Παρασκευή
22
Νοέμβριος
TOP

Της μόδας: Αυξάνεται η ζήτηση για το κρασί χωρίς αλκοόλ

Μπύρες χωρίς αλκοόλ υπάρχουν σχεδόν σε όλους τους καταλόγους εστιατορίων. Επίσης, υπάρχει μια τεράστια ποικιλία στα καταστήματα. Κρασί χωρίς αλκοόλ, ωστόσο, εξακολουθεί να είναι σπάνιο. Αλλά φαίνεται πως σιγά-σιγά κερδίζει τη θέση του.

Αυξάνεται η ζήτηση

Ολο και συχνότερα αμπελουργοί φέρνουν στην αγορά κρασιά χωρίς αλκοόλ επειδή η ζήτηση αυξάνεται. Πολλοί άνθρωποι απέχουν συνειδητά από το αλκοόλ, σύμφωνα με έκθεση εμπειρογνωμόνων του κλάδου.

«Κόμμα, τίποτα» ονομάζεται το κρασί που η ομάδα αμπελουργών «Frank & Frei» από το Ράμσταλ στη Βαυαρία συστήνει φέτος στο κοινό.

«Παραδοσιακοί λάτρεις του κρασιού μερικές φορές ίσως να βρίσκουν λίγο περίεργο αυτό το νέο προϊόν, αλλά έτσι ήταν και με τα βίγκαν τρόφιμα, με τον καιρό θα είναι όλα φυσιολογικά και κοινωνικά αποδεκτά», λένε.

Η μεγάλη ζήτηση ήταν επίσης ο λόγος για τον οποίο το οινοποιείο Juliusspital στο Βίρτσμπουργκ πρόσθεσε το μη αλκοολούχο κρασί στη γκάμα του πριν δύο χρόνια. Μετά από μια μάλλον συγκρατημένη αρχή, η ποσότητα διπλασιάστηκε τον δεύτερο χρόνο, λέει η υπεύθυνη πωλήσεων Τάνια Στρετς.

Ο κλάδος των βιολογικών γνωρίζει ανάπτυξη

Παραγωγή κρασιού χωρίς αλκοόλ

Η συνολική κατανάλωση κρασιού χωρίς αλκοόλ στη Γερμανία, σύμφωνα με το γερμανικό Ινστιτούτο Οίνου στο Μποντενχάιμ κοντά στο Mάιντς, δεν φθάνει ούτε καν στο 1%, ωστόσο η τάση είναι αυξητική. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι μικρότερα οινοποιεία προμηθεύουν την αγορά με ορισμένες μικρές ποσότητες κρασιού χωρίς αλκοόλ, λέει ο εκπρόσωπος του ινστιτούτου Ερνστ Μπίσερ.

Στην αφαίρεση του αλκοόλ από το κρασί έχει παράδοση ο Καρλ Γιουνγκ από το Ριντεσχάιμ εδώ και 115 χρόνια. Περίπου 10 εκατομμύρια λίτρα μη αλκοολούχου κρασιού παράγει η οικογενειακή επιχείρηση τον χρόνο. Το μεγαλύτερο μέρος, το 70 %, το εξάγει μεταξύ άλλων στη Σκανδιναβία, τον Καναδά και τη Μεγάλη Βρετανία.

«Η Γερμανία έχει αργήσει. Η νεότερη γενιά όμως τρώει πιο συνειδητά και μερικές φορές αποφεύγει το αλκοόλ», λέει ο Καρλ Γιουνγκ. Κατά την άποψή του, αυτό εξηγεί και το γιατί ο κλάδος των βιολογικών προϊόντων παρουσιάζει αυτή τη στιγμή τη μεγαλύτερη ανάπτυξη.

Διαβάστε περισσότερα στο in.gr