Μετά τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ δίνει τις δικές του απαντήσεις στα ερωτήματα που κατέθεσε ο Σύλλογος Εστίασης και Αναψυχής Καλαμάτας στους τρεις πολιτικούς αρχηγούς πριν τις εκλογές.
“Απαντήσεις στα ερωτήματα του Συλλόγου Καταστημάτων Εστίασης και Αναψυχής Καλαμάτας, με βάση τις θέσεις μας, συνολικά για τις ΜμΕ. Όσον αφορά την εξειδίκευση τους στον κλάδο της Εστίασης, το Κίνημά μας είναι πάντοτε διαθέσιμο για περαιτέρω διάλογο και εμβάνθυνση σε επιπλέον και πιο ειδικευμένες θέσεις.
Προτάσεις για στήριξη της Χρηματοδόητης των ΜμΕ:
- Θα πρέπει να εξεταστεί ένα μόνιμο μέτρο επιστρεπτέων ως εργαλείο χρηματοδότησης αποκλειστικά για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.Επιπλέον, η ενεργοποίηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας όχι ως Ταμείου αλλά ως Τράπεζας που να χρηματοδοτεί τις επενδύσεις των μικρών και μικρών επιχειρήσεων. Αυτό κρίνεται αναγκαίο καθώς μέχρι σήμερα η έλλειψη ρευστότητας και η μη πρόσβαση σε χρηματοδότηση καθηλώνει τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις σε περιορισμένης κλίμακας επενδύσεις που συνήθως προέρχονται από ίδια κεφάλαια. Η ανάπτυξη, η αύξηση της παραγωγικότητας τους και η προσαρμογή τους στο νέο ψηφιακό και πράσινο περιβάλλον απαιτούν πρόσβαση σε επαρκή επενδυτικά κεφάλαια.
- Καθιέρωση ακατάσχετου λογαριασμού για επιχειρήσεις ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν βραχυπρόθεσμα στα προβλήματα ρευστότητας. Τα έσοδα μιας επιχείρησης δεν αποτελούν καθαρά κέρδη, αλλά προορίζονται για να καλύπτουν σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων και της καθημερινής λειτουργίας της επιχείρησης (π.χ. τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και εργοδότη, τρέχουσες οφειλές προς εφορία, μισθοδοσία, οφειλές προς προμηθευτές, κόστος ενέργειας και μετακινήσεων, δανειακές υποχρεώσεις της εταιρείας, διάφορα άλλα τέλη κ.α). Η δέσμευση ενός λογαριασμού σημαίνει σε μεγάλο βαθμό διακοπή της ρευστότητας της επιχείρησης με αποτέλεσμα να επηρεάζεται ολόκληρη η αλυσίδα κάλυψης των υποχρεώσεων με προφανείς επιπτώσεις στην παραγωγή και στο εμπόριο. Πρόκειται για μια de facto κατάσταση κλεισίματος μιας επιχείρησης. Για όλους τους παραπάνω λόγους, η ΓΣΕΒΕΕ υπογραμμίζει την ανάγκη θεσμοθέτησης ενός μοναδικού ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού με ποσοστό επί του τζίρου, ο οποίος θα εξυπηρετεί όλες τις οικονομικές λειτουργίες της επιχείρησης και του οποίου οι τεχνικές παραμετροποιήσεις δύνανται να υπόκεινται σε κάποια κριτήρια, όπως ο κύκλος εργασιών, το ύψος οφειλών κα.
- Αύξηση των κονδυλίων που προβλέπονται για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις από τα ευρωπαϊκά προγράμματα. (Εδώ το ΠΑΣΟΚ έχει προτείνει συγκεκριμένο ποσοστό του Ταμείου Ανάκαμψης που πρέπει να στραφεί προς τους κλάδους –όπως της εστίασης – που επλήγησαν περισσότερο από την Πανδημία. Γι’αυτό το λόγο άλλωστε η ΕΕ δημιούργησε το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο η κυβέρνηση μέχρι στιγμής διαχειρίζεται με λάθος τρόπο)
- Καινοτόμα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως χρήση του PoS και σύνδεση με εμπορικές πιστώσεις
- Ενίσχυση των εναλλακτικών του δανεισμού εργαλείων χρηματοδότησης όπως leasing και factoring.
