Υπέρ πάσαν άλλην αρετήν είχε τάξει την ελευθερογνωμίαν, ουδέποτε φοβηθείς να εκφράση την γνώμην του δημοσία».
Από τη νεκρολογία για τον Αντώνη Χριστοδούλου, που δημοσιεύτηκε το 1938 στο περιοδικό «Παναιγύπτια» (14/5/1938).
Στα μέσα, περίπου, της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, μία επίσκεψη στο υπόγειο του πατρικού μου σπιτιού στην Κάρπαθο, κατά τη διάρκεια του καλοκαιρινού διαλείμματος των σπουδών μου, φέρνει στο φως μια αναπάντεχη ανακάλυψη. Στα χέρια μου κρατώ ένα μικρό σε έκταση βιβλίο, με τον φαινομενικά παράδοξο τίτλο Ο Επιστημονικός θεός. Συγγραφέας του έργου ο Αντώνης Χριστοδούλου. Στις τελευταίες εσωτερικές σελίδες του φθαρμένου πονήματος, διαβάζω πως τυπώθηκε το 1935 στην πόλη Μιτ Γαμρ της Αιγύπτου, σε τριακόσια αριθμημένα αντίτυπα1. Μία ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη έρχεται λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, τη στιγμή που αντικρίζω την κτητορική σφραγίδα2 του προπάππου μου, Πολυχρόνη Χιώτη3, με ημερομηνία απόκτησης του βιβλίου στις 6 Απριλίου του 1947.
Ξεκινώντας να διαβάζω το κείμενο, τα πράγματα παίρνουν μία ακόμα εντυπωσιακότερη τροπή. Αντιλαμβάνομαι γρήγορα πως έχω να κάνω με ένα βαθιά φιλοσοφικοϊστορικό έργο που εξυμνεί την επιστημονική πρόοδο, κατακεραυνώνοντας ταυτόχρονα τη θρησκευτική δεισιδαιμονία και τα οργανωμένα μονοθεϊστικά ιερατεία. Στο τέλος, ο συγγραφέας εμφανίζεται βέβαιος για την οριστική επικράτηση της επιστημονικής σκέψης στις κοινωνίες του 21ου αιώνα.
Ολοκληρώνοντας την πρώτη ανάγνωση του βιβλίου, είχα ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ιστορία του Κύπριου Βολταιριστή του 20ου αιώνα, Αντώνη Χριστοδούλου, και το περιεχόμενο του Επιστημονικού θεού του θα έπρεπε να καταστεί μελλοντικά ευρύτερα γνωστή. Το 2023 έμελλε εντέλει να αποτελέσει τη χρονιά που αυτή η επιθυμία κατέστη πραγματικότητα, ογδόντα οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά την παρθενική έκδοση του έργου.
ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΕΝΑΝ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟ ΔΟΚΙΜΙΟΓΡΑΦΟ
Για τη ζωή και τη δράση του Αντώνη Χριστοδούλου οι πηγές που υπάρχουν είναι λιγοστές. Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για τον ακριβή χρόνο και τόπο της γέννησής του, παρ’ όλα αυτά είναι γνωστό πως καταγόταν από την επαρχία της Πάφου στην Κύπρο. Η δραστηριότητά του στην Αίγυπτο ξεκινά να ανιχνεύεται στα 1903, ενώ ο θάνατός του καταγράφεται τριάντα πέντε χρόνια αργότερα, στα 1938 στο Παρίσι. Οι σπουδές του σχετίζονταν με την επιστήμη της Χημείας, πιθανότατα και με τη Γεωπονία, ενώ δραστηριοποιούνταν στην πόλη Μιτ-Γαμρ, έχοντας ιδρύσει με τον αδερφό του εταιρεία γύρω από το εμπόριο βαμβακιού. Από το 1903, ο Χριστοδούλου κάνει την εμφάνισή του στο χώρο των ελληνικών γραμμάτων της Αιγύπτου4. Σε αυτό το πλαίσιο, ξεκινά την έκδοση της σατιρικής εφημερίδας «Ο Κόπανος», σε συνεργασία με τον Γεώργιο Στρατή5. Παράλληλα, συνεργάζεται με το περιοδικό «Παναιγύπτια» και τις εφημερίδες «Κάιρο», «Κάιρο-Κλειώ» και «Ημερολόγιο Πάργα». Συνέγραψε τρία έργα, τα Ύμνος προς την οκνηρίαν (Αλεξάνδρεια, 1933), Δον Κιχώται επί πηγάσσων (Μιτ-Γαμρ, 1934) και Ο Επιστημονικός Θεός (Μιτ-Γαμρ, 1935)6. Αξιοσημείωτο, τέλος, είναι το γεγονός πως τελευταία του κατοικία υπήρξε το νεκροταφείο των ελευθερόφρονων/άθεων/άθρησκων εκείνης της εποχής στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια7.
