Αγαπητέ αναγνώστη, σου γράφω σήμερα γιατί συμμερίζομαι την ανησυχία σου. Το άγχος που το βράδυ δεν σε αφήνει να κοιμηθείς, πως θα τα βγάλεις πέρα, πως θα αντέξεις τη μετάβαση στην κανονικότητα που απ′ ότι φαίνεται θα έρθει με πολλές υποχρεώσεις και ελάχιστες ελαφρύνσεις. Όταν θα βάλεις το κλειδί για να ανοίξεις την κλειστή σου επιχείρηση, ή όταν θα επιστρέψεις στην δουλειά σου, όποτε γίνει αυτό, θα πρέπει να αντιμετωπίσεις τη ζοφερή πραγματικότητα που έχει δημιουργήσει η πανδημία. Όμως όλα αυτά τα ξέρεις ήδη, οπότε δεν υπάρχει νόημα να τα επαναλάβω. Σήμερα σου γράφω για να τα βάλουμε κάτω, να δούμε τι θα αντιμετωπίσουμε και κυρίως, πως θα το αντιμετωπίσουμε.
Ας ξεκινήσουμε από τη γενική παραδοχή ότι -μέχρι στιγμής- τα πήγαμε καλά. Η πρώτη φάση της πανδημίας πέρασε και σχεδόν δε μας ακούμπησε. Οι κατευθύνσεις της κυβέρνησης ήταν στη σωστή κατεύθυνση και η συμπεριφορά των πολιτών άψογη. Κλειστήκαμε στα σπίτια μας για όσο μας ζητήθηκε και δε βγάλαμε κιχ. Θέλεις επειδή φοβηθήκαμε από τα όσα συνέβησαν στην Ιταλία; θέλεις επειδή καταλάβαμε εξαρχής την κρισιμότητα της κατάστασης και την αναγκαιότητα υπακοής σε μέτρα που σε κανέναν μας δεν άρεσαν; Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι τα βγάλαμε πέρα. Η κοινωνία άντεξε, το σύστημα υγείας άντεξε, το πήραμε και λίγο στο στην πλάκα, όλα καλά. Το ότι δεν έχουμε εκατόμβες νεκρών και όλος ο πλανήτης μιλάει για το ”ελληνικό παράδειγμα”, είναι κάτι που μας πιστώνεται και οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε στους εαυτούς μας και τους συμπολίτες μας.
Παρόλα αυτά, η παγκόσμια αναγνώριση δεν τρώγεται ούτε σου πληρώνει το ρεύμα και το ενοίκιο. Στη σκοτεινή πλευρά του ζητήματος, η χώρα που αστραπιαία πήρε τα σωστά μέτρα για να αντιμετωπίσει την πανδημία, κλείνοντας τα πάντα, είναι η ίδια χώρα που μόλις πριν από μερικούς μήνες ”βγήκε” από τα μνημόνια και από 9 χρόνια κρίσης, ύφεσης και μέτρων. Πράγμα που σημαίνει ότι πολύ απλά δεν υπάρχουν αποθέματα. Ούτε το κράτος έχει αποθέματα, αλλά κυρίως, ούτε οι πολίτες. Τα ”κρυμμένα λεφτά κάτω από το στρώμα” που είχε το κάθε μικρομεσαίο ελληνικό νοικοκυριό πριν το ξέσπασμα της κρίσης, εξαντλήθηκαν τη δεκαετία που μας πέρασε, τουλάχιστον για τους περισσότερους. Φέτος όλοι περίμεναν να δουλέψουν για να μπορέσουν επιτέλους ανασάνουν καλύτερα, μετά από 10 χρόνια δύσπνοιας.
Πάμε λοιπόν να δούμε τα δεδομένα, τουλάχιστον για το τετράμηνο που μας έρχεται.
Δεδομένο πρώτο. Φέτος κανένας δεν θα δουλέψει όσο υπολόγιζε και ήλπιζε. Η βαριά βιομηχανία της χώρας, ο τουρισμός, που δίνει το 20% του ΑΕΠ και περίπου 800.000 θέσεις εργασίας, είναι βέβαιο ότι θα δεχθεί ένα τεράστιο πλήγμα, καθώς αλλοδαποί τουρίστες δεν θα έρθουν, και οι ημεδαποί δεν θα έχουν λεφτά για να πάνε διακοπές. Δυστυχώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέγεθος της σμίκρυνσης του προβλεπόμενου τζίρου από τον τουρισμό για φέτος, όμως μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι θα είναι ασήκωτο. Με λίγα λόγια, η πίτα της οικονομίας μικραίνει δραματικά.