- Τραπεζική πρόνοια (με στόχο βιώσιμα επιτόκια) και χορήγηση σε νέους επιχειρηματίες με στοχοποίηση στην υγιή επιχειρηματικότητα
Προτάσεις για την αντιμετώπιση οφειλών προς το δημόσιο και τις τράπεζες:
- Απομάκρυνση σημαντικών φορολογικών εμποδίων: όταν διαγράφεται μια απαίτηση από προμηθευτή, να του επιστρέφεται ο ΦΠΑ και ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί, οι ζημιές από τις διαγραφές να συμψηφίζονται με μελλοντικά κέρδη για τουλάχιστον 10 χρόνια και ο οφειλέτης να μη φορολογείται για το διαγραφόμενο ποσό.
- Συμμετοχή του κράτους με διαγραφές κεφαλαίου σε όλες τις διαδικασίες πτώχευσης. Το κράτος έχει υποσχεθεί να συμμετέχει με διαγραφές κεφαλαίου σε μια μόνο διαδικασία, του λεγόμενου «εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων». Θα έπρεπε να έχει την ίδια στάση και σε όλες τις συμφωνίες εξυγίανσης. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η δημιουργία Οργανισμού Δεύτερης Ευκαιρίας για τη διαχείριση των διαδικασιών πτώχευσης των επιχειρήσεων.
- Κατοχύρωση πραγματικής «δεύτερης ευκαιρίας» στην άδολη πτώχευση. Θα πρέπει στη χώρα μας να θεσπιστεί μια αυτόματη και πραγματική δεύτερη ευκαιρία όσο δεν υπάρχει αποδεδειγμένος δόλος. Για να γίνει αυτό θα πρέπει η απαλλαγή από χρέη να είναι πράγματι αυτόματη, να αφορά και χρέη προς το δημόσιο καθώς και διοικητές επιχειρήσεων και να μην θέτει σοβαρούς περιορισμούς άσκησης οικονομικής δραστηριότητας στο μέλλον.
- Νέα ρύθμιση 120 δόσεων στην οποία να μπορούν να ενταχθούν όλες οι οφειλές προς το Δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, ΟΤΑ), ιδίως εκείνες που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης. Για να είναι αποτελεσματική η ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί διαγραφή των προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων, καθώς και απομείωση της βασικής οφειλής.
- Επιτάχυνση των διαδικασιών του εξωδικαστικού μηχανισμού για τις ρυθμίσεις των 240 δόσεων.
- Θεσμοθέτηση ευνοϊκότερης πάγιας ρύθμισης των ασφαλιστικών οφειλών.
- Αναστολή κάθε είδους εισπρακτικών και αναγκαστικών μέτρων από το ΚΕΑΟ για όσο διάστημα διαρκεί η ενεργειακή κρίση.
- Προσαρμογή – μείωση των τραπεζικών προμηθειών (ηλεκτρονικές συναλλαγές, χρεώσεις, έξοδα κίνησης στο e-banking , πληρωμών προς ΔΕΚΟ κλπ) στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί.
- Κατάργηση των δημοτικών τελών επί των ακαθάριστων εσόδων των επιχειρήσεων.
- Μείωση κατά 50% των πάσης φύσεων δημοτικών τελών (κατάληψης κοινόχρηστων χώρων, φωτισμού, καθαριότητας κλπ) για όσο διάστημα διαρκεί η υγειονομική και ενεργειακή κρίση
- Μείωση κατά τουλάχιστον 50% των πάσης φύσεως μισθωμάτων από τους ΟΤΑ, Δημόσιο, ΝΠΔΔ, για όσο διάστημα διαρκεί η υγειονομική και ενεργειακή κρίση.
- Αναστολή πλειστηριασμών για την προστασία της πρώτης κατοικίας και της επαγγελματικής στέγης του για όσο διάστημα διαρκεί η ενεργειακή κρίση
- Άρση της δυνατότητας των ιδιωτικών εταιρειών παροχής ενέργειας να προβαίνουν σε διακοπή της ηλεκτροδότησης επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την υγειονομική κρίση. Η πρακτική αυτή που ισοδυναμεί με κλείσιμο της επιχείρησης εκτός ότι είναι κοινωνικά ανάλγητη στην παρούσα συγκυρία δεν λαμβάνει υπόψη και την κατακόρυφη άνοδο του ενεργειακού κόστους που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια και βαραίνει δυσανάλογα τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οδηγώντας τες σε «ενεργειακή φτώχεια».
