Η Ελληνική Στατιστική Αρχή διόρθωσε την αρχική εκτίμηση που είχε κάνει στις αρχές Μαίου βάσει της οποίας το ΑΕΠ κατέγραφε κατά το πρώτο
τρίμηνο πτώση της τάξεως του 0,5%. Η διόρθωση ήταν αισθητή καθώς το μείον έγινε συν και πλέον το πρώτο τρίμηνο του 2017 εμφανίζει ανάπτυξη της τάξεως του 0,4%.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες η εικόνα άλλαξε ριζικά ενώ μέχρι και το Μέγαρο Μαξίμου βρήκε την ευκαιρία να βγάλει ανακοίνωση για να στηλιτεύσει τη στάση όσων μίλησαν για ύφεση. Κι όμως, το γεγονός ότι η ΕΛΣΤΑΤ βασίστηκε σε επικαιροποιημένα στοιχεία και αύξηση των πήχη του ΑΕΠ δεν σημαίνει ότι το πρώτο τρίμηνο ήταν θετικό για την αγορά. Η μεγάλη καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές έχει κοστίσει κάτι το οποίο αποτυπώνεται σε σειρά δεικτών της ελληνικής οικονομίας.
Η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού. Μήνα με τον μήνα το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο μεγαλώνει. Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι έρχονται ξανά αντιμέτωποι με τον πληθωρισμό την ώρα που τα εισοδήματά τους μειώνονται. Η ανεργία πέφτει ως ποσοστό αλλά ο αριθμός των απασχολούμενων αυξάνει με πολύ μικρό ρυθμό. Το λιανεμπόριο έχει χτυπηθεί από την αβεβαιότητα ενώ οι στατιστικές των τραπεζών επιδεινώθηκαν: και λιγότερες καταθέσεις και περισσότερα κόκκινα δάνεια.
Πληθωρισμός: Τον Απρίλιο, μήνα για τον οποίο υπάρχουν και τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή «έτρεχε» με ρυθμό 1,6% όταν τον αντίστοιχο περυσινό μήνα είχαμε πτώση 1,3%. Το κύμα των ανατιμήσεων, έχει πλήξει και βασικές κατηγορίες αγαθών όπως είναι η στέγαση (λόγω αύξησης στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο φυσικό αέριο), οι μεταφορές (λόγω καυσίμων) αλλά και οι επικοινωνίες (λόγω νέων φόρων στα τηλέφωνα).
Λιανικό εμπόριο: Τα στοιχεία του Μαρτίου που ανακοινώθηκαν στις αρχές της εβδομάδας, δικαίωσαν τις εκτιμήσεις των εκπροσώπων του κλάδου supermarket αλλά και των πρατηρίων καυσίμων. Ο όγκος των πωλήσεων είναι μειωμένος και στις δύο αυτές κατηγορίες σε σχέση με πέρυσι παρασύροντας σε πτώση και τον συνολικό γενικό δείκτη όγκου πωλήσεων σε ποσοστό 1% σε σχέση με πέρυσι. Ακόμη και ο δείκτης κύκλου εργασιών, εμφανίζει οριακή αύξηση της τάξεως του 0,3%, μεταβολή που οφείλεται κατά κύριο λόγο στις ανατιμήσεις που προκλήθηκαν από τις αυξήσεις στους φόρους, ειδικά στα καύσιμα. Η οριακή μεταβολή του δείκτη κύκλου εργασιών, επηρεάζει την πορεία του ΑΕΠ η εξάρτηση του οποίου από την κατανάλωση παραμένει σε ποσοστό άνω του 70%.
Φορολογικά έσοδα: Ο στόχος των φορολογικών εσόδων επιτεύχθηκε οριακά κατά το πρώτο τετράμηνο του έτους καθώς συγκεντρώθηκαν 12,361 δις. ευρώ έναντι στόχου 12,288 δις. ευρώ. Μάλιστα, η οριακή υπέρβαση προκύπτει έναντι του στόχου που είχε τεθεί πέρυσι τον Νοέμβριο με την κατάθεση του προϋπολογισμού και όχι με τον αναθεωρημένο στόχο ο οποίος αποτυπώθηκε στο μεσοπρόθεσμο και είναι υψηλότερος κατά 1,3 δις. ευρώ. Όλοι οι βασικοί κωδικοί των φορολογικών εσόδων (ΦΠΑ, φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων, φόροι κατανάλωσης καυσίμων και καπνικών) παρουσιάζουν σοβαρή υστέρηση έναντι των στόχων και προς το παρόν, το κενό καλύπτεται από τους άμεσους και έμμεσους φόρους προηγούμενων ετών, δηλαδή, από τις ρυθμίσεις και τις κατασχέσεις. Τα δύσκολα για τον κρατικό προϋπολογισμό είναι μπροστά καθώς από τα περίπου 48 δις. ευρώ που πρέπει να εισπραχθούν μέσα στο 2017 για να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος, τα 33-34 δις. ευρώ πρέπει να συγκεντρωθούν στο χρονικό διάστημα Ιουνίου-Δεκεμβρίου.
