TOP

Η εξωτερική πολιτική “ψυγείο” πήρε τέλος με τον Μητσοτάκη

Υποθέτω ότι και οι δυο πλευρές έχουν επιχειρήματα. Και εκείνοι -όπως ο Βαγγέλης Βενιζέλος- που θεωρούν ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Ιόνιο, δημιουργεί ένα κακό προηγούμενο σε σχέση με το Αιγαίο -και δίνει πατήματα στην Τουρκία- και εκείνοι που πιστεύουν πώς η Ελλάδα ασκεί πλήρως τα δικαιώματά της στα δυτικά και δεν απεμπολεί κανένα δικαίωμά της στο Αιγαίο. Ακόμα και ο Γιώργος Κουμουτσάκος μπορεί με κάποια επιχειρήματα να δικαιολογήσει τις προηγούμενες θορυβώδεις αντιρρήσεις του, επιμένοντας ότι έχουν αλλάξει τα δεδομένα.

Υποθέτω το ίδιο συμβαίνει και με τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, εξαιρώντας τις θαλάσσιες περιοχές πέραν του 28ου μεσημβρινού. Οι μεν θα δώσουν έμφαση στη σημασία της αποδοχής της επήρειας των νησιών και στην ακύρωση στην πράξη του Τουρκολιβυκού μνημονίου, οι δε στη μειωμένη επήρεια της Κρήτης και στην αποδοχή του προβληματικού μεγέθους του Καστελόριζου. Όρεξη να έχουμε να συζητάμε. Αρκεί να αποφεύγουμε τις κορώνες και τη γνωστή φιλολογία περί ενδοτισμού. Και αν δυσκολευόμαστε να στηρίξουμε τις θέσεις μας, υπάρχει πάντα και το “παρών- ντούκου” του Τσίπρα.

Αυτό που δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς είναι ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική – επί Κυριάκου Μητσοτάκη- επιτέλους κινείται. Η εποχή της “πολιτικής του ψυγείου” παίρνει τέλος και αυτό είναι απολύτως δικαιολογημένο και σωστό, κρίνοντας από τις τελευταίες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την πολιτική της απρόβλεπτης και προκλητικής Τουρκίας. Αν θέλουμε λύση στο πρόβλημα των ελληνοτουρκικών εκκρεμοτήτων, πρέπει να την αναζητήσουμε. Άλλωστε, σε αντίθεση με μια παλιά λογική που επικρατούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών (και εμπνευστής της θεωρείται ότι ήταν ο πρέσβης Μιχάλης  Δούντας), ο χρόνος δεν τρέχει προς όφελος της Ελλάδας.

Η ουσία της απορριπτικής πολιτικής, όπως την ονομάζει ο Αλέξης Ηρακλείδης, φυσικά πάσχει πολλαπλώς. Αφενός έχει ημερομηνία λήξεως και δεν απαντά στο πρόβλημα των απειλών της Τουρκίας και στο ενδεχόμενο μιας πολεμικής ανάφλεξης στο Αιγαίο. Αφετέρου υπονοεί ότι ναι μεν η Ελλάδα έχει νομικά επιχειρήματα, αλλά όχι τόσο ισχυρά ώστε να σταθούν σε ένα Διεθνές Δικαστήριο. Ενώ το μείζων πρόβλημα δεν είναι η αναζήτηση μιας λύσης που θα κλείσει το μέτωπο με την Τουρκία, αλλά οι εσωτερικές αντιδράσεις μιας κοινής γνώμης, “εθισμένης” στην άποψη ότι η Ελλάδα έχει μόνο και πάντα δίκιο και η Τουρκία μόνο και μονίμως άδικο.

Το τελευταίο διάστημα, η άποψη της προσφυγής σε Διεθνές Δικαστήριο, για το θέμα της υφαλοκρηπίδας τουλάχιστον, φαίνεται να κερδίζει έδαφος στην ελληνική κοινή γνώμη. Έστω και αν δεν είναι καθόλου σαφές ότι αυτή είναι η λογική που προκρίνει και η Τουρκία. Ας έχουμε στο μυαλό μας λοιπόν ότι η απόφαση, εφόσον τα πράγματα καταλήξουν εκεί, θα οδηγήσει σε ένα συμβιβασμό. Και θα υπάρξουν και αντιδράσεις. Αλλά όταν κάνεις εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να έχεις το νου σου στις εσωτερικές αντιδράσεις και στις εσωκομματικές ισορροπίες. Αν δεν μπορείς και δεν αντέχεις, μένεις στο “παρών”. Μόνο που έτσι δεν οδηγούμαστε  πουθενά. Μένουμε ψυγείο. Στην καλύτερη εκδοχή. Γιατί υπάρχει και η χειρότερη.

του Μανόλη Καψή από το www.capital.gr