Παρασκευή
3
Μάιος
TOP

Ανεξαρτησία ή Αυτονομία

Οι αλκυονίδες μέρες του φετινού Φλεβάρη, εκτός από την κάμψη του χειμώνα, συνδυάζονται με τη λάμψη και τη λαγνεία της ανεξαρτησίας. Το φαινόμενο αυτό δεν παρατηρείται κάθε Φλεβάρη, αλλά τον φετινό προεκλογικό κουτσοφλέβαρο.

Η παρουσίαση, η ανακοίνωση, η υποδοχή, η αξιολόγηση και η κριτική των αυτοδιοικητικών παρατάξεων, που ενσκήπτουν αστραποβολούσες, γίνονται με τη χρήση, την κατάχρηση, την παράχρηση και πάντως την αντήχηση των λέξεων «ανεξαρτησία» και «ανεξάρτητος» και λοιπών παραγώγων και συνθετικών τους. Έτσι η συγκρότηση πολιτικών υποκειμένων, δηλαδή αυτοδιοικητικών παρατάξεων, μοιάζει με φεστιβάλ ή με καλλιστεία ανεξαρτησίας.

Η χρήση της φιλτάτου και εκπάγλου καλλονής ανεξαρτησίας, εκτός από την μέθη της οικείας χαύνωσης, παράγει απόθεμα υποκρισίας και ζωηρό γέλωτα, άλλοτε ξεκαρδιστικό κι άλλοτε ειρωνικό. Άραγε, πως γίνεται όλοι να αυτοπροσδιορίζονται ως ανεξάρτητοι; Και αφού είναι τόσο ίδιοι και όμοιοι, ποιος δαίμονας τους εμποδίζει να ομονοήσουν συγκροτώντας κοινούς συνδυασμούς με έμβλημα την ανεξαρτησία;

Κι όμως δεν είναι έτσι, όσο και αν θέλουν να το νομίζουμε. Η άτσαλη χρήση της λέξης και της έννοιας «ανεξαρτησία», προδίδει με πρωτόλεια ευκολία το βίαιο χειρισμό της ως φερετζέ, ως βολικής καλύπτρας αποσκοπούσας να παράξει πολιτική τύφλωση, κοινωνική παραίσθηση και τελικώς εκλογική χειραγώγηση.

Τα ζητήματα, που προκύπτουν από τις στιλβωμένες με λάγνα ανεξαρτησία αυτοδιοικητικές παρατάξεις, που λιάζονται με τις αλκυόνες είναι κυρίως δύο. Το πρώτο αφορά στην αιτία του ενδημικού αυτού φαινομένου. Το δεύτερο αφορά στην κυριολεξία της επίκλησης της ανεξαρτησίας και στην ανίχνευση των κριτηρίων, από τη συνδρομή των οποίων εξαρτάται η φυσιογνωμία κάθε εκλογικής παράταξης.

Η αιτία του πληθωρισμού της επίκλησης της ανεξαρτησίας, από τις αυτοδιοικητικές παρατάξεις, ταυτίζεται κυρίως με την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος και με την κρίση της πολιτικής ως βιωματικής σχέσης, δια της οποίας επιδιώκονται συγκεκριμένες στοχοθεσίες, που στηρίζονται σε παράλληλα και μη ταυτόσημα αξιακά φορτία. Στις ως άνω αιτίες προστίθεται η συμβολική αποψίλωση του νοηματικού πυρήνα της πολιτικής αντιπροσώπευσης, που προσλαμβάνει χαρακτηριστικά ιδιοτέλειας δηλαδή της εξασφάλισης του βιοπορισμού στο πρυτανείο των δημοκρατικών θεσμών. Συνοδές αιτίες της πανδημίας της ανεξαρτησίας είναι αφ’ ενός η εμπεδωμένη σχέση της φιλονικίας και της θεσμικής καχυποψίας μεταξύ του κεντρικού πολιτικού συστήματος και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και αφ’ ετέρου η προϊούσα ανάδυση της αντισυστημικότητας ως πολιτικής συμπεριφοράς. Η πανδημία αυτή συντηρείται ακόμη, από την ηθελημένη ή και αθέλητη αδυναμία συστηματοποίησης των αναγκών των τοπικών κοινωνιών και τεκμηρίωσης του συμφέροντός τους, από το  έλλειμμα της τεκμηρίωσης αξιακού και αξιόπιστου προγραμματικού λόγου και από την πονηρία της σκοπιμότητας, που λειτουργεί ως ανταλλακτική σχέση πατρωνίας των εν Αθήναις πολιτικών προς την πολιτική ηγεσία των τοπικών κοινωνιών. Προς επιβεβαίωση των ανωτέρω  σημειώνεται ότι συχνάκις οι αυτοδιοικητικοί υποψήφιοι αρνούνται ότι είναι πολιτικοί, ως το να είναι κάποιος πολιτικός να συνιστά έγκλημα καθοσίωσης ή μαγάρα. Κι όμως η διεκδίκηση της λαϊκής ψήφου, η διαμεσολάβηση στην αντιπροσώπευση των τοπικών κοινωνιών στα δημοτικά και στα περιφερειακά συμβούλια, η διεκδίκηση των αιρετών αξιωμάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι πολιτική πράξη επιδιώκουσα πολιτικό αποτέλεσμα και όχι πάρεργο, διασκέδαση, αγγαρεία  ή διεκπεραίωση.

