Εκπνέει την ερχόμενη εβδομάδα η προθεσμία για την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης σχετικά με την επιλογή των έγγαμων φορολογουμένων να κάνουν χρήση τού δικαιώματός τους για υποβολή χωριστών φορολογικών δηλώσεων. Ωστόσο, χρειάζεται προσοχή εκ μέρους των συζύγων διότι με την υποβολή χωριστών δηλώσεων χάνεται το δικαίωμά τους να “μεταφέρουν” εισόδημα για την κάλυψη των τεκμηρίων ή αποδείξεις για την κάλυψη του ορίου του 30% (εφόσον ισχύσει αυτό το όριο ή μικρότερο).
Συγκεκριμένα, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να γνωστοποιήσουν την πρόθεσή τους για χωριστές δηλώσεις μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου, μέσω της ιστοσελίδας της ΑΑΔΕ . Εαν δεν γίνει εγκαίρως αυτή η διαδικασία, τότε οι φορολογούμενοι είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν κοινή φορολογική δήλωση, στην οποία, βέβαια, η εκκαθάριση γίνεται ξεχωριστά και δεν συμψηφίζονται τα τυχόν πιστωτικά ή χρεωστικά εκκαθαριστικά.
Εφόσον υποβληθούν χωριστές δηλώσεις, δεν επηρεάζεται η χορήγηση των επιδομάτων. Ωστόσο, επηρεάζονται δύο σημαντικά δικαιώματα των φορολογουμένων. Η κάλυψη των τεκμηρίων και η συγκέντρωση ηλεκτρονικών αποδείξεων. Δηλαδή, στις χωριστές δηλώσεις συζύγων δεν υφίσταται η έννοια του οικογενειακού
εισοδήματος για την κάλυψη των επιμέρους τεκμηρίων καθενός εκ των συζύγων, καθώς τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης βαρύνουν τον κάθε σύζυγο ατομικά.
Όσον αφορά τη δυνατότητα κάλυψης τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, δεν μπορεί να γίνει επίκληση εισοδημάτων από τη χωριστή δήλωση του άλλου συζύγου. Συνεπώς, είναι πολύ πιθανό να φορολογηθεί κάποιος από τούς δύο με τεκμαρτό τρόπο, ακόμα κι αν ο/η σύζυγος έχει επαρκή εισοδήματα για να δικαιολογηθούν τα τεκμήρια και των δύο.
Επίσης, στις χωριστές δηλώσεις δεν υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς υπολειπόμενου ποσού αποδείξεων από τον ένα σύζυγο στον άλλο, προκειμένου να καλυφθεί το όριο τού 30% επί τού εισοδήματος, ή μικρότερου ποσοστού για τα περσινά εισοδήματα. Συνεπώς, αν οι περισσότερες ηλεκτρονικές αγορές έχουν γίνει από τον/την σύζυγο, θα προκύψει έλλειψη αποδείξεων για τον/την άλλο/άλλη σύζυγο και θα επιβληθεί η προβλεπόμενη ποινή 22% επί της διαφοράς.
Σε περίπτωση κύριας κατοικίας, αυτή δηλώνεται στον πίνακα 5 του εντύπου Ε1 με τον κάθε σύζυγο να συμπληρώνει το ποσοστό ιδιοκτησίας του ή το ποσοστό του ως μισθωτής σε περίπτωση μισθωμένης κατοικίας και το ποσοστό της δωρεάν παραχώρησης, αντίστοιχα. Στις περιπτώσεις χωριστών δηλώσεων τα τέκνα που προέρχονται από κοινό γάμο καθώς και τα αναγνωρισμένα τέκνα δηλώνονται ως εξαρτώμενα μέλη και από τους δύο συζύγους. Το εισόδημα του ανήλικου τέκνου που δεν φορολογείται στο όνομα του τέκνου, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδημα και δηλώνεται μόνο από αυτόν τον γονέα.
πηγη moneyreview.gr