Δεδομένο δεύτερο. Δεν έχουμε σαν λαός αποθέματα για να καλύψουμε τα χρέη που δημιουργήθηκαν – δημιουργούνται και θα δημιουργηθούν μέχρι να τελειώσει αυτή η ιστορία. Ο μαγαζάτορας που θα ανοίξει το εστιατόριο του, ήδη χρεωμένος 2-3 ενοίκια, εισφορές και χίλια δυο ακόμα έξοδα που έχει ”στο κλειδί” της επιχείρησης του, δεν έχει καν το δικαίωμα να ελπίζει στο όνειρο να γεμίσει το μαγαζί του, καθώς θα μπορεί να φιλοξενήσει το μέγιστο 20-30 άτομα, με τους γνωστούς χωροταξικούς περιορισμούς που ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση. Και φυσικά δεν είναι μόνο ο εστιάτορας. Όλοι οι επαγγελματίες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, θα δουν το εισόδημα τους να μειώνεται δραματικά και τα έξοδα τους να παραμένουν στα ίδια σχεδόν επίπεδα. Η αλυσίδα της οικονομίας θα έχει μόνο αδύναμους κρίκους και θα σπάει συνεχώς, ενώ τα μπαλώματα θα είναι πολύ λίγα και σίγουρα όχι ικανά να διατηρήσουν την κατάσταση σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Σε μία χώρα που 7 στους 10 πολίτες της δεν έχουν ούτε 1.000 ευρώ στην τράπεζα, στο απυρόβλητο θα μείνουν -όπως πάντα στην Ελλάδα- μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι, και όλοι οι υπόλοιποι θα ζουν μήνα με το μήνα, επίδομα με το επίδομα, ευρώ με το ευρώ.
Δεδομένο τρίτο. Δεν μπορούμε να προγραμματίσουμε τίποτα. Δεν μπορεί να γίνει κανένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και κανένα οικονομικό πλάνο σε μία τόσο εύθραυστη κανονικότητα. Μια μικρή υποτροπή θα είναι ικανότατη να ξανακλείσει τα πάντα εν μία νυκτί, και να μας ξαναπάει στο σημείο μηδέν της επανεκκίνησης της οικονομίας. Από τον οικονομικό προγραμματισμό του κάθε νοικοκυριού, μέχρι εκείνον της κυβέρνησης, βρισκόμαστε στο σκοτάδι και απλά προσευχόμαστε σε ό,τι πιστεύουμε, να μην εμφανιστούν κρούσματα και ακινητοποιήσουν ξανά την οικονομία της χώρας. Πέραν του φόβου να μην πάθουμε τίποτα εμείς και οι συνάνθρωποι μας, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και τον τρόμο που προκαλεί το άκουσμα μιας πιθανής υποτροπής της πανδημίας, αναφορικά στις οικονομικές συνέπειες που αυτή θα φέρει.
Έχουμε λοιπόν μια οικονομία που έχει χάσει ένα τεράστιο ποσοστό των δυνητικών εσόδων της, πριν καν αρχίσει η περίοδος αιχμής της οικονομικής δραστηριότητας της, ένα σύνολο πολιτών που δεν έχει τη δυνατότητα να καλύψει τη χασούρα, ένα περιβάλλον στο οποίο επικρατεί αβεβαιότητα και δεν είναι δυνατός οποιοσδήποτε προγραμματισμός, και μία κυβέρνηση που στηρίζει τους πολίτες με το σταγονόμετρο, πρώτον γιατί δεν έχει να δώσει, δεύτερον γιατί δεν ξέρει μέχρι πότε θα πρέπει να δίνει και τρίτον γιατί σε πολλές περιπτώσεις θέτει και η ίδια λάθος προτεραιότητες. Το πρόβλημα φαντάζει άλυτο και ο γρίφος μοιάζει να μην έχει απάντηση. Τι κάνουμε λοιπόν για αντέξουμε;
Κατά πρώτον, όσο μίζερο και αν ακούγεται, έχουμε εκπαιδευτεί στη λιτότητα. Είναι γεγονός πως στο “skillset” των Ελλήνων πολιτών εμπεριέχεται πλέον και η δυνατότητα αντιμετώπισης κρίσεων και ραγδαίων μειώσεων του μπάτζετ προς διαχείριση της κάθε οικογένειας. Το έχουμε ζήσει στο πετσί μας, ξέρουμε τι να κάνουμε και από που θα κόψουμε για να αντέξουμε για ακόμη μια φορά, αυτά που άλλοι λαοί θα δουν να έρχονται κατά πάνω τους για πρώτη φορά στη ζωή τους. Ξέρουμε πως να διασκεδάσουμε χωρίς να πληρώσουμε πολλά, Έχουμε τη θάλασσα στα πόδια μας όπου και αν στραφούμε, έχουμε τον ήλιο σύμμαχο μας και έχουμε ντοκτορά στη λιτότητα, που το αποκτήσαμε με πολύ αίμα, δάκρυα και ιδρώτα.