- Επίλυση των σοβαρών προβλημάτων στις πληρωμές των ασφαλιστικών εισφορών και των οφειλών που δημιουργεί ο τρόπος με τον οποίο εξοφλούνται, ιδιαίτερα μετά τη σύσταση του ΚΕΑΟ και τη μεταφορά σε αυτό των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η πληροφόρηση της επιχείρησης και ο τρόπος εξόφλησης των οφειλόμενων ποσών στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ είναι αναγκαίο να πραγματοποιείται κατ’ αντιστοιχία με τον τρόπο που γίνεται στο myAADE. Νέοι κανόνες για την ελάφρυνση των δανειακών υποχρεώσεων.
- Να αφορούν σε όλουςτους δανειολήπτες: ενήμερους και μη. Έμφαση στους καλοπληρωτές με επιβράβευση και κίνητρα.
- Να συνδέονται με την πορεία του ΑΕΠ η οποία λειτουργεί εξωγενώς στο δανειολήπτη:
- μείωση των τόκων και κεφαλαίου όταν το ΑΕΠ αποκλιμακώνεται, ρήτρα ανάπτυξης για την αντίθετη περίπτωση.
- Να υπάρχει μέριμνα για διακριτή συμπεριφορά ανάλογα με τον κλάδο – δεν είχαν όλοι οι κλάδοι τις ίδιες επιπτώσεις από την κρίση
- Δραστική περικοπή των απαιτήσεων να προβλέπεται στην περίπτωση των εταιριών που προχωρούν σε ΜΗ ΔΟΛΙΑ πτώχευση, ώστε να επιτραπεί σε όποιους το επιθυμούν, να τερματίσουν (εύκολα) τη λειτουργία της δραστηριότητας τους και να λειτουργήσει επιτέλους η λογική της δεύτερης ευκαιρίας!
- Στο πλαίσιο αυτό, είναι αυτονόητο ότι
- Για όσους κρίνονται βιώσιμοι, να προφυλαχθούν η πρώτη κατοικία, η επαγγελματική στέγη και ο πάγιος εξοπλισμός των επιχειρήσεων αυτού, ώστε να μη διαταραχθεί περαιτέρω η λειτουργία και η ισορροπία του τραπεζικού συστήματος της χώρας και αυτό να επανέλθει τάχιστα στη φυσιολογική του λειτουργία, δηλαδή στη χορήγηση ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία.
- Ακατάσχετος Επιχειρηματικός Λογαριασμός
Εργασιακά θέματα – κατώτατος μισθός:
Σταθερή παραμένει η ανάγκη επαναφοράς του καθορισμού του κατώτατου μισθού μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Κάθε συζήτηση και καθορισμό του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα με απόφαση της κυβέρνησης, μας βρίσκει αντίθετους. Όσες φορές άλλωστε η πολιτεία επενέβη σε θέματα που αφορούσαν τον ιδιωτικό τομέα πλην της θέσπισης κανονιστικού πλαισίου είχε αντίστροφα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Θεωρούμε ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα πρέπει να είναι αντικείμενο μονομερούς απόφασης της κυβέρνησης. Και τούτο διότι οι μισθολογικές αυξήσεις δεν μπορεί να είναι αποσυνδεδεμένες από τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας, που σημαίνει ότι η συζήτηση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού θα πρέπει να αποτελέσει προϊόν συλλογικής διαπραγμάτευσης των κοινωνικών εταίρων.
Ο μηχανισμός καθορισμού του κατώτατου μισθού (ν.4172/2013) με τον οποίο ουσιαστικά αντικαταστάθηκε ο κοινωνικός διάλογος θα πρέπει να αποτελέσει εργαλείο των κοινωνικών εταίρων και όχι το αντίστροφο. Άλλωστε η διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, που τα τελευταία χρόνια τελεί υπό την απόφαση της εκάστοτε κυβέρνησης, εκτός της στρέβλωσης που εκ των πραγμάτων δημιουργεί, καθώς μετατρέπει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων που συναπαρτίζουν την πραγματική οικονομία σε δευτερεύοντα, δημιουργεί προϋποθέσεις πολιτικής εργαλειοποίησης της όλης διαδικασίας, κάτι που το έχουμε ήδη βιώσει.
Οι ασφαλιστικές εισφορές ξεπερνούν το 40% των μικτών αποδοχών σε μηνιαία βάση, ποσά τα οποία δεν είναι βιώσιμα και δεν αντικατοπτρίζουν το παραγωγικό μοντέλο.
Στο πλαίσιο των συμφωνιών μεταξύ όλων των κοινωνικών εταίρων, στην ΕΣΣΕ, προτείνουμε να ρυθμίζονται με ευελιξία αλλά και σεβασμό στην εργασιακή νομοθεσία ανά κλάδο, τα ζητήματα που προκύπουν από την χρήση της ψηφιακής κάρτας εργασίας. “