Σε υποβάθμιση των εκτιμήσεών του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά μία ποσοστιαία βαθμίδα προχώρησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αναμένοντας πλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,5% το 2022. Η ισχυρότερη και πιο επίμονη αύξηση του ενεργειακού κόστους αναμένεται να ανεβάσει τον πληθωρισμό στο 4,5% φέτος.
Το Ταμείο τονίζει ότι τα σχέδια για μόνιμες περικοπές στις ασφαλιστικές εισφορές και στην εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει να αντιστραφούν και οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό να γίνουν με σύνεση.
Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει ισχυρή παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις του πολέμου και τον υψηλό πληθωρισμό, σημειώνει το Ταμείο. Παρά τις μεγάλες ενεργειακές εισαγωγές από τη Ρωσία, οι υπόλοιποι άμεσοι εμπορικοί και χρηματοοικονομικοί δεσμοί με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένοι. Οι έμμεσες επιπτώσεις, μέσω των συνεπειών για τους εμπορικούς εταίρους και της επίδρασης του υψηλότερου πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση θεωρούνται σημαντικότερες. Έτσι, το Ταμείο χαμηλώνει κατά μία ποσοστιαία μονάδα τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Επιπλέον, τονίζεται ότι αβεβαιότητες και ρίσκα επισκιάζουν τις προοπτικές της οικονομίας, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να πυροδοτήσει ελλείψεις στην ενέργεια και να εντείνει τις πιέσεις σε πληθωρισμό, τουρισμό και διάθεση για ρίσκο, πυροδοτώντας μία γρηγορότερη σύσφιγξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών. Στους κινδύνους αναφέρονται επίσης νέα κύματα του κορωνοϊού και δυσκολίες στην υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε κάθε περίπτωση, το Ταμείο τονίζει ότι έγινε αξιέπαινη πρόοδος στην αντιμετώπιση όσων άφησε πίσω της η κρίση χρέους (μείωση στα κόκκινα δάνεια και την ανεργία, μεταρρυθμίσεις, πρόωρη αποπληρωμή δανείων του ΔΝΤ), παρά τις προκλήσεις.
Το χρέος αναμένεται να μειωθεί και το ρίσκο αναχρηματοδότησής του χαρακτηρίζεται διαχειρίσιμο σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Συγκεκριμένα, η αναλογία χρέους/ΑΕΠ αναμένεται να πέσει κάτω από τα προ-πανδημίας επίπεδα έως το 2023. Παρόλα αυτά, το ΔΝΤ μιλά για αξιοσημείωτη αβεβαιότητα γύρω από την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει υψηλά πλεονάσματα καθώς και για την πορεία των επιτοκίων όταν η χώρα θα αρχίσει να αντικαθιστά τα δάνεια του επίσημου τομέα με χρηματοδότηση από την αγορά.
Οι συστάσεις
Το Ταμείο συστήνει τη διατήρηση ευνοϊκής δημοσιονομικής πολιτικής το 2022 και την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023, προτείνοντας τη σταδιακή άρση όλων των μέτρων στήριξης της πανδημίας έως τα τέλη του 2022. Τα μέτρα στήριξης έναντι του αυξημένου ενεργειακού κόστους θα πρέπει να είναι προσωρινά και εστιασμένα στις ευάλωτες ομάδες, σημειώνεται.
Η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να είναι σταδιακή και φιλική προς την ανάπτυξη. Όπως αναφέρει το Ταμείο, τα σχέδια για μόνιμες περικοπές στις ασφαλιστικές εισφορές και στην εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει να αντιστραφούν, καθώς μεταφέρουν το βάρος στις μελλοντικές γενιές και δεν έχουν καλή στόχευση.
Οι πιέσεις από τις δαπάνες στις συντάξεις και τους μισθούς του Δημοσίου θα πρέπει να περιοριστούν, με τον σεβασμό του «παγώματος» των συντάξεων φέτος.
Στο μέτωπο των τραπεζών, το Ταμείο καλωσορίζει την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων, όμως μιλά για προκλήσεις που παραμένουν. Όπως σημειώνει, η περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων θα πρέπει να προέλθει από την υλοποίηση του νέου πτωχευτικού, τη βελτίωση στο risk management των τραπεζών και την ανάπτυξη βιώσιμων μακροπρόθεσμων αναδιαρθρώσεων.
Περισσότερες προσπάθειες χρειάζονται για να ανοικοδόμηση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα, με το ΔΝΤ να σημειώνει ότι τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται για την απορρόφηση ζημιών από τις τιτλοποιήσεις NPL πρέπει να αποκαθίστανται, για να υπάρχουν επαρκή buffers για να αντισταθμιστούν μελλοντικά σοκ.
Το Ταμείο ζητά επίσης να αντιμετωπιστεί το θέμα του υψηλού μεριδίου του αναβαλλόμενου φόρου στα τραπεζικά κεφάλαια.
Στο μέτωπο των μισθών, ο οργανισμός ενθαρρύνει τις ελληνικές αρχές να υιοθετήσουν συνετές αυξήσεις για τον κατώτατο μισθό, ώστε να διατηρηθούν τα κέρδη στον τομέα της ανταγωνιστικότητας.
Πηγή: moneyreview.gr