευθερία στον έρωτα από ό,τι εμείς οι σύγχρονοι άνθρωποι. Δεν τους βάραινε το προπατορικό αμάρτημα, «ο στόχος τους ήταν να περάσουν καλά σε τούτη τη ζωή, δεν τους ένοιαζε τόσο τι θα γινόταν μετά θάνατον. Οι ίδιοι οι Θεοί τους ήταν φιλήδονοι. Ο Δίας είχε πάρει όλες τις πιθανές μορφές ζώων και πτηνών προκειμένου να σαγηνεύσει όμορφες κοπέλες. Είχε αδυναμία στις παντρεμένες! Αν λοιπόν οι Θεοί περνούσαν καλά, γιατί να μην περνούν και οι θνητοί που μάθαιναν πως οι πρώτοι έχουν εμπλακεί σε τόσες και τόσες περιπέτειες; Δεν είχαν την ψυχική καταπίεση, τους ηθικούς φραγμούς που απέκτησαν αργότερα οι άνθρωποι. Οι αρχαίοι λ.χ. πίστευαν ότι για να διδαχθεί ένας νέος από τον δάσκαλό του θα πρέπει να τον ερωτευθεί».
Και οι γυναίκες; «Αυτές ζούσαν κάτω από τη σκιά των πατεράδων και των συζύγων τους, δίχως να έχουν πολλά περιθώρια. Η δε εικόνα που έχουμε για τις εταίρες –μέσα από τη σύζυγο του Περικλή που ήταν μια μορφωμένη και καλλιεργημένη προσωπικότητα– απέχει από την πραγματικότητα. Ηταν γυναίκες που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους μέσα στην αγορά. Μια ωραία ιστορία μάλιστα που αναφέρεται στα “Εταιρικά’’ του Λουκιανού είναι για μία από τις εταίρες αυτές, η οποία είχε χαράξει στα υποδήματά της τη λέξη “Ακολούθα με’’, την οποίαν διάβαζαν οι άνδρες από τα αποτυπώματα που άφηνε στο χώμα!».
Μαργαρίτα Πουρνάρα
kathimerini.gr