Οι υψηλές θερμοκρασίες που την Άνοιξη κατέστρεψαν τα άνθη που επρόκειτο να εξελιχθούν σε ελιές, οι συχνές πυρκαγιές που έκαψαν εκατοντάδες γεωργικές εκτάσεις και δέντρα οδηγούν στην αναπόφευκτη αλήθεια… πως ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας όπως (και) η Πελοπόννησος μακροπρόθεσμα θα εμφανίζουν μειωμένες ποσότητες και αποδόσεις.
Ο Σταύρος Βέμμος, ομότιμος καθηγητής ΓΠΑ και πρόεδρος Επιστημονικής Εταιρείας Εγκλυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας, αναφέρθηκε στην αμφίδρομη σχέση καλλιέργειας και κλιματικής αλλαγής μιλώντας για επιπτώσεις που είναι ήδη ορατές και «έχουν αρχίσει να εκδηλώνονται» αλλά και «μακροπρόθεσμες που βασίζονται σε μοντέλα προβλέψεων» τα οποία αναδεικνύουν ορισμένα “εφιαλτικά” σενάρια ως προς την βιωσιμότητα της ελληνικής ελαιοκαλλιέργειας και όπως σημείωσε «για να μην επαληθευθούν θα πρέπει να ληφθούν κάποια μέτρα…».
Αναφερόμενος στο παράδειγμα της Ισπανίας όπου παρατηρήθηκε μεγάλη μείωση της ελαιοκομικής παραγωγής στη νότια χώρα, ο ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών χαρακτήρισε ως πιο βιώσιμους τους παραδοσιακούς ελαιώνες της Ελλάδας μεν, αλλά επισήμανε ως επιτακτική την ανάγκη να γίνουν βασικές αλλαγές και να ληφθούν μέτρα. «Πρέπει να αλλάξουν την νοοτροπία της καλλιέργειας, να αλλάξουν καλλιεργητικές φροντίδες. Το κλάδεμα, η διαχείριση των κλαδεμάτων, η καταπολέμηση κυρίως των ζιζανίων, δεν θα πρέπει να κάνουμε οργώματα» που, όπως σημείωσε, «ήδη έχει αποδειχθεί πως δεν ωφελεί, αντιθέτως δημιουργεί προβλήματα».
Απαραίτητα χαρακτήρισε δε τα αρδευτικά έργα. «Το νερό είναι το μεγάλο πρόβλημα. Αν συνεχιστεί αυτή η κλιματική κρίση όλοι θα έχουν πρόβλημα. Δεν θα υπάρχει νερό για πότισμα», γεγονός που, όπως τόνισε, «βοηθά και στην ερημοποίηση».