Σάββατο
23
Νοέμβριος
TOP

Μπορεί να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό;

Στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας οι ευρωπαϊκοί θεσμοί διαπίστωσαν ένα δημοσιονομικό κενό γύρω στο 1,9 δισ. ευρώ για το 2019 και αντίστοιχο κενό για το 2020.

Το κενό αυτό δημιουργείται γιατί δόθηκαν παροχές από την κυβέρνηση Τσίπρα προεκλογικά, με αποτέλεσμα το κράτος να μην εισπράξει φορολογικά έσοδα που είχε προϋπολογίσει και συμφωνήσει με τους θεσμούς. Η νέα κυβέρνηση πρόκειται σύντομα να καταθέσει το φορολογικό της νομοσχέδιο, το οποίο επίσης προβλέπει μικρότερες επιβαρύνσεις στους πολίτες και επομένως μικρότερα έσοδα στο κράτος. Το ερώτημα που δημιουργείται είναι εύλογο: αφού οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα, για φέτος τουλάχιστον (3,5% ΑΕΠ), δεν αλλάζουν, ενώ τα έσοδα αναμένεται να μειωθούν, πώς είναι δυνατό να μην υπάρξει δημοσιονομικό κενό; Μια απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι με τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα των μεταρρυθμιστικών δράσεων της κυβέρνησης θα ενισχυθεί ο ρυθμός ανάπτυξης στο υπόλοιπο μισό του έτους, άρα και τα δημόσια έσοδα.

Ο αντίλογος σε αυτό το επιχείρημα είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν αποδίδουν τόσο γρήγορα. Χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα προκειμένου να ωριμάσουν και να αποδώσουν. Εφόσον η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίσει τον μεταρρυθμιστικό της οίστρο, τότε είναι δυνατό να δούμε ρυθμούς μεγέθυνσης διπλάσιους από τους αρχικά εκτιμώμενους, δηλαδή 4% αντί για 2,1% το 2020. Για το 2019, θεωρώ ότι το βάρος πρέπει να πέσει στη μείωση των δαπανών έτσι ώστε να επιτευχθούν οι συμφωνημένοι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος. Το ερώτημα σε αυτή την περίπτωση είναι ποιες δαπάνες πρέπει ή μπορούν να μειωθούν; Πού να επικεντρωθεί το οικονομικό επιτελείο; Την περασμένη άνοιξη πραγματοποιήσαμε με τους συνεργάτες μου μια μελέτη στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) και προσδιορίσαμε πέντε άξονες στους οποίους μπορούν να γίνουν περικοπές ύψους 2,25 δισ. ευρώ και να οδηγήσουν σε εξοικονομήσεις δαπανών σε βάθος τετραετίας ύψους 5,3 δισ. ευρώ. Αναλυτικά, οι περικοπές αφορούν τους εξής τομείς:

(α) Επέκταση της επισκόπησης δαπανών (spending review) στη γενική κυβέρνηση (υπουργεία, φορείς και οργανισμούς): περικοπές ύψους 400 εκατ. ευρώ. Το δημοσιονομικό εργαλείο της επισκόπησης δαπανών αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση Τσίπρα αποδίδοντας περίπου 320 εκατ. ευρώ σε μόλις τρία υπουργεία. Εκτιμώ ότι το ίδιο ποσοστό μείωσης των δαπανών (εξαιρουμένων των ανελαστικών που αφορούν κατά κεφαλή μισθούς, συντάξεις και μεταβιβαστικές πληρωμές), εφαρμοζόμενο στο σύνολο των φορέων της γενικής κυβέρνησης, θα μπορούσε να αποδώσει επιπλέον 1,6 δισ. ευρώ σε βάθος τετραετίας. Ενδεικτικά, αυτό το δημοσιονομικό αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με την εμπροσθοβαρή περικοπή δαπανών ύψους 400 εκατ. ευρώ τον πρώτο χρόνο, χωρίς περαιτέρω προσαρμογές τα επόμενα τρία χρόνια.

(β) Περιορισμός του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου: περικοπές ύψους 185 εκατ. ευρώ. Με αφετηρία το υπάρχον μισθολογικό κόστος, χωρίς απολύσεις ή μειώσεις μισθών και συντάξεων και με την εφαρμογή μιας σειράς μέτρων εξορθολογισμού (μείωση των συμβασιούχων στο επίπεδο του 2015, εφαρμογή κανόνα 1 προς 3 στις προσλήψεις, ανακατανομή του διοικητικού προσωπικού από περιττές δομές σε βασικές δομές υποστήριξης της κρατικής λειτουργίας, μείωση των μετακλητών κατά 25%, εξορθολογισμός των δαπανών για υπερωρίες) υπολογίζεται ότι είναι εφικτή η μείωση των δαπανών κατά 185 εκατ. ήδη από τον πρώτο χρόνο. Η δε εξοικονόμηση σε βάθος τετραετίας μπορεί να είναι 740 εκατ. ευρώ.

(γ) Αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας για τη στέγαση υπηρεσιών του Δημοσίου: περικοπές ύψους 20 εκατ. ευρώ. Ο υπολογισμός αφορά στην εξοικονόμηση από τη μεταστέγαση υπηρεσιών του Δημοσίου σε υφιστάμενες ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, όπως το κτίριο του Κεράνη. Η εκτίμηση κρίνεται μετριοπαθής, δεδομένου του ότι σήμερα το Δημόσιο ενοικιάζει 1.050 ακίνητα αναλαμβάνοντας ετήσιο κόστος 125 εκατ. ευρώ. Ενδεικτικά, αυτό το δημοσιονομικό αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με την περικοπή 5 εκατ. ευρώ τον πρώτο χρόνο και επιπλέον 15 εκατ. ευρώ τον τρίτο χρόνο, ενώ η εξοικονόμηση σε βάθος τετραετίας είναι 50 εκατ. ευρώ.

(δ) Αναδιοργάνωση του Δημοσίου: περικοπές ύψους 1,4 δισ. ευρώ. Η εκτίμηση θεωρείται μετριοπαθής δεδομένου ότι έρευνα του ΙΟΒΕ υπολογίζει εξοικονόμηση 380 εκατ. ευρώ από τον πρώτο χρόνο της πλήρους εφαρμογής της ηλεκτρονικής υπογραφής στο Δημόσιο. Η εξοικονόμηση σε βάθος τετραετίας μπορεί να φτάσει τα 2,2 δισ. ευρώ.

(ε) Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα: περικοπές ύψους 550 εκατ. ευρώ. Οι ΣΔΙΤ είναι μια δοκιμασμένη πρακτική που έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε πολλές χώρες. Πεδία εφαρμογής στα οποία υπάρχει τεχνογνωσία στον ιδιωτικό τομέα είναι εκείνα των logistics (στα οποία περιλαμβάνεται το σύνολο των υποστηρικτικών αρμοδιοτήτων και δομών, που ανέρχεται στο 40% του συνόλου των αρμοδιοτήτων). Η εξοικονόμηση μπορεί να φτάσει σε βάθος τετραετίας τα 700 εκατ. ευρώ.

Παναγιώτης Λιαργκόβας – protothema.gr