Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία δεν είναι μια ακόμη κρατική εταιρεία. Είναι ο Φορέας Καθολικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας της χώρας, ο μοναδικός θεσμός που έχει νομική υποχρέωση να φτάνει σε κάθε πολίτη, σε κάθε χωριό, σε κάθε νησί, πέντε ημέρες την εβδομάδα, ανεξάρτητα από το κόστος, τον όγκο εργασίας ή το εμπορικό συμφέρον. Δεν είναι courier. Δεν είναι ένα απλό κατάστημα εξυπηρέτησης. Είναι ο τρόπος με τον οποίο το κράτος διασφαλίζει πως κανείς δεν μένει χωρίς πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες επικοινωνίας και συναλλαγής.

Παρόλα αυτά, ο θεσμός αυτός σήμερα συρρικνώνεται. Όχι βάσει στρατηγικού σχεδίου, αλλά μέσω ενός διαδοχικού κύκλου αποσπασματικών αποφάσεων. Διοικήσεις αλλάζουν σχεδόν κάθε χρόνο. Το δίκτυο μειώνεται χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση. Χρήματα διοχετεύονται χωρίς διαφάνεια και χωρίς απολογισμό. Και κάθε φορά που προκύπτει πίεση, επανέρχεται το ίδιο αφήγημα: «Τα ΕΛΤΑ είναι ζημιογόνα, άρα πρέπει να κλείσουν καταστήματα». Όμως η ζημία δεν είναι αποτέλεσμα της καθολικής υπηρεσίας. Είναι αποτέλεσμα της απουσίας στρατηγικής.

Από το 2016, η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ενέταξε τα ΕΛΤΑ στο Υπερταμείο (Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε – Ε.Ε.ΣΥ.Π) – έναν φορέα που έχει αναλάβει τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας για 99 χρόνια και λογοδοτεί όχι στη Βουλή, αλλά στο Εποπτικό του Συμβούλιο, η σύνθεση του οποίου εγκρίνεται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Έτσι, ο έλεγχος της εταιρείας απομακρύνθηκε από τη δημοκρατική λογοδοσία, ενώ η πολιτική ευθύνη παρέμεινε στο κράτος. Έκτοτε, και επί ΝΔ, οι κυβερνήσεις περιορίστηκαν σε ρόλο παρατηρητή: διέθεσαν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χωρίς να απαιτήσουν αποτελέσματα, χωρίς στόχους, χωρίς σχέδιο.

Το 2020 το Ελληνικό Δημόσιο διέθεσε περίπου 250 εκατ. ευρώ στα ΕΛΤΑ. Ακολούθησαν δεκάδες αναθέσεις συμβουλευτικών υπηρεσιών, πληρωμές για μελέτες που δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ και μια εθελούσια έξοδος που θα μείωνε το κόστος εργασίας και θα δημιουργούσε χώρο για τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Σήμερα, παρά τα εκατομμύρια που δαπανήθηκαν, η επιχείρηση εμφανίζει αρνητικά ίδια κεφάλαια, δεν εκτελείται επιχειρησιακό Σχέδιο μετάβασης στην νέα ψηφιακή πραγματικότητα με αποτέλεσμα την απαξίωση και συρρίκνωση του δικτύου.

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «αν δεν κλείσουν 204 καταστήματα, τα ΕΛΤΑ δεν θα μπορούν να πληρώσουν μισθούς». Η αλήθεια είναι πιο απλή και πιο άβολη: η Πολιτεία οφείλει να χρηματοδοτεί την Καθολική Ταχυδρομική Υπηρεσία. Το προβλέπει το ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο. Αυτό δεν είναι θεωρητικό. Στη Γαλλία, στη Σύμβαση Καθολικής Υπηρεσίας μεταξύ του κράτους και της La Poste προβλέπεται ρητά ότι το 95% του πληθυσμού πρέπει να έχει πρόσβαση σε ταχυδρομικό κατάστημα ή σημείο εξυπηρέτησης σε ακτίνα 5 χιλιομέτρων ή 20 λεπτών. Δηλαδή, η εγγύτητα του δικτύου είναι θεσμική υποχρέωση του κράτους – δεν αφήνεται στις δυνάμεις της αγοράς.

