Τρίτη
23
Απρίλιος
TOP

Τα διδάγματα από τους σεισμούς της Καλαμάτας και της Αθήνας

Καθώς τα συνεργεία διάσωσης ολοκληρώνουν το έργο τους, η προσοχή μετατοπίζεται στην «επόμενη ημέρα». Στους τρόπους με τους οποίους θα παρέχεται για μήνες ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, νερό, φαγητό, στέγη στους σεισμόπληκτους πληθυσμούς. Και, ακόμη περισσότερο, στο πώς θα ανασυνταχθεί μακροπρόθεσμα η πληγείσα περιοχή από πλευράς υποδομών, αλλά και οικονομικά και κοινωνικά. Η «ελληνική εμπειρία» είναι πλούσια, ακόμη κι αν ευτυχώς δεν μετράει ανάλογης (με την πρόσφατη στην Τουρκία) κλίμακας καταστροφές.

διαβάστε το ρεπορτάζ του Γιώργου Λιάλιου στην εφημερίδα “Καθημερινή” και στο www.kathimerini.gr

Ο σημερινός υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Χρήστος Στυλιανίδης έχει πλούσια εμπειρία στα πρώτα στάδια διαχείρισης μιας ανθρωπιστικής κρίσης, από τη θητεία του ως επίτροπος Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Διαχείρισης Κρίσεων (2014-2019). «Σε κάθε καταστροφή υπάρχουν ιδιαιτερότητες», λέει στην «Κ». «Σε έναν σεισμό, πρώτη προτεραιότητα είναι η διάσωση των εγκλωβισμένων και αμέσως μετά η παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης: να στηθούν κινητά νοσοκομεία και ιατρεία. Στη συνέχεια είναι πολύ βασικό να υπάρχουν επαρκείς συνθήκες υγιεινής, ώστε να μην ξεσπάσουν υγειονομικές κρίσεις. Παράλληλα πρέπει να αντιμετωπίσεις την αποκατάσταση των δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης και ηλεκτροδότησης, τις μεγάλες οδικές αρτηρίες. Για παράδειγμα, τις ημέρες αυτές αποφασίστηκε στις σεισμόπληκτες περιοχές της Τουρκίας η μετακίνηση σεισμόπληκτων πληθυσμών προς την Αττάλεια, όπου υπάρχουν διαθέσιμες τουριστικές υποδομές για τη στέγασή τους και οι οδικές αρτηρίες έχουν “φρακάρει”. Επίσης, παράλληλα με την εξασφάλιση των βασικών, η βοήθεια πρέπει να εστιαστεί στις πιο ευάλωτες ομάδες, στους ηλικιωμένους και τα παιδιά».
Ο Μιχάλης Πολιτόπουλος ανέλαβε επικεφαλής της Υπηρεσίας Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων (ΥΑΣ, σήμερα ΔΑΕΦΚ) του υπουργείου Υποδομών λίγο μετά τον σεισμό του 1999 και παρέμεινε στη θέση αυτή για σχεδόν μία δεκαετία. «Στη χώρα μας υπάρχει συσσωρευμένη εμπειρία από τους σεισμούς της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας, της Καλαμάτας, της Κοζάνης και των Γρεβενών, των Αλκυονίδων. Βελτιώνουμε συνεχώς τη γνώση μας για την αντιμετώπιση της καταστροφής. Ομως κάθε φορά οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Το 1999, για παράδειγμα, ήταν η πρώτη φορά που αντιμετωπίσαμε τόσες ζημιές και καταρρεύσεις», λέει στην «Κ». «Κάθε φορά χρησιμοποιείς τη λογική και σχεδιάζεις με βάση τις ζημιές που υπέστης και τις δυνάμεις που έχεις στη διάθεσή σου. Δεν μπορείς να σχεδιάσεις εκ των προτέρων».

Σύμφωνα με τον κ. Πολιτόπουλο, δύο είναι οι προτεραιότητες των υπηρεσιών για την «επόμενη ημέρα». «Κατ’ αρχάς, πρέπει να ξεχωρίσεις ποιες οικοδομές μπορούν να κατοικηθούν και ποιες δεν είναι ασφαλείς. Παράλληλα, πρέπει να οργανώσεις με ποιο τρόπο θα επιβιώσουν οι άστεγοι. Από την εμπειρία μου από τον σεισμό της Αθήνας, δεν έπρεπε να είχαν γίνει τόσοι καταυλισμοί σεισμοπλήκτων. Καλύτερα να είχε δώσει η Πολιτεία τα χρήματα για να ενοικιαστούν σπίτια. Οι καταυλισμοί έπειτα από 3-4 χρόνια μετατράπηκαν σε εστίες υποβάθμισης, όπου κατοικούσαν μόνο όσοι από τους σεισμοπλήκτους βρίσκονταν σε δραματική ανέχεια (και για τους οποίους, κατά τη γνώμη μου, έπρεπε να είχε υπάρξει μια πολιτική πρόνοιας) και διάφορα κακοποιά στοιχεία, που «κατέλαβαν» τα κοντέινερ. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να επαναληφθεί».

Ολιστική αντιμετώπιση

Η Καλαμάτα θεωρείται κατά κοινή ομολογία η πιο επιτυχημένη περίπτωση διαχείρισης μεγάλης καταστροφής από σεισμό. Ο Σταύρος Μπένος ήταν ήδη οκτώ χρόνια δήμαρχος όταν έγινε η καταστροφή, εξαιτίας της οποίας κατέρρευσαν ή κατεδαφίστηκαν το ένα τέταρτο των κτιρίων της πόλης. «Η “συνταγή” είναι πάντα η ίδια. Να δεις το φαινόμενο σε όλες του τις διαστάσεις, ολιστικά, όχι μόνο πώς θα αποκαταστήσεις τις καταστροφές στα κτίρια και τις υποδομές. Από την καταστροφή πλήττεται μια κοινωνία, που χάνει τις λειτουργίες της οι οποίες επίσης πρέπει να αποκατασταθούν», εξηγεί. «Πρέπει λοιπόν να μεριμνήσεις για τις ανάγκες του σεισμόπληκτου πληθυσμού, χωρίς να παρεμποδίζεις την αποκατάσταση της πόλης, λ.χ. δεσμεύοντας κρίσιμους χώρους. Παράλληλα, πρέπει να ξεκινήσεις τη διαμόρφωση μιας νέας στρατηγικής κοιτώντας τη “μεγάλη εικόνα”. Χωρίς στρατηγική σκέψη, οποιοδήποτε σχέδιο αποκατάστασης θα αποτύχει».