O Ερντογάν φοβόταν έναν ηγέτη και άκουγε έναν άλλον. Φοβόταν τον Τραμπ γιατί ήταν σχετικά ίδιοι: απρόβλεπτοι, λάτρεις του «παζαριού», παρορμητικοί και απολύτως αυταρχικοί. Με τον Τραμπ δεν ήξερε πού ακριβώς βρίσκεται και αν εννοούσε τις «πυρηνικές» απειλές για το λιώσιμο της τουρκικής οικονομίας. Ταυτόχρονα δεν υπήρχε κανένα θεσμικό φρένο, γιατί ο Αμερικανός πρόεδρος δεν ενδιαφερόταν για το τι λέει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ή το Πεντάγωνο. Θεωρούσε ότι τα ξέρει όλα και πως μόνος του μπορούσε να χειριστεί τον Ερντογάν.
Με έναν παράδοξο τρόπο, αυτή η σχέση συνέφερε την Ελλάδα. Ο Τραμπ δεν είχε ιδιαίτερους δεσμούς με την ομογένεια ούτε και ήξερε πού είναι το Αιγαίο ή η Κύπρος. Οι Ελληνοαμερικανοί που ήταν κοντά του δεν έδιναν δεκάρα για τα θέματα αυτά επίσης. Υπήρχε όμως ο φόβος στο μυαλό του Ερντογάν, πως αν ο Τραμπ αντιδρούσε –για δικούς του λόγους– σε κάποια τουρκική επιθετική κίνηση, το τίμημα θα ήταν μεγάλο.
Συνέβαινε όμως και κάτι άλλο. Λόγω της χαοτικής κατάστασης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, ένας έμπειρος πρέσβης ή ο ίδιος ο Πομπέο μπορούσαν να πάρουν πρωτοβουλίες που να ευνοούν την Ελλάδα, αγνοώντας την Τουρκία και τα καθιερωμένα φετίχ της αμερικανικής διπλωματίας. Το πιο χαρακτηριστικό είναι πως οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν έδιναν καμία σημασία στην «ισορροπία του πρωτοκόλλου», δεν σκέπτονταν δηλαδή καν ότι «δεν γίνεται να πάει ο Πομπέο στην Ελλάδα και να μην περάσει από την Τουρκία».
Τώρα επιστρέψαμε στον παλιό καλό αυτόματο πιλότο. Οι ισορροπίες ανάμεσα στις δύο χώρες τηρούνται με ευλάβεια. Οι κλασικοί γραφειοκράτες αντιδρούν έντονα όταν έρχεται προς συζήτηση μια ιδέα για επέκταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στο ελληνικό έδαφος σε περιοχές που μπορεί, απλά μπορεί, να ενοχλήσουν την Αγκυρα. Και παρασκηνιακά οι Αμερικανοί προτρέπουν τους παραδοσιακούς τους συμμάχους να βρουν ένα modus vivendi με τον Ερντογάν. Τα παραδοσιακά ρεφλέξ έχουν επιστρέψει, με άλλα λόγια. Σε μια στιγμή μάλιστα που υπάρχουν γενικότερες αμφιβολίες για το αν οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται πραγματικά για την περιοχή, είναι φυσικό η Αγκυρα να βγάζει τα δικά της συμπεράσματα.
Ο Ερντογάν φοβόταν τον Τραμπ (εκτός από τον Πούτιν φυσικά) και άκουγε τη Μέρκελ. Τώρα δεν φοβάται κάποιον ιδιαίτερα και δεν θα έχει σταθερό συνομιλητή, ίσως και εξομολογητή, στην Ευρώπη. Αυτό είναι κάτι που ίσως βρούμε μπροστά μας την επόμενη φορά που θα ανέβει η θερμοκρασία στην περιοχή.