Σάββατο
23
Νοέμβριος
TOP

Περί κριτικής…

Ξεκινώ με μια παραδοχή. Ναι, η κριτική δεν χωνεύεται εύκολα. Δεν κάθεται καλά στο στομάχι. Δυστυχώς όμως έρχεται «πακέτο» με κάθε επάγγελμα που βρίσκεται μπροστά στα «φώτα» της δημοσιότητας. Όταν είσαι δημόσιο πρόσωπο πρέπει να έχεις και γερό στομάχι. Να δέχεσαι, να ανέχεσαι και το ιδανικό: να αξιοποιείς την κριτική που εισπράττεις.

Κάποιοι ωστόσο δεν την επιθυμούν. Την παίρνουν βαριά. Το κατανοώ. Αυτό όμως δεν τους επιτρέπει να προσβάλουν. Να χρησιμοποιούν ύφος και γλώσσα προσβλητική… για να ορθώσουν ανάστημα!

Εν προκειμένω και με «απλά ελληνικά» στην πολυσυζητημένη πια, συνέντευξη Τύπου της Καλαμάτας το μεσημέρι του Σαββάτου, το κλίμα ήταν από την αρχή «ηλεκτρισμένο». Ο πολύπειρος προπονητής φάνηκε να έχει αντιληφθεί πως λόγω της ιδιαιτερότητας και σοβαρότητας της κατάστασης τα ερωτήματα δεν θα είναι απλά, και μόνο για να ειπωθούν και να ξεμπερδεύουμε. Είχαν τρεις κοινούς άξονες: Που βρισκόμαστε ως ομάδα, που οδεύουμε και ποιος αναλαμβάνει την ευθύνη.

Ο πήχης έχει μπει πολύ ψηλά μόνο και μόνο επειδή οι δηλώσεις, και του ιδίου του προπονητή, ήταν εξ αρχής σε αυτό το πλαίσιο. Όταν κάποιος λέει και ξαναλέει ότι «η Καλαμάτα δεν μπορεί παρά μόνο να διεκδικεί το πρωτάθλημα»  πως να μην περιμένεις πολλά;

Θαρρώ πως είναι αυτονόητο. Αυτό περιμένει άλλωστε να δει ο κόσμος της.

Τον ισχυρό παράγοντα τον έχει, στο Σικάγο, το διοικητικό επιτελείο εν Καλάμαις το έχει, έναν εγνωσμένης αξίας προπονητή τον έχει, πολύ καλό – κι όπως λέγεται ακριβό – ρόστερ το έχει. Τι λείπει λοιπόν και δεν πείθει ότι μπορεί να το διεκδικήσει;

Με δεδομένο ότι η ομάδα έχει πέντε νίκες σε εννέα αγώνες οι δημοσιογράφοι έθεσαν εύλογα ερωτήματα στον πλέον αρμόδιο να απαντήσει: Για την απόδοση της ομάδας και το -10 από την κορυφή καθώς το πρωτάθλημα έφθασε αισίως στην 10η αγωνιστική. Ούτε πέμπτη, ούτε όγδοη.

Μια χρονική στιγμή που για μια ομάδα που λέει πως το διεκδικεί «η συγκομιδή δεν είναι αυτή που θα έπρεπε». Σε αυτό συμφωνούμε όλοι. Το αναγνώρισε και ο Νίκος Αναστόπουλος. Άρα ουδείς κατανοεί πού το πρόβλημα στο ερώτημα «εάν προβληματίζεται από τη βαθμολογική απόσταση της Μαύρης Θύελλας από την κορυφή» όταν αισίως βρισκόμαστε στη 10η αγωνιστική της φετινής σεζόν.

Οι υπόλοιποι δεν ξέρουμε από πρωταθλητισμό. Εντάξει. Αυτός που ξέρει γιατί δεν απαντά στο ερώτημα «τι φταίει;»

Φταίει η διαιτησία -και μόνο;

Φταίει το κλίμα;

Φταίνε τα πρόσωπα, οι συνεργάτες;

Φταίει η διαχείριση;

Φταίει το υλικό;

Φταίνε οι απουσίες;

Καθυστερούν οι μεταγραφές;

Φταίει η ριμάδα η τύχη – που δεν είναι πάντα με το μέρος μας;

Τί φταίει επιτέλους;

Σίγουρα όλα τα ανωτέρω παίζουν το ρόλο τους. Όχι όμως κάθε φορά. Δεν γίνεται κάθε φορά να έχουμε τις ίδιες αιτιάσεις και δικαιολογίες. Πως να «χωνέψει» ο φίλαθλος, που στηρίζει την «Μαύρη Θύελλα» από τα γεννοφάσκια του, την ισοπαλία στο Αιγάλεω, τις ήττες από Ηλιούπολη και Χανιά;

Όταν λέμε ότι έχουμε «στήσει» μια ομάδα που έχει όλες τις προϋποθέσεις πρωταθλητισμού.

Είναι ξεκάθαρο πως οι παίκτες κάνουν την δουλειά τους και ο προπονητής τη δική του, ο τελευταίος όμως είθισται να δίνει απαντήσεις. Είναι ο άνθρωπος άλλωστε που εξηγεί, δίνει απαντήσεις, ενίοτε απολογείται και πολλές φορές αν όχι όλες πρώτος αυτός «πληρώνει το μάρμαρο». Δίκαιο; Ίσως όχι. Δεν εξετάζουμε όμως τις παθογένειες του ποδοσφαιρικού στερεώματος, αλλά τη στάση ενός έμπειρου επαγγελματία που με ύφος απαντά στους «κακούς» δημοσιογράφους και προσβάλει δίνοντας εξηγήσεις σε «απλά ελληνικά» το μορφωτικό επίπεδο του συνομιλητή του.

Ο σεβασμός κερδίζεται. Δεν είναι αυτονόητος. Τον διεκδικούμε καθημερινά με τις πράξεις και τα λεγόμενά μας. Άλλοι τον κερδίζουν εύκολα (εδώ δεν παίζει παράγοντας τύχη) κι άλλοι πρέπει να το δουλέψουν περισσότερο. Έτσι είναι δυστυχώς ή ευτυχώς. Αυτό πάει σε εκείνους που μίλησαν για «κακούς» δημοσιογράφους -που πληρώνουν το δικό τους «μάρμαρο»- επειδή έκαναν τη δουλειά τους.

Είναι κρίμα να δέχεται προσβλητική επίθεση ένας εργαζόμενος δημοσιογράφος επειδή ο συνεντευξιαζόμενος δεν αρέσκεται στο ερώτημα και απαντά με τρόπο, τουλάχιστον, υποτιμητικό. Ότι κι αν φταίει, είτε είναι το χάσμα των δυο φύλων, των γενεών, των απόψεων οφείλουμε πάντα να σεβόμαστε τον συνομιλητή μας. Επιβάλλεται από το savoir vivre.

Αλλά θα συμφωνήσω και σε κάτι ακόμα. Δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα. Δεν πειράζει. Μπορούμε να συνυπάρχουμε όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι…

Πάντα ήρεμα!