Κυριακή
28
Απρίλιος
TOP

Γιατί κάποιοι πίνουν καφέ το βράδυ και κοιμούνται και άλλοι πίνουν μια γουλιά και ξαγρυπνούν

Σχεδόν όλοι μας λίγο-πολύ πίνουμε καφέ. Γιατί, όμως, κάποιοι επηρεάζονται από την καφεΐνη και δεν μπορούν να κλείσουν μάτι, ενώ άλλοι κοιμούνται σαν πουλάκια;

Κάθε μέρα οι κάτοικοι αυτού του πλανήτη πίνουμε (μαζί) περισσότερα από 2,25 δισεκατομμύρια φλιτζάνια καφέ. Σύμφωνα με τον International Coffee Organisation, το 2021 βρέθηκε ότι η Ευρώπη πίνει σταθερά τον περισσότερο καφέ από όλες τις ηπείρους. Για την ακρίβεια, της ανήκει το 1/3 της παγκόσμιας κατανάλωσης. Με εξαίρεση το 2020, την τελευταία πενταετία αυξάνουμε συνεχώς τις ποσότητες, που είναι οι διπλάσιες από εκείνες που καταναλώνουν στις ΗΠΑ.

Ενδεχομένως να εκπλαγείς όταν μάθεις πως στην Ελβετία πίνουν περισσότερο καφέ από ό,τι στην Ελλάδα, μολονότι αντιστοιχούν 2,5 καφετέριες ανά 10.000 κατοίκους. Στη Λάρισα, πόλη με τα περισσότερα καφέ στην χώρα μας, υπάρχει ένα για κάθε 120 ανθρώπους.

Υπάρχουν και αυτοί που συνηθίζουν να κλείνουν την ημέρα τους με μια γεμάτη κούπα στιγμιαίου καφέ (που έχει τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε καφεΐνη) και κοιμούνται σαν πουλάκια.

Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου και η αντίδρασή του στo φυσικό διεγερτικό που αυξάνει τη δραστηριότητα του εγκεφάλου και του κεντρικού νευρικού συστήματος. Άρα, μας δίνει μεγαλύτερη εγρήγορση και συγκέντρωση, μαζί ενδεχομένως με νευρικότητα αν το παρακάνουμε.

Γιατί αντιδράει διαφορετικά ο κάθε οργανισμός στον καφέ;

Η καφεΐνη έχει εκτιμώμενο χρόνο ημιζωής από δύο έως οκτώ ώρες. Αυτό σημαίνει ότι, ανάλογα με τον μεταβολισμό μας, το σώμα μας χρειάζεται από μόλις 2 έως 8 ώρες για να απομακρύνει τη μισή καφεΐνη από το σύστημά μας.

Το αν μας αρέσει η γεύση του καφέ, το πόσο επηρεάζει ο καφές τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής ή υπέρτασης και το πώς ανταποκρινόμαστε γενικά στην καφεΐνη, το κρίνει εν πολλοίς το γονίδιο CYP1A2.

Όπως γράφει η Washington Post, «Το γονίδιο αυτό φαίνεται να επηρεάζει έντονα την ευαισθησία του σώματός μας στην καφεΐνη. Ελέγχει ένα ένζυμο, που ονομάζεται επίσης CYP1A2, και είναι υπεύθυνο για τη διάσπαση της καφεΐνης και την απομάκρυνσή της από το σώμα. Η παραλλαγή που έχουμε, μπορεί να αλλάξει το πόσο γρήγορα μεταβολίζουμε την καφεΐνη».

Ο καθηγητής Διατροφικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, Ahmed El-Sohemy, εξηγεί πως «περίπου οι μισοί άνθρωποι έχουν δύο αντίγραφα της “γρήγορης” παραλλαγής του CYP1A2, γεγονός που τους επιτρέπει να μεταβολίζουν με ταχύ ρυθμό την καφεΐνη».

Ένα άλλο 40% έχει μόνο ένα αντίγραφο, με αποτέλεσμα να μεταβολίζει πιο αργά την καφεΐνη, ενώ το υπόλοιπο 10% δεν έχει αντίγραφα και είναι “υπεραργό”».

Ο ίδιος διευκρινίζει ότι «Η ταχύτητα του μεταβολισμού δεν είναι ο μόνος παράγοντας που επηρεάζει το πώς διαχειριζόμαστε την καφεΐνη».

Ένας άλλος παράγοντας που επίσης, άπτεται της γενετικής, είναι οι υποδοχείς αδενοσίνης που υπάρχουν στον εγκέφαλό μας και επηρεάζουν την ανάγκη που νιώθουμε για ύπνο. Αυτούς δεσμεύει η καφεΐνη για να κάνει τη δουλειά της.

Ο διευθυντής του προγράμματος νευροεπιστήμης στο Bowdoin College, Manuel Díaz-Ríos, λέει στην Washington Post ότι «Ο αριθμός αυτών των υποδοχέων καθορίζεται από τη γενετική, αλλά και από την ποσότητα καφεΐνης που καταναλώνει κανείς τακτικά. Για παράδειγμα, εάν πίνετε μεγάλες ποσότητες καφέ και αυτά τα κανάλια μπλοκάρονται συνεχώς, το σώμα το αντισταθμίζει, δημιουργώντας περισσότερους υποδοχείς αδενοσίνης. Ως εκ τούτου, αυξάνεται η ανοχή σας στην καφεΐνη.

»Υπάρχουν, ωστόσο, και μερικοί άνθρωποι που ξεκινούν με υψηλότερα επίπεδα ορισμένων νευροϋποδοχέων από άλλου. Εάν είστε ένα άτομο που γενετικά τυχαίνει να παράγει πολλούς από αυτούς τους υποδοχείς, τότε είναι πιθανό να είστε λιγότερο ευαίσθητοι στην καφεΐνη από άλλους».

Διαφέρουν και οι προτιμήσεις μας στον καφέ

Η γενετική μπορεί να επηρεάσει και τις προτιμήσεις μας στον καφέ. Μελέτη του 2021, διαπίστωσε ότι τα άτομα με γενετικές παραλλαγές που σχετίζονται με υψηλή ευαισθησία στην καφεΐνη, ήταν λιγότερο πιθανό να απολαύσουν την πικρή γεύση του σκούρου καφέ.

Είναι χρήσιμο να γνωρίζεις ότι ο τρόπος που αντιδρά ο οργανισμός μας στην καφεΐνη, μπορεί να αλλάξει αν καπνίζουμε (το κάπνισμα αυξάνει τη δραστηριότητα του CYP1A2) ή αν λαμβάνουμε φαρμακευτική αγωγή (π.χ. τα αντισυλληπτικά μειώνουν τη δραστηριότητα του CYP1A2).

Επιπροσθέτως, τα άτομα με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) μπορεί να αντιδράσουν διαφορετικά στην καφεΐνη. Συχνά έχουν υποδιεγερμένους εγκεφάλους που δεν λαμβάνουν αρκετή ντοπαμίνη. Δεδομένου ότι η καφεΐνη είναι ένα διεγερτικό που μπορεί να ενισχύσει την ντοπαμίνη στον εγκέφαλο, η λήψη της μπορεί να ωθήσει κάποιον με ΔΕΠΥ να βγει από αυτό το έλλειμμα και να πάει σε ένα καλύτερο επίπεδο λειτουργίας.

πηγη ow.gr