Εμπορικό ισοζύγιο: Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων στο πρώτο τρίμηνο του 2017 παρατηρήθηκε νέα αύξηση του συνολικού εμπορικού ελλείμματος κατά 44,8% συγκριτικά με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα με το έλλειμμα να διαμορφώνεται στα 6,47 δις. ευρώ. Ακόμη και χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο εμφανίζεται αυξημένο κατά 6,8% ή κατά 242,4 εκατ. ευρώ. Οι εισαγωγές του πρώτου τριμήνου, ανήλθαν στα 13,35 δις. ευρώ αυξημένες κατά 31% σε σχέση με τα 10,19 δις. ευρώ του πρώτου τριμήνου του 2016. Οι εξαγωγές, αυξήθηκαν κατά 20,3% στα 6,87 δις. ευρώ από 5,71 δις. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2016.
Καταθέσεις: Οι όποιες προσδοκίες επιστροφής καταθέσεων από τις αρχές του 2017 διαψεύστηκαν καθώς με την ολοκλήρωση του α΄τετραμήνου, το υπόλοιπο των αποταμιεύσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων καθηλώθηκε στα 118,994 δις. ευρώ, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2001. Από τις αρχές του χρόνου, οι καταθέσεις έχουν υποχωρήσει κατά 2,388 δις. ευρώ.
Κόκκινα δάνεια: Η προσπάθεια που καταβλήθηκε κυρίως στο β’ εξάμηνο του 2016 να περιοριστεί η έκθεση των τραπεζών στα κόκκινα δάνεια, ανακόπηκε καθώς τα στοιχεία για τους πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους δείχνουν επιδείνωση. Οι μή εξυπηρετούμενες υποχρεώσεις φέρονται να έχουν ξεπεράσει τα 107 δις. ευρώ και να παρουσιάζουν αύξηση της τάξεως των δύο δις. ευρώ σε σχέση με τις αρχές του χρόνου. Η αύξηση αποδίδεται τόσο στην παρατεταμένη αβεβαιότητα όσο και στην καθυστέρηση που παρατηρείται στην ψήφιση και ενεργοποίηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού.
Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις: Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε χθες μικρή μείωση στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου. Αυτό βέβαια, δεν οφείλεται τόσο στην εκταμίευση πόρων για την αποπληρωμή οφειλών αλλά στους συμψηφισμούς που κάνει ειδικά ο ΕΟΠΥΥ(με τα rebate τα clowback κλπ). Η ανοδική πορεία έχει αποτυπωθεί έντονα στα στοιχεία του 1ου τριμήνου καθώς λόγω της καθυστέρησης στην εκταμίευση της δόσης, οι οφειλές αναρριχήθηκαν στα 3,927 δις. ευρώ στο τέλος Μαρτίου ενώ είχαν υποχωρήσει στα 3,348 δις. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου του 2016.
Ανεργία: Σε ετήσια βάση, το ποσοστό της ανεργίας εμφανίζεται να εξακολουθεί να υποχωρεί και να διαμορφώνεται (τον Φεβρουάριο του 2017 που είναι και ο τελευταίος μήνας για τον οποίο υπάρχουν στοιχεία) στο 23,9% από 24,8% τον Φεβρουάριο του 2016. Ωστόσο, η μείωση του ποσοστού, δεν μεταφράζεται και σε αισθητή αύξηση του αριθμού των απασχολούμενων. Τον Φεβρουάριο του 2017, απασχολούνταν 3,627 εκατομμύρια άτομα έναντι 3,637 εκατομμυρίων στο τέλος του 2016 και 3,585 εκατομμυρίων τον Φεβρουάριο του 2016. Όσον αφορά στον αριθμό των ανέργων, ήταν 1,141 εκατομμύρια τον Φεβρουάριο έναντι 1,122 εκατομμύρια στο τέλος του 2016 και 1,18 εκατομμύρια τον Φεβρουάριο του 2016. Είναι προφανές το ανησυχητικό στατιστικό στοιχείο: η μείωση του ποσοστού της ανεργίας δεν μεταφράζεται και σε σημαντική αύξηση στον αριθμό των απασχολούμενων που είναι και το ζητούμενο.