Δεν μου αρέσει η μεμψιμοιρία, ούτε και ο… πεσιμισμός. Αλλά το να κάνω το μαύρο – άσπρο
για να συμμεριστώ απόλυτα την αισιοδοξία ορισμένων “ετερόφωτων” για την πορεία της πόλης, δεν μου κάθεται καλά, να ακολουθήσω σε αυτή την κατεύθυνση. Κι όχι στεκόμενος με διάθεση επικριτική, αλλά, με στάση “κανονικότητας” – όση μας απέμεινε – για να βλέπουμε το ποτήρι ούτε μισοάδειο, ούτε και μισογεμάτο, αλλά στα όρια που είναι σήμερα.
Με την Καλαμάτα, πλέον, να είναι στα διαφημιστικά της φόρτε σε σημείο που να λες… “ποια Τάμτα;”, η αναγνώριση της πόλης ως προορισμός είναι δεδομένη. Αλλά προσέξτε δεν είναι δεδομένη γιατί υπήρξε μια συγκεκριμένη ακολουθία του στυλ “αυτήν θέλετε, αυτήν εμπιστεύεστε”, αλλά κυρίαρχα γιατί η ιδιωτική πρωτοβουλία επένδυσε για να γίνει αυτό, μας έδωσαν αυτά που μας… χρωστούσαν με τον εθνικό δρόμο και… τσόνταραν κάτι και οι υπόλοιποι. Οι υπόλοιποι, πάντως, που ακόμη και τώρα εάν κάνεις την πολύ απλή ερώτηση ενός παιδιού, “τι Καλαμάτα θέλετε;” και τους ζητήσεις να σου πουν με τρεις λέξεις, δεν μπορούν, και, θα συγκαλέσουν καμιά τρίωρη σύσκεψη, για να σου απαντήσουν στο τέλος “λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και λίγο… πεζοδρόμιο”. Οι υπόλοιποι που ήταν “ταγμένοι” στην εκ του ασφαλούς… λογική “κι αν σου κάτσει”. Είπαμε να μην είμαι πεσιμιστής, όμως…
Ωστόσο, επειδή η αναγνώριση δεν… τρώγεται, αλλά έρχεται και παρέρχεται – σταθείτε λίγο σε αυτό – δεν απόλαυσε κανείς εσαεί την αποδοχή του προορισμού και μοιάζει λίγο “καλαμοκαβαλίκεμα” να νομίζουν κάποιοι ότι την έχουμε εξασφαλισμένη για πάντα αυτή, κάτι πρέπει να την κάνεις. Κάπως να την διαχειριστείς… Το βασικό ζητούμενο, λοιπόν, είναι με τι τροφοδοτείς αυτή την αναγνώριση. Με υποδομές; Με όραμα; Με στρατηγική; Με εκδηλώσεις; Στην Καλαμάτα της… ευκαιρίας – όπως θέλουμε να είναι η πόλη σήμερα – κοιτάμε το… δέντρο και χάνουμε το δάσος. Έτσι, πιστεύουμε ότι είναι επένδυση “γιατί έτσι μας αρέσει” η μορφοποίηση του πεζοδρομίου – που σαφώς είναι παρέμβαση καθημερινότητας – και όχι η… αναπνοή της πόλης με έργα που θα αφήνουν αποτύπωμα και όχι… πλάκες.
Εντάξει, δεν θα αρχίσω την (πολύ) γκρίνια με τις υποδομές, το κυκλοφοριακό, το λιμάνι, τις αποθήκες (αλήθεια τι έγινε με αυτά τα μεγαλεπίβολα…), αλλά, άλλο το φτιάχνω το πεζοδρόμιο, άλλο το ανοίγω δρόμους… Άλλο έρχεται κόσμος και άλλο δεν έχει που να παρκάρει και σιχτιρίζει… Με μια μονόχνωτη στρατηγική – του δεν ακουμπάμε πρόβλημα εάν “τσούζει” – και μια αδομία και έλλειψη προγραμματισμού, μιλάμε για μια ακόμη χρονιά με πολύ περισσότερο… καύσωνα και απολαμβάνουμε το… success story της παρουσίας του κόσμου εδώ (έτσι είναι;). Κανείς δεν έχει προβλέψει να κάνει ένα γκάλοπ στους επισκέπτες “Πώς είδατε την Καλαμάτα;” αλλά το γκάλοπ αυτό να το απευθύνει στους κατοίκους της πόλης “Τι θα θέλατε από την Καλαμάτα;”.
Πριν ρουφήξουμε το επικοινωνιακό… νερό με το καλαμάκι, να δούμε λοιπόν την προοπτική της διαχείρισης της αναγνώρισης της πόλης, με στρατηγική και όραμα και να μην στεκόμαστε – που βέβαια είναι σημαντικό – μόνο στην ανάδειξη της… πρασινάδας της πόλης, αλλά να βλέπουμε και την.. κοκκινάδα στις γειτονιές που παραμένει. Όταν ακούω τον Γενικό Γραμματέα Υποδομών να λέει πως πρέπει να γίνουν όσα δεν έγιναν εδώ και πολλά χρόνια για να προστατευθεί η πόλη από τις πλημμύρες, αντιλαμβάνεται κανείς σε ποιο σημείο είμαστε, καλώς ή κακώς…
Και επειδή η κατάσταση δεν διαχειρίζεται επικοινωνιακά και με μεταγραφές τύπου… Πίου (θυμάστε την διαφήμιση με τον Αγαπούλα), καλό είναι να σπεύσουν όλοι σοβαρά πριν απολέσουμε την ευκαιρία, για την οποία – εκείνο που πρέπει να κατανοήσουν οι άρχοντες – είναι πως δεν ανήκει σε αυτούς, αλλά στην επόμενη γενιά και την πόλη.
του Θέμη Ι. Κανελλόπουλου