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ
Ο Επιστημονικός Θεός αποτελεί, δίχως αμφιβολία, το πιο ριζοσπαστικό και τολμηρό έργο του Αντώνη Χριστοδούλου. Πρόκειται για μία οξεία επίθεση στον διαχρονικό ρόλο του χριστιανισμού και των εκπροσώπων του, ιερέων και θεολόγων, ενώ από τα βέλη του συγγραφέα δεν ξεφεύγει ούτε ο ιουδαϊσμός, από τη στιγμή που ο χριστιανισμός θεωρείται (και είναι) παράγωγό του. Παράλληλα, ο συγγραφέας υμνεί την επιστημονική πρόοδο, θεωρώντας την το κυριότερο αντίβαρο στη λαίλαπα της θρησκευτικής δεισιδαιμονίας, φτάνοντας στο σημείο να προβλέψει πως έναν περίπου αιώνα μετά την εποχή του, θα έχει ήδη καταγραφεί ο θρίαμβος της θρησκείας της επιστήμης στον πλανήτη μας. Η πρόβλεψη αυτή, αν και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές απέχουμε δώδεκα χρόνια από το 2035, είναι μάλλον απίθανο να επαληθευτεί, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το κοντινό μας μέλλον. Εκτός κι αν οι συνεχώς επιταχυνόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης της επιστημονικής πρόοδου αλλάξουν άρδην το τοπίο μέσα στα επόμενα χρόνια, γεγονός που δεν πρέπει να αποκλειστεί.
Ένα σημείο στο οποίο αξίζει να σταθεί κανείς αποτελεί η θέση του Χριστοδούλου απέναντι στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, την κοσμοθέαση που αυτός παρήγαγε, καθώς επίσης και το λυκόφως του κατά την περίοδο της ανάδυσης και επικράτησης του χριστιανισμού. Τα προηγούμενα αποτελούν ζητήματα που φαίνεται να απασχολούν έντονα τη σκέψη του Κύπριου συγγραφέα. Γράφει χαρακτηριστικά: «Οἱ ἀρχαῖοι ἕλληνες μὲ τὴν εὔπεπτον και ἀφανάτιστον καὶ πρακτικὴν καὶ φυσιοκρατικὴν θρησκείαν των εἶχαν προσεγγίσει σχεδὸν τὰ ὅρια τοῦ τελείου. Ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης καὶ ὁ Εὐκλείδης καὶ ὁ Πυθαγόρας καὶ ὁ Ἵππαρχος μόνον μὲ τὴν ἐπαφὴν τοιαύτης ἐκλεκτικῆς θρησκείας ἦτο δυνατὸν νὰ παρασκευάσουν τόσας πνευματικὰς ἐκρήξεις. Ἐὰν ὁ ἀνεπιστημονικὸς χριστιανισμὸς δὲν ἀνέκοπτε τὸ ἔργο των, ἡ ἀνθρωπότης σήμερα θὰ ἐγνώριζε τὸν πολλοστὸν Ἐινστέιν καὶ Παστὲρ καὶ Μαρκόνι καὶ Ἔδισον».