Η πλημμυρίδα των αιτιών της άπληστης χρήσης της ανεξαρτησίας «δια πάσα αυτοδοικητική νόσο και μαλακία» πρέπει να καμφθεί. Κι αυτό μπορεί να επισυμβεί μόνο με την κατίσχυση των κλασσικών κριτηρίων για την διάκριση των αυτοδιοικητικών παρατάξεων. Η ενδεικτική παράθεση τέτοιων κριτηρίων, πιστοποιεί αρχικώς, ότι στην πολιτική, όπως και στην ζωή ουδείς αναμάρτητος και ουδείς ανεξάρτητος. Έτσι τα κριτήρια που ψάχνουμε δεν μετρούν την ανύπαρκτη ανεξαρτησία, αλλά την αυτονομία των αυτοδιοικητικών παρατάξεων και των προσώπων που τις επανδρώνουν.

Το πρώτο κριτήριο της αυτονομίας είναι η ιστορία, καθώς κάθε πρόσωπο έχει την ιστορία του. Ένα δεύτερο κριτήριο είναι το αξιακό φορτίο κάθε προσώπου και κάθε συλλογικού πολιτικού υποκειμένου, κάθε αυτοδιοικητικής παράταξης δηλαδή. Το τρίτο είναι η ικανότητα της πιστότητας του ρέοντος αφηγήματος, η οποία επικυρώνεται ή ακυρώνεται από τα πολιτικά καθώς και τα προσωπικά προτερήματα και ελαττώματα. Το τέταρτο είναι η ύπαρξη ιδεολογικών και γνωστικών αποσκευών, δηλαδή εργαλείων για την εφεύρεση και την κατασκευή του μέλλοντος. Ένα πέμπτο είναι η ηθική ανιδιοτέλεια και ο ριζοσπαστισμός, ως το ενδιάθετο φρόνημα, που χαλυβδώνει τη βούληση και γυμνάζει τις αισθήσεις ώστε να βλέπουν πριν ακούσουν και να ακούνε πριν δουν.

Πέντε απλά κριτήρια για την αναγνώριση, όχι της ανεξαρτησίας, αλλά της αυτονομίας. Της αυτονομίας, που επιτηδείως την μπερδεύουν με την ανεξαρτησία, την οποία μας κερνάνε έως μέθης μεγάλης. Η εφαρμογή των κριτηρίων παράγει την αναγνώριση. Όποιος υπήρξε, έστω και για μια ρωγμή του χρόνου αντάρτης, ανυπότακτος, ανυπόκριτος, αυτάρκης, όποιος στάθηκε μέσα και δίπλα στη κοινωνία δίνοντας, χωρίς να τοκίζει την όποια προσφορά και συμβολή του, όποιος μπορεί να μιλάει με τα δικά του και όχι με δανεικά επιχειρήματα, όποιος δεν είναι υπηρέτης πολλών αφεντάδων, όποιος δεν βαρύνεται με τις ενοχές των σεπόμενων προβλημάτων, όποιος έχει ζαλωθεί την ιδιότητα του ενεργού πολίτη, όποιος δεν φοβάται τις τρύπες των φιδιών, όποιος πιστεύει στη δύναμη των επιχειρημάτων, όποιος δρα στο φως του ήλιου, όποιος μπορεί να παράγει συνθέσεις και συναινέσεις εγκαταλείποντας τις εξαρτήσεις του ,όποιος μπορεί να γελάει και να κλαίει ανυπόκριτα……αυτός είναι ο αυτόνομος. Αυτός είναι που μπορεί να υπηρετήσει τη αυτονομία της κάθε μίας τοπικής κοινωνίας. Αυτός είναι και όχι οι εμποράκοι της ανεξαρτησίας, που, ούτε ήταν αυτόνομοι ποτέ, ούτε πίστεψαν στην αυτονομία. Η αναγνώριση συνεπώς είναι εύκολη. Άλλωστε, έχουν εξαντληθεί οι δικαιολογίες της πλάνης από τα καλλιστεία και τα φεστιβάλ της κατά τα άλλα καλλίπυγου ανεξαρτησίας. Σημειωτέoν , ότι μετά την απομάκρυνση από την μαγιάτικη κάλπη κανένα λάθος δεν αναγνωρίζεται, ιδίως τώρα, που η απλή αναλογική προαπαιτεί πολιτική και ηθική αυτονομία, για να μην απολήξει σε αργαλειό ύφανσης μικρών και μεγάλων εξαρτήσεων.

Παναγιώτης Γιαννόπουλος – Δικηγόρος