Αντίθετα, στην Ελλάδα τα καταστήματα καταργούνται χωρίς μελέτη κοινωνικού αντίκτυπου και χωρίς συμβόλαιο Καθολικής Υπηρεσίας, αφήνοντας το δίκτυο να συρρικνώνεται χωρίς σχέδιο. Οι χώρες της Ε.Ε. υπογράφουν πολυετή συμβόλαια με τον πάροχο της Καθολικής Υπηρεσίας, αποτυπώνοντας με διαφάνεια το κόστος ανά περιοχή και αντισταθμίζοντας την υποχρέωση διανομής σε περιοχές χωρίς εμπορική ζήτηση. Η Ελλάδα δεν το κάνει. Αντί να πληρώνει την Υπηρεσία, την μετατρέπει σε «ζημία» της εταιρείας και μετά χρησιμοποιεί αυτή τη ζημία ως επιχείρημα για κλείσιμο καταστημάτων.

Παράλληλα, διατυπώθηκε η άποψη ότι οι υπηρεσίες των ΕΛΤΑ θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στα ΚΕΠ. Πρόκειται για εσφαλμένη θεώρηση ρόλων. Τα ΚΕΠ αποτελούν έναν από τους πιο επιτυχημένους θεσμούς διοικητικής εξυπηρέτησης, με αποστολή τη διεκπεραίωση διοικητικών διαδικασιών και την πρόσβαση των πολιτών σε υπηρεσίες του Δημοσίου. Δεν διαθέτουν όμως ταχυδρομική υποδομή, δίκτυο διανομής ή νομική υποχρέωση καθολικής πρόσβασης κατ’ οίκον. Το έργο των ΕΛΤΑ δεν είναι διοικητικό· είναι κοινωνικό και επιχειρησιακό. Είναι η ζωντανή παρουσία του κράτους στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της χώρας.

Αντιθέτως καθώς η εμπειρία δείχνει ότι τα σχήματα συνεργασίας φέρνουν αποτελέσματα ένα μοντέλο συνέργειας όπως η συστέγαση ή η λειτουργική συνεργασία ΕΛΤΑ και ΚΕΠ μπορεί να αποτελέσει έξυπνη και αποδοτική λύση — με κοινές υποδομές, ενιαία εξυπηρέτηση και βελτιωμένη προσβασιμότητα. Όμως, η αντικατάσταση των ΕΛΤΑ από τα ΚΕΠ ούτε εφικτή είναι ούτε επιθυμητή, γιατί θα σήμαινε απώλεια της καθολικής υπηρεσίας και υποχώρηση της κρατικής παρουσίας εκεί όπου είναι περισσότερο αναγκαία.

Σύμφωνα με το ευρωπαϊκό δίκαιο (Οδηγία 97/67/ΕΚ και 2008/6/ΕΚ), το κράτος οφείλει να διασφαλίζει ότι κάθε πολίτης, σε κάθε περιοχή της χώρας, έχει πρόσβαση πέντε ημέρες την εβδομάδα σε: αποστολή και παραλαβή επιστολών και συστημένων, παράδοση δεμάτων, επίδοση επίσημων εγγράφων του Δημοσίου και δυνατότητα συναλλαγής με το κράτος μέσω των ταχυδρομικών υπηρεσιών. Η Καθολική Υπηρεσία δεν είναι εμπορική δραστηριότητα· είναι υποχρέωση του

κράτους απέναντι στους πολίτες. Γι’ αυτό και χρηματοδοτείται από το Δημόσιο: το κράτος δεν χρηματοδοτεί τα ΕΛΤΑ· χρηματοδοτεί την υποχρέωσή του προς τους πολίτες.

