Οικονομία βασισμένη στο εμπόριο και στις υπηρεσίες εξακολουθεί να είναι η ελληνική, με τη μεταποίηση να έχει πιο περιορισμένο ρόλο, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε να προσφέρει μεγαλύτερη ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, πιο σταθερές θέσεις εργασίας και να ενισχύει και την εξωστρέφεια.
Την ίδια ώρα, οι τομείς του εμπορίου και των υπηρεσιών –κυρίως ο τουρισμός και η εστίαση– αποδεικνύονται ιδιαιτέρως ευάλωτοι σε έκτακτα γεγονότα, όπως η πανδημία, που οδήγησε όχι μόνο σε μείωση του τζίρου τους, αλλά τελικά και σε «λουκέτα». Το 2021, μία στις τέσσερις επιχειρήσεις στην Ελλάδα ήταν εμπορική με πάνω από το 40% του συνολικού τζίρου των επιχειρήσεων να προέρχεται από αυτόν ακριβώς τον τομέα. Την ίδια χρονιά, πάντως, τα στοιχεία δείχνουν περίπου 3.000 λιγότερες εμπορικές επιχειρήσεις σε σύγκριση με το 2019, την τελευταία χρονιά πριν από την πανδημία, αλλά και 3.000 περίπου λιγότερες επιχειρήσεις στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης. Στον αντίποδα βρίσκονται κλάδοι όπως το real estate και οι κατασκευές, με σημαντική αύξηση των επιχειρήσεων μέσα στην τριετία 2019-2021.
Τι συμβαίνει με τη μεταποίηση; Ο αριθμός των μεταποιητικών επιχειρήσεων επίσης λιγοστεύει, φαινόμενο, βεβαίως, που έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου 40 χρόνια. Αν και η μη ισχυρή θέση της μεταποίησης στο ελληνικό παραγωγικό μοντέλο σχετίζεται και με εξωτερικούς παράγοντες, όπως η παγκοσμιοποίηση, που οδήγησε το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας, υπάρχουν και οι εσωτερικοί παράγοντες, όπως η αποβιομηχάνιση, που ξεκίνησε στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’80 και συνεχίστηκε τα χρόνια που ακολούθησαν. Και μπορεί το ζήτημα της αλλαγής παραγωγικού μοντέλου να τέθηκε επί τάπητος ουκ ολίγες φορές τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά τα αδιέξοδα που οδήγησαν τελικά στα μνημόνια, αλλά η περίφημη αλλαγή δεν επήλθε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για τη διάρθρωση των επιχειρήσεων που ανακοίνωσε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), κατά το έτος 2021 δραστηριοποιήθηκαν στην Ελλάδα συνολικά 881.717 επιχειρήσεις στους τομείς της βιομηχανίας, των κατασκευών, του εμπορίου και των υπηρεσιών. Στοιχεία, ωστόσο, για την τριετία 2019-2021 υπάρχουν μόνο για μέρος των κλάδων των επιχειρήσεων (βλέπε πίνακα).
Οι κλάδοι με το μεγαλύτερο πλήθος επιχειρήσεων ήταν το χονδρικό και λιανικό εμπόριο με 224.087 επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν το 25,4% του συνόλου των επιχειρήσεων, ο τομέας των επαγγελματικών, επιστημονικών και τεχνικών υπηρεσιών με 148.682 επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν το 16,9%, και ακολουθούν οι υπηρεσίες παροχής καταλύματος και εστίασης με 106.157 επιχειρήσεις, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 12%. Το 2019 ο αριθμός των εμπορικών επιχειρήσεων ήταν 227.183 και των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης 109.215. Εάν, μάλιστα, δεν υπήρχαν τα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η «αιμορραγία» θα ήταν αρκετά μεγαλύτερη. Λιγότερες σε σύγκριση με το 2019 ήταν το 2021 και οι μεταποιητικές επιχειρήσεις, 56.720 έναντι 57.117, αποτελώντας το 6,4% του συνόλου των επιχειρήσεων.
Από την άλλη, αυξήθηκε κατά περίπου 6.000 ή κατά 8,11% ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των κατασκευών και κατά 22,02% ο αριθμός των επιχειρήσεων διαχείρισης ακίνητης περιουσίας. Τη μεγαλύτερη αύξηση, 39,35%, σημείωσε ο αριθμός των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού.
πηγη moneyreview.gr