Παρασκευή
3
Μάιος
TOP

Γαβριήλ Σακελλαρίδης (Νέα Αριστερά): «Θέλουμε να είμαστε ο καταλύτης της επόμενης ημέρας» (video)

Η «Νέα Αριστερά» θέτει ως προμετωπίδα της προεκλογικής της καμπάνιας εν όψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου τα ζητήματα της ακρίβειας, του αυξανόμενου πληθωρισμού και της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων πολιτών και δεν είναι μόνον αυτά. Το διακύβευμα των ευρωπαϊκών εκλογών είναι σύμφωνα και με τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη, υποψήφιο ευρωβουλευτή της Νέας Αριστεράς καθοριστικό για το μέλλον της χώρας καθώς με την ψήφο τους οι πολίτες θα αποφασίσουν τα πρόσωπα και το ύφος των διεκδικήσεων της Ελλάδας σε αυτό το κοινό ευρωπαϊκό «τραπέζι».

Ο υποψήφιος ευρωβουλευτής με τη Νέα Αριστερά, Γαβριήλ Σακελλαρίδης στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του BEST σχολίασε αρχικά τη «λαίλαπα» της ακρίβειας που συνεχίζει να πλήττει νοικοκυριά και επιχειρήσεις στη χώρα τονίζοντας πως τα όποια μέτρα έχουν ληφθεί έχουν πέσει στο κενό…

«Τα μέτρα της κυβέρνησης δεν μπορούν να τιθασεύσουν την ακρίβεια» και τόνισε πως χρειάζονται «άμεσες νομοθετικές πρωτοβουλίες να καταπολεμηθεί η αισχροκέρδεια και των super market και των πολυεθνικών που εμπορεύονται αυτά τα προϊόντα» και όπως σημείωσε μια από τις προτάσεις της «Νέας Αριστεράς» είναι «να καταργηθούν τα πιστωτικά τιμολόγια που δίνουν οι προμηθευτές στα σούπερ μάτρκετ ώστε να υπάρχει καταγραφή πλήρης της πραγματικής τιμής και να μην αυξάνεται η κερδοφορία σε βάρος των πολιτών. Να αυξηθούν οι έλεγχοι της ΔΗΜΕΑ να στελεχωθεί και ένας τρίτος παράγοντας είναι στις ρυθμιζόμενες αγορές να υπάρξει έλεγχος του μικτού περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων.»

Ο κ. Σακελλαρίδης χαρακτήρισε την πρακτική των PASS αναποτελεσματική «ακόμη και τώρα θαρραλέα μέτρα τα οποία θα συγκρούονται στην πραγματικότητα με την αισχροκέρδεια των super market και των πολυεθνικών επιχειρήσεων θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη ζωή των πολιτών».

Θίγοντας και το θέμα του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα ο υποψήφιος ευρωβουλευτής της «Νέας Αριστεράς» σημείωσε ότι «Ο μέσος μισθός στην Ελλάδα και η πραγματικά αγοραστική δύναμη των πολιτών είναι η προτελευταία στην ΕΕ πριν την Βουλγαρία.» και τόνισε ότι απαιτούνται άμεσα αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις με πρώτη την επαναφορά των συλλογικών εργασίας «ώστε να μεταφερθούν αυτές οι αυξήσεις σε όλα τα μισθολογικά κλιμάκια».

Οι αριθμοί της ανάπτυξης στη χώρα έχουν ωστόσο διπλή ανάγνωση καθώς εκτός συνόρων διαπιστώνεται πρόοδος και βελτίωση δεικτών και εντός αυτών οι πολίτες βιώνουν την δική τους σκληρή πραγματικότητα. Επ’ αυτού ο κ. Σακελλαρίδης είπε «Δυστυχώς οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια. Το γεγονός ότι υπάρχει ανάπτυξη των μακροοικονομικών μεγεθών βασίζεται σε σαθρό παραγωγικό μοντέλο. Η χώρα είχε τις ευκαιρίες και με το Ταμείο Ανάκαμψης και σειρά από πόρους που διατέθηκαν από την ΕΕ να κάνει μια ουσιαστική κοινωνική δίκαια και πράσινη μετάβαση στο παραγωγικό μοντέλο» αντ’ αυτού, όπως είπε «οι πραγματικοί μισθοί συνεχώς μειώνονται και ταυτόχρονα η Ελλάδα αναδεικνύεται πρωταθλήτρια κερδών τα τελευταία χρόνια στην ΕΕ. Κι όλο αυτό δημιουργεί αυτή την οικονομική δυσφορία».

Παρόλα αυτά, η Νέα Δημοκρατία δεν φαίνεται να αποδυναμώνεται αλλά βάσει των δημοσκοπήσεων εμφανίζεται να έχει την κυριαρχία, γεγονός που σύμφωνα με τον .κ Σακελλαρίδη οφείλεται στο ότι η αντιπολίτευση δεν έχει «πειστικό και ανταγωνιστικό λόγο». Αυτός, όπως είπε, είναι «ο ρόλος της δημιουργίας της «Νέας Αριστεράς», αφού «ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το ΠΑΣΟΚ μπορούν να προσεγγίσουν τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας με όρους σοβαρότητας, ειλικρίνειας…» το κόμμα του με επικεφαλής τον Μεσσήνιο Αλέξη Χαρίτση φιλοδοξεί να φέρει «νέο πολιτικό ύφος, ήθος και νέα ρητορική που θα απαντάει στα προβλήματα». Καθώς και οι ευρωεκλογές είναι όντως σημαντικές και κρίσιμες καθώς θα διαμορφώσουν τον πολιτικό χάρτη της χώρα μας για τα επόμενα χρόνια «Έχει μεγάλη σημασία ο κόσμος να ενισχύσει την «Νέα Αριστερά» ως έναν φορέα που θα αποτελέσει καταλύτη για την επόμενη ημέρα» σημειώνοντας πως «τόσο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όσο και του ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να παίξει αυτό το ρόλο σήμερα εξαιτίας και των πολιτικών τους θέσεων οι οποίες δύσκολα -παρά τις υψηλούς τόνους που πολλές φορές κρατάνε – μπορούν να πείσουν ότι υπάρχει άλλο μοντέλο διακυβέρνησης απ’ αυτό του κου Μητσοτάκη».