Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Αλλάζει ο Κώδικας Δημοσίων Εσόδων μετά από μισό αιώνα

Ο απαρχαιωμένος Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων εκσυγχρονίζεται μετά από 48 χρόνια. Από το 1974 είχε υποστεί εκατοντάδες τροποποιήσεις ενώ οι διατάξεις του ήταν διάσπαρτες και για αναζητήσει κάποιος τι ακριβώς ισχύει θα έπρεπε να ανατρέξει σε παραπομπές σε άλλους νόμους.

Ο νέος Κώδικας προβλέπει κοινοποίηση κατάσχεσης καταθέσεων με ηλεκτρονικά μέσα και διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών ακινήτων, απαλείφεται η αναχρονιστική διάταξη περί προσωπικής κράτησης για την είσπραξη χρεών προς το Δημόσιο, ενώ στο “παιχνίδι” της είσπραξης και αναζήτησης περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών μπαίνουν οι ελεγκτικές εταιρείες και τα δικηγορικά γραφεία.

Ειδικότερα μεταξύ άλλων:

– Απαλείφεται, ως προς την υποχρέωση κοινοποίησης του προγράμματος πλειστηριασμού η υφιστάμενη αναφορά στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.), και προβλέπεται η κοινοποίηση στο Ν.Π.Δ.Δ. “Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης e-Ε.Φ.Κ.Α.”.Ε.Φ.Κ.Α.”.

– Προβλέπεται ότι οι κοινοποιήσεις κατασχέσεων στα χέρια τρίτου ή κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων δύναται να διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα και προσαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις πλειστηριασμών κινητών και ακινήτων πραγμάτων στις ισχύουσες πλέον διαδικασίες ηλεκτρονικής διενέργειας πλειστηριασμών.

– Προβλέπεται εφεξής, ως προς τις ανακοινώσεις πλειστηριασμών από επισπεύδοντες τρίτους, η υποχρέωση κοινοποίησης, εκτός του προγράμματος πλειστηριασμού, και του αποσπάσματος κατασχετήριας έκθεσης ή και της δήλωσης συνέχισης πλειστηριασμού, σε περίπτωση μη διενέργειας του αρχικού πλειστηριασμού.

– Απαλείφεται η πρόβλεψη για την εκτέλεση αποφάσεων προσωπικής κράτησης, λόγω της κατάργησης του σχετικού θεσμού, ως αναγκαστικού μέτρου προς είσπραξη δημοσίων εσόδων, κ.λπ.

Ελεγκτικές εταιρείες αναζητούν οφειλέτες

Τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ελεγκτικές εταιρείες και δικηγορικά γραφεία για τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων οφειλετών του Δημοσίου παρέχει ο νέος Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων στη φορολογική διοίκηση. Ουσιαστικά ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός εκτός από τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτει πλέον για την ανακάλυψη περιουσιακών στοιχείων μπορεί να ζητά τη συμβολή εξωτερικών συνεργατών για την αποκάλυψη και εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων σε Ελλάδα και Εξωτερικό.

Συγκεκριμένα, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών μπορεί, προκειμένου να εντοπιστούν περιουσιακά στοιχεία των υπόχρεων ή συνυπόχρεων προσώπων και να διασφαλιστεί η είσπραξη των δημοσίων εσόδων, να ανατίθεται η έρευνα σε ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόρους ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών. Με όμοια απόφαση καθορίζονται η ειδική διαδικασία ανάθεσης, η οποία εφαρμόζεται κατ’ αποκλειστικότητα στις αναθέσεις αυτές, ο τρόπος της αμοιβής του αναδόχου, που μπορεί να συνδέεται και με το τελικό αποτέλεσμα της έρευνας ή της είσπραξης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.

Επίσης ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στην ΑΑΔΕ να προχωρεί σε κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων ακόμα και για φορολογούμενους που δεν έχουν χρέη στο ελληνικό δημόσιο. Σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου “Κατ’ εξαίρεση, εάν πρόκειται για οφειλέτες ύποπτους φυγής ή γενικώς εάν από τη μη άμεση λήψη αναγκαστικών μέτρων πιθανολογείται κίνδυνος ζημίας του Δημοσίου, μπορεί να λαμβάνονται, από τον Διοικητή της ΑΑΔΕ ή το όργανο στο οποίο έχει μεταβιβαστεί η αρμοδιότητα ή έχει εξουσιοδοτηθεί για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, αναγκαστικά μέτρα ακόμη και πριν το χρέος καταστεί ληξιπρόθεσμο, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Ειρηνοδίκη της έδρας του οργάνου που κατά περίπτωση αιτείται τη λήψη των μέτρων ή της Αστυνομικής Αρχής, όπου δεν εδρεύει Ειρηνοδικείο. Για τη σύμφωνη γνώμη του προηγούμενου εδαφίου συντάσσεται πρακτικό. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να εγγραφεί υποθήκη για κάθε χρέος προς το Δημόσιο”.

Όπως προκύπτει από την κωδικοποίηση του ΚΕΔΕ, τα αναγκαστικά μέτρα που εφαρμόζονται για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων είναι τα εξής:

α) κατάσχεση κινητών, είτε στα χέρια του οφειλέτη είτε κινητών και απαιτήσεών του εν γένει στα χέρια τρίτου,

β) κατάσχεση ακινήτων. Η χρήση των αναγκαστικών αυτών μέτρων, εναπόκειται στην κρίση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, ο οποίος μπορεί να τα λαμβάνει, είτε αθροιστικά είτε καθένα χωριστά, κατά την ελεύθερη κρίση του, για έναν ή περισσότερους οφειλέτες.

Δεν επιβάλλεται κατάσχεση ακινήτων, καθώς και κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη, εφόσον το συνολικό ύψος του χρέους υπολείπεται των πεντακοσίων ευρώ. Ωστόσο, η ΑΑΔΕ μπορεί να επιλέγει κατά προτεραιότητα τις προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή εξαιρετικά και με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Διοικητή της ΑΑΔΕ και δεν δημοσιοποιούνται. Ο υπουργός Οικονομικών μπορεί να ζητά, εκ των υστέρων, στοιχεία από τον Διοικητή της ΑΑΔΕ σχετικά με τα κριτήρια.

Τρεις προϋποθέσεις για την διαγραφή χρεών

Έλεγχος σε βάθος ποινική δίωξη και κανένα περιουσιακό στοιχείο είναι οι τρεις προϋποθέσεις, για να χαρακτηριστεί μία οφειλή ως ανεπίδεκτης είσπραξης και να διαγραφεί μετά την πάροδο δεκαετίας. Παλιά και φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΑΑΔΕ υπερβαίνουν τα 112 δισ. ευρώ εκ των οποίων 26,126 δισ. ευρώ έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτα είσπραξης περιορίζοντας το εισπράξιμο ποσό-δεξαμενή στα 86,527 δισ. ευρώ.

Για να χαρακτηριστεί μια οφειλή ως ανεπίδεκτη είσπραξης θα πρέπει να συντρέχει σωρευτικά σειρά προϋποθέσεων. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να:

1. Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της ΑΑΔΕ και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων ή απαιτήσεων αυτών έναντι τρίτων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οποιονδήποτε τρόπον εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκειται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 επ. του Α.Κ. και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων του οφειλέτη με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον πρόκειται για πτωχό.

2. Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης ή δεν είναι δυνατή η υποβολή της.

3. Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών από τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

Πηγή: capital.gr