Πώς όμως έγινε η μετάβαση από τον αρχαίο κόσμο στον χριστιανισμό; Και εδώ ο Χριστοδούλου εμφανίζεται απόλυτα συνειδητοποιημένος, με μία ρητορική εντελώς προωθημένη για την εποχή του, μιας και θυμίζει κείμενα θρησκευτικής κριτικής που εμφανίζονται στα ελληνικά πράγματα μετά τα χρόνια της Μεταπολίτευσης: «Ἡ ἀρχαία ὅμως αὐτὴ θρησκεία ἐτορπιλίσθη ἀπὸ τὸν χριστιανισμὸν καὶ ἐθρυμματίσθη εὐκόλως, διότι αὐτὸς ἦτο καὶ εἶναι προπαγάνδα καὶ ἐγωπάθεια καὶ φανατισμός, ἐκείνη δὲ ἁπλῆ δοξασία χρήσιμος διὰ τὰς ἠθικὰς καὶ πνευματικὰς ἀνάγκας τῆς τρεχούσης ζωῆς. Τὸ Δωδεκάθεον τοῦ Ὀλύμπου εἶχεν εὑρεθεῖ ἐντελῶς ἀνυπεράσπιστον. Ἐπειδὴ δὲν διέθετεν ἱερεῖς βιοποριζομένους καὶ παχυνομένους ἀπὸ τὴν διάδοσιν δογμάτων καὶ τριαδικῶν θεωριῶν ὑπέστη ἄνανδρον ἐπίθεσιν ἐκ μέρους ὠργανωμένης σπείρας μονομανῶν ἰδεολόγων, οἱ ὁποῖοι ἀργότερα μετετράπησαν εἰς ἐπάγγελμα, οἰκονομολογίαν καὶ αἰσχροκέρδειαν. […] Ὁ Ζεὺς ἐδολοφονήθη ἀπὸ πλεόνασμα πεποιθήσεως πρὸς τὴν λογικὴν τῶν ἀνθρώπων. Οὐδέποτε ἐφαντάζετο ὅτι ἡ Γαλιλαία θὰ τοῦ ἔστηνε ἐνέδραν. Διὰ τοῦτο οὐδέποτε εἶχε λάβει μέτρα ἐναντίον ἐκείνων ποὺ ἐφανάτιζαν τοὺς ὄχλους μὲ τὸ νέον θρήσκευμα».
Ένα ακόμα σημείο στο οποίο καθίσταται ξεκάθαρη η προωθημένη σκέψη του Κύπριου στοχαστή αποτελεί η άποψή του για την πολιτική και τον δημόσιο λόγο του ορθόδοξου χριστιανικού ιερατείου στην εποχή του. Μια εποχή κατά την οποία η επιστημονική πρόοδος συνέχιζε τον ξέφρενο καλπασμό της, έχοντας ήδη συμπληρώσει τουλάχιστον επτά δεκαετίες συνταρακτικών ανακαλύψεων στους τομείς της βιολογίας, της φυσικής, της χημείας, της παλαιοντολογίας και πολλών ακόμα επιστημών. Ανακαλύψεων που κατέρριπταν εμφατικά ποικίλα θεολογικά δόγματα. Φαντάζει αδύνατον, διαβάζοντας κανείς τα παρακάτω, να μη μειδιάσει σκεπτόμενος πόσα λίγα έχουν αλλάξει, ενενήντα σχεδόν χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου: «Ἀλλὰ σήμερα ἡ θρησκεία αἰσθανομένη τὴν μικρότητα καὶ ἀχρηστότητά της προσπαθεῖ νὰ φανῇ ὅτι παραδέχεται καὶ ἀναγνωρίζει τὴν ἐπιστημονικὴν ἀλήθειαν. Ὅτι δῆθεν τὰ ἰδικά της δόγματα δὲν ἀντιστρατεύονται μὲ τὰς θεωρίας τῆς ἀτέγκτου ἐπιστήμης. Ὅτι ἡ παλαιὰ Γραφὴ ἔχει γραφεῖ μὲ συμβολισμούς. Ὅτι ἐπιστήμη καὶ Ἰεχωβᾶ δὲν εἶναι κάτι ἀσυμβίβαστον καὶ ἀσυμφιλίωτον καὶ ἀσυγκρυστάλλωτον. Αἱ ὑποχωρήσεις αὐταὶ ἀλανθάστων δογμάτων κατὰ τρόπον κουτοπόνηρον προκαλοῦν τὸν καγχασμόν, ἢ κάτι χειρότερον τούτου, τὸ μειδίαμα καὶ τὴν περιφρόνησιν».
Διαβάστε περισσότερα εδώ
ΠΗΓΗ news247.gr