Οι εντολές από τη Φρανκφούρτη και την Τράπεζα της Ελλάδος στους ελέγχους που ξεκίνησαν στην Αθήνα ήταν σαφείς. Οι ενέσεις ρευστότητας και τα πακέτα στήριξης δόθηκαν με στόχο να απορροφηθούν οι κραδασμοί από την πανδημία, να αποτραπεί ενδεχόμενος κίνδυνος στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και οι τράπεζες να στηρίξουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, τόσο κατά την κρίση όσο και κατά την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Η στήριξη θα πρέπει να δίνεται μέσω βιώσιμης χρηματοδότησης και να μη χρησιμοποιείται η ρευστότητα για τη συντήρηση επιχειρήσεων-“ζόμπι”. Όπως, άλλωστε, είχε δηλώσει ο πρόεδρος του SSM, Αντρέα Ένρια, σε ομιλία του στην Ιταλία, οι ίδιες οι τράπεζες θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν ποιες επιχειρήσεις είναι βιώσιμες και πρέπει να χρηματοδοτηθούν και ποιες θα πρέπει να οδηγηθούν στην πτώχευση, με πρωτοβουλία των ίδιων των τραπεζών.
Προετοιμασία
Ο έλεγχος που βρίσκεται σε εξέλιξη γίνεται ακόμα πιο αυστηρός καθώς γίνεται προσπάθεια για ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG (περιβάλλον, κοινωνία, διακυβέρνηση), των περιβαλλοντικών κινδύνων εν όψει των stress tests το 2023, αλλά και του υπολογισμού των απαραίτητων κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας εν όψει Ταμείου Ανάκαμψης και των υπολοίπων διαρθρωτικών ταμείων της Ε.Ε. Σύμφωνα με πληροφορίες, από την Τράπεζα της Ελλάδος έχει υπολογιστεί ότι απαιτούνται κεφάλαια 14 ευρώ για κάθε δάνειο 100 ευρώ. Αυτό δείχνει το πόσο προσεκτικές θα πρέπει να είναι τράπεζες ως προς τα κεφάλαιά τους όταν τα συνολικά κονδύλια από RRF, ΕΣΠΑ, Eθνικά Προγράμματα και ΚΑΠ πρόκειται να κινητοποιήσουν συνολικά επενδυτικά κεφάλαια 89 δισ. ευρώ μέχρι το 2027.
Από την εξέταση του πελατολογίου των τραπεζών, δεν υπάρχουν περισσότερες από 10.000 με 20.000 επιχειρήσεις που πληρούν ταυτόχρονα τα κριτήρια χρηματοδότησης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και τα τραπεζικά κριτήρια. Μάλιστα, η βασική “μαγιά” των τεσσάρων συστημικών τραπεζών εν όψει Ταμείου Ανάκαμψης υπολογίζεται γύρω στις 2.000 μεγάλες επιχειρήσεις. Τα τραπεζικά κριτήρια περιλαμβάνουν τον δείκτη λειτουργικών κερδών (EBITDA), τον λόγο ξένων προς ίδια κεφάλαια και τη βιωσιμότητα του παραγωγικού μοντέλου.
Αναζητείται λύση για μικρομεσαίες
Από τις επαφές με τους φορείς της αγοράς και το υπ. Οικονομικών έγινε ξεκάθαρο ότι το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδοτούν συγκεκριμένες κατηγορίες επενδύσεων, που απαιτούν και ίδια συμμετοχή και σε καμία περίπτωση κεφάλαιο κίνησης. Από τις 100 αιτήσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι 80 κόβονται διότι οι 60 είναι ζημιογόνες, οι 16 δεν έχουν έχουν βιώσιμα πλάνα και οι υπόλοιπες έχουν αρνητική εικόνα στα καταστήματα με τα οποία συνεργάζονται. Μάλιστα, στις συζητήσεις έχει διατυπωθεί και η εκτίμηση ότι η εικόνα πολλών επιχειρήσεων είναι χειρότερη από την πραγματική, καθώς άντεξαν 10 χρόνια κρίσης χρέους και μία πανδημία, λόγω κακής φορολογικής εικόνας.
Από την πλευρά τους, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις προτείνουν λύσεις που μπορεί να περιλαμβάνουν εγγυήσεις του Δημοσίου και προγράμματα μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Η λύση των εγγυήσεων είναι θεωρητικά εφικτή, όχι όμως και πρακτικά. Απαιτείται αντίστοιχος δημοσιονομικός χώρος και η έγκριση από την Κομισιόν σχετικά με το θέμα των κρατικών ενισχύσεων. Ο δημοσιονομικός χώρος απαιτείται για τη δημιουργία μαξιλαριού για τις εγγυήσεις, σε περίπτωση καταπτώσεων, κάτι το οποίο θα αφαιρέσει περιθώρια για ευρύτερα μέτρα ενίσχυσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων μέσω των πλεονασμάτων.
Οι ευκαιρίες θα υπάρχουν
Η πλευρά των τραπεζών εκτιμά ότι η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας συνολικά, αλλά και βασικών κλάδων της οικονομίας που τροφοδοτούνται από την κατανάλωση, τον τουρισμό και την αγορά ακινήτων, θα ενδυναμώσει σημαντικά όλες τις επιχειρήσεις. Έτσι, οι αρχικά 10.000 επιχειρήσεις μέσα στο 2022 μπορεί να έχουν αυξηθεί στις 30.000, ενώ από τις μικρές και πολύ μικρές ο αριθμός μπορεί να ανέβει σε αρκετές δεκάδες χιλιάδες, λόγω ωρίμανσης των πλάνων εταιρικού μετασχηματισμού (συγχωνεύσεις, καινοτομία, εξωστρέφεια), φορολογικής συμμόρφωσης, και αύξησης του τζίρου και των κερδών τους. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν και τα προγράμματα ΕΣΠΑ και άλλα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, τα οποία χρηματοδοτούν οι τράπεζες και ταυτόχρονα προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Από την έρευνα “SAFE” της Κομισιόν και της ΕΚΤ προκύπτει ότι το 81% των ελληνικών επιχειρήσεων βρήκαν στήριξη από τα κρατικά προγράμματα και όχι από τις τράπεζες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με το ένα τρίτο αυτών να δηλώνει ότι η βοήθεια αυτή είναι αρκετή για να αντέξουν για τα επόμενα δύο χρόνια.