Μπορεί φέτος να συμπληρώνονται έξι χρόνια από την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, όμως η επαναφορά των εισοδημάτων στην προ του 2010 κατάσταση απέχει πολύ από το να γίνει πραγματικότητα.
Ενα στα τρία νοικοκυριά έχει μηνιαίο εισόδημα έως 1.450 ευρώ, όταν η αντίστοιχη αναλογία το 2008 ήταν περίπου ένα στα τέσσερα, ενώ πλέον μόλις το 11,46% των νοικοκυριών έχει μηνιαίο εισόδημα πάνω από 3.500 ευρώ, ποσοστό που το 2008 ήταν διπλάσιο. Οι απόλυτοι αριθμοί είναι ακόμη πιο αποκαλυπτικοί: το 2008 υπήρχαν 907.176 νοικοκυριά με εισόδημα πάνω από 3.500 ευρώ, το 2018 μόλις 280.970 και το 2022, 471.151.
Αντιστρόφως, ενώ το 2008 μόλις το 4,75% των νοικοκυριών είχε εισόδημα έως 750 ευρώ, το ποσοστό αυτό ήταν 12,75% το 2018. Από το 2021 διαμορφώνεται σε επίπεδα κάτω του 10% (7,64% το 2022), όμως υπάρχει ακόμη μεγάλη απόσταση να διανυθεί σε έναν δρόμο που παρά την ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.
Η κατάσταση αυτή σαφώς επηρεάζει και την κατανάλωση, με τις μηνιαίες δαπάνες αφενός να είναι σημαντικά μειωμένες σε σύγκριση με την προ μνημονίου εποχή και αφετέρου εστιασμένες κυρίως στα είδη διατροφής και στη στέγαση με τις δαπάνες για είδη ένδυσης και υπόδησης και άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών να βρίσκονται σε διαρκή πτώση με ό,τι αυτό σημαίνει και για τις λιανεμπορικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτές τις κατηγορίες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τις έρευνες οικογενειακών προϋπολογισμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), όπως αυτά αναλύονται στην ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου 2023 της ΕΣΕΕ (Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας) το μερίδιο της κατώτερης εισοδηματικής κατηγορίας «μέχρι 750 ευρώ», από 4,75% που ήταν το 2008, αυξάνεται σε 12,75% το 2018. Το στοιχείο αυτό αντανακλά τις επιπτώσεις της κρίσης και των πολιτικών των μνημονίων, ως προς την κατανομή των εισοδημάτων. Ωστόσο, κατά το διάστημα της τετραετίας 2019-2022, η συμμετοχή των νοικοκυριών στην εισοδηματική κατηγορία «μέχρι 750 ευρώ» σημειώνει σταδιακή συρρίκνωση, φτάνοντας στο 7,64%, το 2022.
Παρόμοια κατανομή παρουσιάζει και η εισοδηματική κατηγορία των νοικοκυριών με μηνιαίο συνολικό εισόδημα «από 751 έως 1.100 ευρώ», καθώς από 17,94% που ήταν το 2018, μειώνεται στο 11,46% το 2022. Το ίδιο ισχύει και για την τρίτη εισοδηματική κατηγορία («από 1.101 έως 1.450 ευρώ»), η οποία, από 16,71% το 2018, μειώνεται στο 14,46% το 2022. Με άλλα λόγια, το μερίδιο των χαμηλότερων εισοδηματικών κατηγοριών στο σύνολο των νοικοκυριών μειώνεται σημαντικά, στοιχείο που σηματοδοτεί τη βελτίωση των εισοδημάτων συνολικότερα, όμως απέχει ακόμη πολύ από την επαναφορά στην προ μνημονίων εποχή, που είναι άγνωστο τελικά εάν και πότε θα επιτευχθεί.
Στη διάρκεια αυτών των ετών μεταβλήθηκε σημαντικά τόσο το ύψος όσο και η κατανομή των μηνιαίων δαπανών. Ετσι, ενώ το 2008 η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών ήταν 2.117,7 ευρώ, το 2022 είχε φτάσει τα 1.600,3 ευρώ, καταγράφοντας συνολική πτώση της τάξης του 24,4%.
Σε ό,τι αφορά ειδικά τις αγορές αγαθών, είναι σαφές ότι όσο το εισόδημα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα τόσο μεγαλύτερη βαρύτητα θα έχουν οι δαπάνες για είδη διατροφής. Ετσι, η εν λόγω δαπάνη ενώ το 2008 αποτελούσε το 16,4% του συνόλου, το 2022 έφτασε να αποτελεί το 20,9%. Από την άλλη η δαπάνη για είδη ένδυσης από 6,26% το 2008 αντιστοιχούσε μόλις στο 3,64% των συνολικών δαπανών το 2022, η δαπάνη για είδη υπόδησης από 1,96% το 2008 σε 1,19% το 2022, ενώ η δαπάνη για οικιακές συσκευές από 0,79% το 2008 σε 0,62% το 2022.
πηγή: www.moneyreview.gr