Κατά δεύτερον, και σε συνέχεια του προηγούμενου θλιβερού πλεονεκτήματος μας, θα απευθυνθούμε μοιραία, για ακόμα μια φορά, στο θεσμό της οικογένειας, ο οποίος πάντα αποτελούσε και αποτελεί πυλώνα αντιμετώπισης κρίσεων σε αυτή τη χώρα. Είναι γνωστές οι λεπτομέρειες, δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση.
Κατά τρίτον, ήρθε η ώρα να κάνουμε αυτό που ομολογουμένως δεν κάναμε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Να στηρίξουμε τη μικρομεσαία επιχείρηση. Ο μικροεπιχειρηματίας θα κληθεί να αντιμετωπίσει αναδουλειές που δεν συνάντησε ούτε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και εκεί πρέπει να εμφανιστεί ο πολίτης και να τον στηρίξει. Η ανάγκη να κυκλοφορήσει το χρήμα μεταξύ των πολιτών και να μην ”εξαϋλωθεί” στους τραπεζικούς λογαριασμούς μιας πολυεθνικής που έχει καταστήματα στην Ελλάδα, είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Τέταρτον. Η πανδημία μας έφερε κοντά σαν λαό. Αφαιρώντας μας το δικαίωμα να είμαστε κοντά, μας ένωσε σε μία κοινή προσπάθεια, που όμοια της είχαμε εκατοντάδες χρόνια να πραγματοποιήσουμε. Από απλοί αποδέκτες αποφάσεων και γεγονότων στα οποία δεν είχαμε καμία συμμετοχή, παρά μόνο παρακολουθούσαμε ως θεατές, γίναμε δρώντες, πήραμε ο ένας τον άλλον από το χέρι και τραβήξαμε όλοι μαζί στο σωστό δρόμο. Από το 2015 που πατέρας και γιος δεν μιλούσαν μεταξύ τους και χαλούσαν φιλίες δεκαετιών για ένα ψεύτικο δημοψήφισμα, το 2020 γίναμε επιτέλους ένα και για αυτό άλλωστε φαίνεται ότι πετυχαίνουμε. Είναι λοιπόν η μεγάλη ευκαιρία ενός λαού που σε όλη τη σύγχρονη ιστορία του είναι διχασμένος, να ενωθεί και να αντιμετωπίσει την κατάσταση ως μια πολύ ισχυρή ομάδα, παρά ως πολλές ανίσχυρες μονάδες. Να μοιραστούμε αυτά που έχουμε και να δουλέψουμε σκληρά και μαζί για να παράξουμε χρήμα, και να το κυκλοφορήσουμε αναμεταξύ μας, για να έχουμε όλοι. Είναι ευκαιρία και υποχρέωση μας να το κάνουμε.
Πέμπτο και τελευταίο.Έχουμε σύμμαχο μας τον καιρό και τη γεωγραφική μας θέση. Οι υψηλές θερμοκρασίες που έρχονται θα μας παράσχουν ασφάλεια και μερική θωράκιση έναντι του ιού, δίνοντας μας τη δυνατότητα να παραμένουμε έξω και ασφαλείς, κάτι που οι περισσότεροι λαοί της Ευρώπης δεν θα μπορούν να κάνουν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Φυσικά αυτό δεν αποτελεί πανάκεια, και πρέπει να συνοδεύεται από όλα τα υπόλοιπα μέτρα προστασίας που ήδη παίρνουμε, γιατί μπορεί πολύ εύκολα να μας γυρίσει μπούμερανγκ, για λόγους προφανείς και γνωστούς.
Δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στην κυβέρνηση και τον καπετάνιο του καραβιού Κυριάκο Μητσοτάκη. Φυσικά πρέπει να του πιστωθεί η μέχρι τώρα επιτυχής αντιμετώπιση της πανδημίας. Τα μέτρα του έπιασαν, το σύστημα υγείας αντεπεξήλθε με σχετική άνεση κιόλας, Η Ελλάδα βγαίνει μέχρι τώρα σχεδόν αλώβητη από την πρώτη φάση της πανδημίας. Σε αυτό το κομμάτι, του αξίζουν συγχαρητήρια. Παρά ταύτα όμως, υπάρχουν αρκετά μελανά σημεία στη διαχείριση της πανδημίας στο οικονομικό της σκέλος, από πλευράς της κυβέρνησης. Η πλήρης αποτυχία του voucher εκπαίδευσης, τα ”δωράκια” εκατομμυρίων ευρώ στον τομέα της ιδιωτικής υγείας, που έλαμψε και λάμπει δια της απουσίας του κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και φυσικά οι πρόσφατες εξαγγελίες, που από τη μία απελευθερώνουν την πρόσβαση στις εκκλησίες από τα μέσα Μαΐου, επιτρέποντας μάλιστα τη Θεία Κοινωνία στο πλέον επίφοβο target group της πανδημίας, και από την άλλη στραγγαλίζει τον τομέα της εστίασης και του εμπορίου θέτοντας περιορισμούς που για χιλιάδες επιχειρήσεις ισοδυναμούν με μόνιμο λουκέτο. Είναι άραγε πιο ασφαλές να φάνε εκατό ηλικιωμένα άτομα από το ίδιο κουτάλι, από το να βρεθούν 60 άτομα όλων των ηλικιών σε ένα μαγαζί, χωρίς να ακουμπάνε ο ένας τον άλλον; Όχι βέβαια. Ο κ. Μητσοτάκης είναι δέσμιος της δύναμης της Εκκλησίας της Ελλάδας, το ξέρει αυτός, το ξέρουμε και εμείς. Για αυτό άλλωστε οι εκκλησίες ήταν οι τελευταίες που έκλεισαν και οι πρώτες που θα ανοίξουν. Παρόλα αυτά, η ταπεινή μου γνώμη είναι πως μια αυστηρότερη και πιο υπεύθυνη πολιτική στο συγκεκριμένο ζήτημα, θα του απέφερε περισσότερα σε βάθος χρόνου από την στήριξη της εκκλησίας, που τώρα του παρέχει η απόφαση του για άνοιγμα των εκκλησιών σε μια κοινωνία που έχει ακόμα λουκέτο, την ίδια ώρα που ορθά δεν επιτρέπει συναυλίες, αθλητικά δρώμενα και όλες εκείνες τις δραστηριότητες που προκαλούν συγχρωτισμό των μαζών.
Στο διά ταύτα, αυτό που έρχεται μπροστά μας είναι κάτι που δεν το έχουμε ξανασυναντήσει, τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του. Είναι γεγονός ότι ο κόσμος ολόκληρος αλλάζει, και οι αλλαγές που θα έρθουν, θα έρθουν για να μείνουν. Η παγκοσμιοποίηση θα υποχωρήσει για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, οι λαοί θα στραφούν στους εθνικούς τους πόρους για να μειώσουν τις εισαγωγές τους, οι οικονομίες θα συρρικνωθούν και τα εξωτερικά χρέη των κρατών μοιραία θα αυξηθούν. Και όλα αυτά, θα γίνουν εξαιτίας μόλις 60 ημερών παύσης των οικονομικών δραστηριοτήτων του πλανήτη. Ίσως αυτό είναι ένα μάθημα που πρέπει να πάρουν αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις για τα δικά μας αύριο, καθώς αυτό που συνέβη καταδεικνύει πως ο παντοδύναμος και κραταιός καπιταλισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά ένας πύργος από τραπουλόχαρτα, αν τον αφήσεις ανεξέλεγκτο. Εμείς σαν Έλληνες, για ακόμη μία φορά θα κληθούμε να πετύχουμε το ακατόρθωτο. Να μείνουμε ζωντανοί στη σκηνή, σαν ροκ συγκρότημα. Να καταφέρουμε ξαναδιαβούμε το μονοπάτι που οδηγεί σε ένα καλύτερο αύριο, που εκεί που νομίζαμε ότι είχαμε φτάσει, μας το ξαναμάκρυναν δραματικά. Να διατηρήσουμε το χαμόγελο και την αισιοδοξία μας, και να τους κάνουμε όλους να απορούν για ακόμα μια φορά, πως τα καταφέραμε, εμείς τα κακά παιδιά, οι τεμπέληδες, όπως μας λένε, που από τα 1800 μέχρι σήμερα, σε πείσμα όλων, έχουμε περάσει, αλλά και έχουμε ξεπεράσει τα πάντα.
Πιστεύω πως θα τα καταφέρουμε.
του Πρόεδρου Νικολαΐδη Πολιτικού Επιστήμονα,
από το https://www.huffingtonpost.gr/