Για να υπάρχει Καθολική Υπηρεσία απαιτούνται τρία στοιχεία: σημείο φυσικής παρουσίας (κατάστημα ή εξουσιοδοτημένο σημείο), υποχρεωτική διανομή πέντε ημέρες την εβδομάδα και οικονομική αντιστάθμιση από το κράτος μέσω συμβολαίου Καθολικής Υπηρεσίας. Η κυβέρνηση κλείνει το πρώτο. Ο ταχυδρόμος είναι το δεύτερο. Και δεν υπάρχει το τρίτο. Όταν κλείνεις καταστήματα χωρίς συμβόλαιο Καθολικής Υπηρεσίας, δεν κάνεις εξ ορθολογισμό: καταργείς τη θεσμική υποχρέωση και αφήνεις το δίκτυο σε μόνιμη συρρίκνωση.

Ο πραγματικός κίνδυνος είναι άλλος, και κανείς δεν τον λέει δημόσια: αν κλείσει το δίκτυο πριν υπάρξει συμβόλαιο Καθολικής Υπηρεσίας, τότε οι ιδιωτικές courier παίρνουν την εμπορική δραστηριότητα, τα ΕΛΤΑ μένουν μόνο με την ζημιογόνα υποχρέωση και σε έναν χρόνο θα παρουσιαστεί ως «μονόδρομος» η ιδιωτικοποίηση. Έτσι ξεκίνησε στην Πορτογαλία. Έτσι επιχειρήθηκε στη Γαλλία. Έτσι έκλεισε το δίκτυο στην Ιρλανδία. Πρώτα κλείνεις τα σημεία, μετά λες ότι δεν υπάρχει δίκτυο, μετά λες ότι πρέπει να μπει ιδιώτης. Αυτό δεν είναι μεταρρύθμιση. Είναι συρρίκνωση και ιδιωτικοποίηση.

Δεν είναι μεταρρύθμιση κοινωνικής πρόνοιας να αποσύρεις το κράτος από εκεί όπου είναι περισσότερο απαραίτητο. Το κράτος δεν πρέπει να πηγαίνει μόνο εκεί όπου υπάρχει κέρδος. Πρέπει να φτάνει εκεί όπου υπάρχει ανάγκη.

Η θέση του Τομέα Ψηφιακής Πολιτικής & Δικτύων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής είναι, ρεαλιστική και εφαρμόσιμη: όχι στη διάλυση, ναι στον μετασχηματισμό.

Πρώτον, απαιτείται διαχειριστικός έλεγχος. Να ελεγχθούν οι αναθέσεις συμβουλευτικών έργων, να δημοσιοποιηθούν όλες οι μελέτες που πληρώθηκαν και να αποδοθεί ευθύνη όπου χρειάζεται. Τα ΕΛΤΑ δεν μπορούν να μετατραπούν σε εργαλείο διανομής δημοσίου χρήματος σε εταιρίες συμβούλων χωρίς αξιολόγηση αποτελέσματος.

Δεύτερον, χρειάζεται σταθερή και θεσμική χρηματοδότηση της Καθολικής Υπηρεσίας μέσω πενταετούς συμβολαίου Κράτους – ΕΛΤΑ, με σαφή αποτύπωση κόστους ανά περιοχή. Αυτό κάνουν η Ιταλία και η Πορτογαλία. Αυτό πρέπει να κάνει και η Ελλάδα. Παράλληλα απαιτείται ένα σταθερό πλαίσιο ευθύνης, ένα «δεύτερο συμβόλαιο» μεταξύ Κράτους και Υπερταμείου, που θα ορίζει ξεκάθαρα τους κοινωνικούς στόχους και τις επιχειρησιακές υποχρεώσεις των ΕΛΤΑ. Μόνο έτσι μπορεί να αποκατασταθεί η λογοδοσία και η συνέπεια πολιτικής και διοίκησης.

Τρίτον, απαιτείται νέα αρχιτεκτονική διοίκησης και λογοδοσίας. Η διοίκηση των ΕΛΤΑ πρέπει να επιλέγεται με αξιοκρατική διαδικασία, με συμβόλαιο στόχων και KPIs. Να παρουσιάζει απολογισμό στη Βουλή, όχι σε διαδοχικά δελτία Τύπου. Η Διοίκηση του Υπερταμείου πρέπει να σταματήσει να λειτουργεί σαν ιδιοκτήτης δημόσιας περιουσίας και να αρχίσει να λογοδοτεί για τη διαχείριση της.

