Η προεκλογική περίοδος στην οποία εισέρχεται η χώρα και η κυβερνητική τακτική των παροχών θέτουν εμπόδια και δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, έχοντας ως μοναδικό στόχο την εκλογική διάσωση αδιαφορούν αν θα αφήσουν στους επόμενους “καμένη γη” (δεν θέλω να πω ότι μερικοί το επιδώκουν κιόλας).
Τον Αύγουστο τελειώνει το Μνημόνιο του κ.Τσίπρα. Στο εξής η Ελλάδα δεν θα στηρίζεται στη χρηματοδότηση των εταίρων αλλά θα δανείζεται από τις αγορές. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: Πώς θα εξασφαλιστεί με τον καλύτερο τρόπο η χρηματοδότηση της χώρας; Αρκεί η αυξημένη ευρωπαϊκή εποπτεία για να αποφευχθούν νέοι “εκτροχιασμοί”;
Κάποιοι από τους θεσμούς, ιδίως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πιέζουν για προληπτική πιστολητπική γραμμή. Η κυβέρνηση “χτίζει” ένα “μαξιλάρι ασφαλείας” της τάξεως των 17 δισ. Με αυτά θα είναι δυνατόν να καλυφθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες ως το τέλος του 2019 αν έχουμε δυσκολίες άντλησης χρημάτων από τις αγορές με ανεκτά επιτόκια.. Ως τότε υπολογίζουμε ότι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης θα αναβαθμίσουν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας κατά 5 βαθμίδες, ώστε να θεωρείται “επενδύσιμη”.
Σήμερα, τα Ελληνικά ομόλογα εξακολουθούν να ανήκουν στη βαθμίδα των «σκουπιδιών» (junk bonds). Αυτό που θα περίμενε κάποιος λοιπόν από την κυβέρνηση, θα ήταν να αξιολογήσει σε ποιές πολιτικές πρέπει να δώσει προτεραιότητα ώστε να εξασφαλίσει την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας τη στιγμή μάλιστα που προετοιμάζεται για την κάλυψη των μελλοντικών της δανειακών αναγκών αποκλειστικά από τις αγορές. Τα βασικά στοιχεία αυτής της πολιτικής πρέπει να είναι η επιτάχυνση της αναδιάρθρωσης του παραγωγικού προτύπου και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα συνέβαλε επίσης σημαντικά στην αύξηση της εμπιστοσύνης και στην ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος.
Όμως η κυβέρνηση κινείται σε αντίθετη κατεύθυνη. Αν υπάρχει κάτι που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη μεταμνημονιακή πορεία της χώρας αυτό συνδέεται με τον προεκλογικό σχεδιασμό του ΣΥΡΙΖΑ και τις εξαγγελίες κυβερνητικών στελεχών για αναίρεση μέτρων και επιστροφή στις πολιτικές παροχών. Οι σχεδιασμοί του κ. Τσίπρα εξαντλούνται στο ποσοστό που επιδιώκει στις εκλογές. Δεν δείχνει να τον ενδαφέρει τι θα γίνει στη συνέχεια. Υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχοντας “άγνοια κινδύνου” ακολουθούν τη γνωστή τακτική να τάζουν στους πάντες.
Ο Ε.Τσακαλώτος που αντιλαμβάνεται το πρόβλημα, έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να μην εφαρμοστεί η περικοπή των συντάξεων από τον Ιανουάριο του 2019 και να αναιρεθούν μέτρα, ενώ ο Ν.Βούτσης συντασσόμενος με τον υπουργό Οικονομικών επισημαίνει ότι “θα ήταν λάθος η Ελλάδα να δώσει σήμα για μη εκπλήρωση των υπεσχημένων”. Στο παρελθόν οι αγορές δάνειζαν την Ελλάδα για να γίνουν προσλήψεις στο δημόσιο και να δοθούν κάθε λογής επιδόματα, αλλά δεν πρόκειται να συμβεί το ίδιο τώρα. Οκτώ χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης οι αξιολογήσεις των τριών οίκων θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό την μεταμνημονιακή πορεία της Ελλάδας.
Η κυβέρνηση δεν πρέπει να παραγνωρίσει την πραγματικότητα αυτή προκειμένου να χτίσει την πολιτική αφήγηση περί «καθαρής» εξόδου. Ούτε και οι επόμενες κυβερνήσεις, μπορούν να την παραγνωρίσουν αφού πολιτική σταθερότητα και διαχρονική συνέπεια των πολιτικών θα επηρεάζουν την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας. Η οικονομία και οι εργαζόμενοι θα είναι προστατευμένοι από μια νέα κρίση αν ολοκληρωθούν οι αναγκαίες αλλαγές και προχωρήσει η αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου.
Επιστρέφουμε στις αγορές, αλλά ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα αν δεν αλλάξουμε μυαλά, είτε δεν θα μπορούμε να δανειστούμε είτε θα ζητούν τόσο ψηλά επιτόκια ώστε ο δανεισμός θα είναι πλήρως ασύμφορος. Τότε η μόνη επιλογή που θα έχει η χώρα είναι να προσφύγει και πάλι στην Ευρωπαϊκή Ένωση για νέα χρηματοδότηση.
Νέα χρηματοδότηση από την ΕΕ δεν πρόκειται να υπάρξει και νέα δραματικά σενάρια θα έρθουν ξανά στο προσκήνιο. Οι θυσίες μιας γενιάς θα έχουν πάει στράφι. Αν λοιπόν η κυβέρνηση έχει ως μοναδικό στόχο το πώς θα κερδίσει τις εκλογές, αδιαφορώντας για το κόστος, τότε φτιάχνει ένα ναρκοπέδιο, όχι για την επόμενη κυβέρνηση, αλλά για το μέλλον της χώρας.