Τέταρτον, χρειαζόμαστε μετασχηματισμό του επιχειρησιακού μοντέλου. Η απόφαση για το κλείσιμο ενός καταστήματος δεν μπορεί να βασίζεται σε αριθμητική λογική αλλά σε μελέτη κοινωνικού αντίκτυπου: τι σημαίνει το κλείσιμο για τις ευάλωτες ομάδες; πόσες αποστολές παραδίδονται κατ’ οίκον; υπάρχουν εναλλακτικές όπως mobile units ή μοντέλο συνεργασίας κατά προτεραιότητα με Δήμους, εν συνεχεία με ΚΕΠ και Τράπεζες; Το δίκτυο δεν πρέπει να συρρικνώνεται από το Excel αλλά να ανασχεδιάζεται ώστε να υπηρετεί τους πολίτες.

Πέμπτον, τα ΕΛΤΑ πρέπει να εξελιχθούν σε κομβικό κρίκο του ψηφιακού μετασχηματισμού του Δημοσίου και της οικονομίας. Ο ταχυδρόμος του 21ου αιώνα μπορεί να γίνει ο κινητός δημόσιος λειτουργός: να παραδίδει πιστοποιημένα έγγραφα κατ’ οίκον, να φέρνει φάρμακα σε ηλικιωμένους, να μειώνει την ανάγκη μετακινήσεων σε νησιά και ορεινά χωριά. Παράλληλα, τα ΕΛΤΑ μπορούν να λειτουργήσουν ως ψηφιακοί κόμβοι εξυπηρέτησης και logistics, με pick-up lockers για το ηλεκτρονικό εμπόριο, καθώς και υπηρεσίες υποστήριξης για μικρές επιχειρήσεις που σήμερα δεν έχουν πρόσβαση σε σύγχρονες υποδομές διανομής ή ανταγωνιστικό κόστος μεταφοράς. Για να γίνει αυτό πράξη, πρέπει να προχωρήσει η ενοποίηση των πληροφοριακών υποδομών με το gov.gr, η δημιουργία εφαρμογής myELTA για παραδόσεις, πληρωμές και πιστοποιημένες αποστολές, καθώς και η αξιοποίηση cloud υποδομών και έξυπνων logistics για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας.

Τέλος, το μέλλον των ΕΛΤΑ περνά μέσα από τον σεβασμό στους εργαζόμενους. Σήμερα η εταιρεία λειτουργεί με συμβάσεις τρίμηνες, με outsourcing, με ανακύκλωση προσωπικού. Ένα δίκτυο καθολικής υπηρεσίας δεν χτίζεται με αναλώσιμους ανθρώπους. Χτίζεται με εργαζόμενους που έχουν σταθερή σχέση, γνώση της περιοχής και σχέση εμπιστοσύνης με τον πολίτη.

Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν χρειαζόμαστε τα ΕΛΤΑ. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θέλουμε κράτος που φτάνει στον πολίτη ή κράτος που εγκαταλείπει τον πολίτη. Η Ελλάδα της περιφέρειας, της νησιωτικότητας και των ορεινών περιοχών δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς ένα δίκτυο Καθολικής Υπηρεσίας. Η απάντηση της κυβέρνησης είναι λουκέτα σε 204 σημεία παρουσίας. Η

απάντηση του ΠΑΣΟΚ είναι μετασχηματισμός, λογοδοσία, αξιοποίηση υποδομών, ψηφιακή αναγέννηση και συνέργειες.

Δεν υπερασπιζόμαστε το χθες των ΕΛΤΑ.

Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα του πολίτη να μην γίνει αόρατος.

Ο Γιάννης Πάζιος είναι Γραμματέας του Τομέα Ψηφιακής Πολιτικής & Δικτύων του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής